Φταίνε οι άτιμοι οι δημοσιογράφοι ή όχι; Φταίνε γιατί έγραψαν ότι οι παίκτες πληρώθηκαν τον Ιούλιο ή τον Μάιο ή τέλος πάντων έναν και μοναδικό μισθό και μάλιστα συνόδευσαν την είδηση με σχόλιο που μας θύμισε την -πολύ κοντινή- εποχή Σπανουδάκη; Μήπως φταίνε γιατί φιλοξένησαν τις σεβαστές απόψεις Ηρακλειδέων που επιμένουν στο «ο Ηρακλής στους Ηρακληδείς» και δεν τους αρέσει ο Αχιλλέας Μπέος του Πανιωνίου;
Μήπως συμβαίνει κάτι διαφορετικό; Μήπως δεν το έχουμε αντιληφθεί όσο κι αν προσπάθησε χθες στη συνέντευξη Τύπου ο άνθρωπος που επέλεξε ο Αντώνης Ρέμος να χρεωθεί την αποτυχία και να μοιράσει σε άλλους την επιτυχία ενός νέου εγχειρήματος;
Εμείς θα σταθούμε στις αναφορές του μεγαλόκαρδου -δεν χρειάζεται να το εκλάβετε κι αυτό ως ειρωνεία- Αχιλλέα Μπέου, που πέρα από τη δημιουργία της ομάδας, προσπάθησε να κατευθύνει τη λογική του οπαδού που τον χειροκρότησε όταν βρέθηκε στο πλευρό του λαοφιλέστατου Αντώνη Ρέμου κι από την άλλη έχει κάθε δικαίωμα να κρίνει, με όσες καλόβουλες ενστάσεις επιθυμεί, για όσα συμβαίνουν. Ο δημοσιογράφος, ως μέσο επικοινωνίας ανάμεσα στην ομάδα και τον οπαδό, οφείλει να δώσει βήμα στον τελευταίο που δεν φταίει σε τίποτε για όσα αποφασίζουν οι διοικούντες.
«Εγώ χρεώνομαι την αποτυχία, οι παίκτες και ο προπονητής την επιτυχία», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπέος, αφού προηγουμένως επαναπροσδιόρισε δηλώσεις του Βαγγέλη Βλάχου, που στο κάτω κάτω της γραφής τον γνωρίζει καλύτερα από όλους μας. Ούτε για μεταγραφές από πανέρι ούτε και για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Ηρακλή στο επόμενο πρωτάθλημα έχει δικαίωμα να μιλά ο προπονητής της ομάδας, από τη στιγμή που ο εργοδότης του έχει κάνει προγραμματικές δηλώσεις και αναφέρεται σε παραμονή. «Κι αν του ξέφυγε κάτι, δεν θα του πάρουμε το κεφάλι», έπρεπε να πει για να τον καλύψει απόλυτα, αν βέβαια τίθεται θέμα κάλυψης του προπονητή που… έχουμε την εντύπωση ότι δεν τη χρειάζεται. Οταν ακυρώνεις τις δηλώσεις του προπονητή που επέλεξες, ακυρώνεις τον ίδιο σου τον εαυτό.
Ορισμένες στιγμές, μέσα από τη χθεσινή ομιλία του Μπέου, ήθελες να διαφωνήσεις, ήθελες να του επιτεθείς και να τον χλευάσεις για την παλιομοδίτικη και χοντροκομμένη εκφραστικότητά του. Εκεί που ήσουν έτοιμος να κάνεις το ντου, σου πετάει ένα απόφθεγμα, έστω και ασύντακτο, ίσα ίσα για να σου επιβάλει να το καλοσκεφτείς, και είσαι σχεδόν αναγκασμένος να συμφωνήσεις. Μέχρι που κουνάς με συγκατάβαση το κεφάλι και δείχνεις ότι αποδέχεσαι μια φιλοσοφία που πριν από λίγα δευτερόλεπτα ήταν εκνευριστική.
Αυτός ο Μπέος που ακούγαμε χθες, ήταν μία ζέστη, μία κρύο. Και ακόμη χειρότερα, μία καυτό και μία παγωμένο. Δεν τον προλάβαινες. Αναρωτιέσαι αν τελικά υπάρχει μια συγκεκριμένη τακτική ή τέλος πάντων μια σταθερή συμπεριφορά έναντι των προβλημάτων της ομάδας και γενικότερα μια φιλοσοφία που χαρακτήριζε οτιδήποτε έχει να κάνει με την επιχείρηση αναστήλωσης του Ηρακλή από τον Ρέμο και τους συν αυτώ. Αλλά και πάλι αναρωτιόμαστε αν αυτό είναι που θα πρέπει να μας απασχολεί. Μάλλον όχι; Και έτσι ουσιαστικά φτάνουμε σε έναν προβληματισμό: «τι ήθελε πραγματικά να πει ο… ποιητής, όταν χθες κάλεσε τους δημοσιογράφους και αφού προηγουμένως -δεν μπορεί κανείς να το αρνηθεί- είχε φροντίσει να περάσει το μήνυμα ότι δεν του αρέσουν καθόλου όσα γράφονται και όσα λέγονται από τον Τύπο, από αρκετούς Ηρακληδείς και από όποιον έχει άποψη για όσα συμβαίνουν στην ομάδα.
Ναι, αναγνωρίζουμε ότι κάνει κουμάντο και δεν τίθεται -ακόμα τουλάχιστον- θέμα για επιτυχία και αποτυχία, γιατί πολύ απλά βρισκόμαστε σε περίοδο προετοιμασίας. Ακόμα κι αν ξεκινήσει το πρωτάθλημα, ειδικά στον Ηρακλή, θα δοθεί μια περίοδο χάριτος, επειδή άργησε να ξεκινήσει και όταν ξεκίνησε δεν είχε δα πολλά εφόδια για να δημιουργήσει μια υπερομάδα. Υπό άλλες συνθήκες, οι ήττες στα φιλικά θα είχαν ξεσηκώσει πολλούς από τους πιο ενεργούς οπαδούς και θα είχαν ήδη στραφεί εναντίον του Μπέου. Και είχε δίκιο αυτός που είπε ότι αν δεν ήταν ο Ρέμος, αλλά ο Σπανουδάκης που θα έφερνε έναν Μπέο, τότε θα τον είχαν κυνηγήσει ακόμα κι αν έκανε πιο εντυπωσιακές μεταγραφές.
Ωστόσο, ως επιλογή του Αντώνη Ρέμου, θα πρέπει από τη μία να γίνει σεβαστή και από την άλλη να κερδίζει ο ίδιος όσους πόντους χρειάζεται για να τον αποδεχθούν και να τον παραδεχθούν οι «εχθροί» του. Οπως επίσης θα γνωρίζει ίσως καλύτερα από εμάς ότι δεν θα κριθεί με βάση όσα καλά ή στραβά είχε κάνει μέχρι που ανέλαβε δράση στον Ηρακλή, αλλά με βάση τα όσα θα καταφέρει από τα μέσα Ιουλίου και στο εξής…
Κάτι ακόμη: επειδή προκάλεσε εντύπωση η επιμονή στην υπόθεση του Οξύζογλου, καταρχήν δεν είναι 24 ετών, αλλά 21. Επομένως, δεν αποτελεί ούτε καμένο χαρτί ούτε ποδοσφαιριστή που έχει κλείσει τον κύκλο του και γίνεται εμπόδιο στην ανάδειξη των νεότερων της ομάδας. Ανήκει κι αυτός στην ίδια συνομοταξία των μικρών. Κι αν είναι καλός, όπως είπε ο Μπέος, συμπληρώνοντας ότι πρόκειται για γυρολόγο, ας τον κρατήσουν. Αν δεν είναι, είναι προτιμότερο να πούνε ότι δεν χωρά στην ομάδα. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο.
Τελικά, μήπως ήταν καλύτερα να μην πει τίποτε απολύτως ο κ. Μπέος; Ηταν προτιμότερο να κυλήσει ο χρόνος, να ξεχάσουμε -και εμείς και ο ίδιος- ό,τι τον ενόχλησε. Να ξεχάσουμε τα «πανέρια» και τον «πρωταγωνιστικό ρόλο» του Βλάχου, τον Οξύζογλου και τον μισθό Ιουλίου και ό,τι άλλο ευτελές μπροστά στην προσπάθεια για αναγέννηση μιας ομάδας που έφτασε στο χείλος του γκρεμού.