Ακούσαμε, σπίτι, την ιστορία της μάνας με τα τέσσερα παιδιά 4-15 ετών. Η σύζυγός μου είναι μητέρα τεσσάρων παιδιών, 5-15 ετών. Κοιταχτήκαμε ενστικτωδώς, μονάχα. Δεν βγάλαμε λέξη. Δεν χρειαζόταν. Τα καταλάβαμε και τα νιώσαμε μονομιάς όλα. Οταν η συμφορά θα 'ναι πίσω, ό,τι μείνει και ό,τι θα την περιγράφει, σαν επιτομή, θα 'ναι αυτή η εικόνα.
Στις διακοπές, είχα διαβάσει σε περιοδικό μετά τις προηγούμενες θερινές καταστροφές (και μου 'μεινε μια ατάκα από) συνέντευξη πυροσβέστη. Η φωτιά, έλεγε, αντιμετωπίζεται με τη λογική. Οχι με το συναίσθημα. Απ' τα συμφραζόμενα υποψιάζομαι ότι, στη συντριπτική πλειονότητα, οι νεκροί των ημερών είναι θύματα, πρωτίστως, του συναισθήματος.
Του κατανοητού, σύμφωνοι, συναισθήματος. Του ψυχικού δεσμού με την, προϊόν μόχθου ζωής, περιουσία. Με την οικία που χτίσαμε πέτρα την πέτρα, με το χωράφι που καλλιεργήσαμε σπιθαμή τη σπιθαμή, με «το δέντρο που ποτίζαμε», με το ζωντανό που από νεογέννητο θρέψαμε. Οσοι, σε τούτο τον τόπο, ακόμη δεν έχει συμβεί να ζήσουμε το πυρ έξω απ' την πόρτα μας, αργά ή γρήγορα η εμπειρία θα (μας) έλθει.
Από πουθενά δεν προκύπτει ότι θα τη γλιτώνουμε «εφ' όρου ζωής». Επίσης, από πουθενά δεν προκύπτει ότι, εκείνη την ώρα, θα 'χουμε σε κάτι ν' ακουμπήσουμε με αίσθημα ασφάλειας. Είναι η στιγμή που θ' αναδυθεί το, περί συναισθήματος και λογικής, δίδαγμα. Στο Σαράγεβο, πέρυσι τον Οκτώβριο, πήρα το μάθημα ότι όλα (εκτός απ' τους ανθρώπους που χάνονται) ξαναφτιάχνονται.
Πήγαμε για το ματς της Εθνικής στη Ζένιτσα. Είχα πάει και πριν από δέκα χρόνια, πάλι για ματς (το φάουλ-γκολ του Κώστα Φρατζέσκου) της Εθνικής. Ενας συνάδελφος, παρών και στα δύο ταξίδια, είχε προνοήσει να φέρει μαζί (στο περσινό) φωτογραφίες (απ' το πρώτο). Βλέπαμε και συγκρίναμε. Η δεκαετία είχε κλείσει πληγές. Τις τρύπες απ' τις ριπές στα ερείπια. Η ζωή επανήλθε. Μόνον οι καμένοι στις φλόγες του πολέμου άνθρωποι δεν επανήλθαν.
Οταν βγήκαμε απ' τη βουβή επήρεια της ιστορίας με τη μάνα και τα (τέσσερα) παιδιά, η σύζυγός μου θυμήθηκε μερικές υπέροχες μέρες, χειμώνα - βυθισμένοι στην οργιώδη βλάστηση (έκθαμβοι με τον πλούτο του φυσικού περιβάλλοντος) της Αρχαίας Ολυμπίας. Η Ηλεία, μάθαμε τότε, απολαμβάνει την ευλογία να 'ναι ο νούμερο ένα νομός της χώρας σε ετήσια βροχόπτωση.
Η ευλογία, σήμερα, μοιάζει η τέλεια ειρωνεία. Οι βροχές είναι σαν τα ταξί. Πολλές (πολλά). Αλλ' όταν τα (τις) έχεις απεγνωσμένη ανάγκη, δεν φαίνονται στον ορίζοντα. Τέλεια ειρωνεία μοιάζει και το προεκλογικό timing. Η τιμωρία για τα παιχνιδάκια, να κάνουμε εκλογές όποτε συμφέρει, με τον θεσμό. Ας πρόσεχαν. Να καταλάβουν πως η επικοινωνιακή εισήγηση δεν είναι, πάντοτε, ο καλύτερος σύμβουλος.
Τουλάχιστον προς το παρόν γλιτώνουμε τους κρουνούς απερίγραπτης παρόλας που, έως τις 16 Σεπτεμβρίου, θα μας περιέλουζαν. Υφιστάμεθα, απλώς, τη ρητορική... της πυρκαγιάς. Τα «οργανωμένα σχέδια» που (μας) επιτίθενται. Κι ο Αττίλας, με οργανωμένο σχέδιο επιτέθηκε στη βόρεια Κύπρο. Αλλ' αυτό δεν νοείται να είναι δικαιολογία για τη μηδενική αντίσταση του ξεχαρβαλωμένου αμυντικού συστήματος.
Το δε ξεχαρβάλωμα δεν επιτελέστηκε σε τρία, τα τελευταία, χρόνια. Είναι διαβρωτική δουλειά των τελευταίων 30 χρόνων. Η «ασύμμετρη επίθεση» δεν διέβρωσε, μόνον, κρατικούς ή παρεμφερείς μηχανισμούς. Διέβρωσε, αλλοιώνοντας δραματικά, τη συνεκτικότητα του κοινωνικού ιστού. Εκτίναξε την ατομικότητα. Το, ενός εκάστου, εγώ. Και έθαψε τη συντροφικότητα. Το, ενεργό κάποτε, εμείς.