Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι ΗΠΑ είναι «η Μέκκα» του μπάσκετ. Δεν μιλάμε μόνο για το αγωνιστικό μέρος, αλλά πολύ περισσότερο για έξω από τις τέσσερις γραμμές του παρκέ: για την οργάνωση και το concept του προϊόντος. Σε αυτό το πλαίσιο ανήκει και το ντραφτ. Η επιλογή, δηλαδή, των νέων παικτών που θα μπουν στο ΝΒΑ, είτε μιλάμε για απόφοιτους κολεγίου, είτε για γυμνασιόπαιδα, είτε για Ευρωπαίους και γενικώς μη Αμερικανούς. Είναι μία διαδικασία πολύ σωστή, που επιτρέπει στο ΝΒΑ να έχει μία ισορροπία ανάμεσα στις ομάδες και έχει ως αποτέλεσμα να μη βλέπουμε κάθε χρόνο τους ίδιους και τους ίδιους να διεκδικούν το πρωτάθλημα.
Μόνο που το ντραφτ περιέχει και ένα πολύ μεγάλο μέρος παραπλάνησης: «Τι παικταράς είναι αυτός; Πώς όχι άλλωστε, μια και επελέγη στο Νο 17», είναι μία φράση, που πολύ συχνά χρησιμοποιούμε όλοι μας σχεδόν. Ελάτε, όμως, που οι αριθμοί λένε πολλές φορές ψέματα: παίκτες, δηλαδή, που επελέγησαν ψηλά στο ντραφτ και στην πορεία στραπατσαρίστηκαν και παίκτες επίσης που πέρασαν απαρατήρητοι στη διαδικασία επιλογής και στη συνέχεια στο ΝΒΑ έκαναν και κάνουν πράματα και θάματα.
Το ντραφτ του 1984 είναι το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στο Νο 2, οι Μπλέιζερς προτίμησαν τον σέντερ Σαμ Μπούι και άφησαν στο Νο 3 τους Μπουλς να επιλέξουν τον Μάικλ Τζόρνταν. Τη συνέχεια μάλλον δεν χρειάζεται να την αναφέρουμε…
Θέλοντας να δείξουμε το πλασματικό του πράγματος, αναφέρουμε ορισμένα πρόσφατα παραδείγματα που πραγματικά εντυπωσιάζουν. Εχουμε και λέμε:
1) Το 2000 οι Μπακς πήραν στο Νο 43 (δεύτερο γύρο δηλαδή) τον Μάικλ Ρεντ, από τους μεγαλύτερους σκόρερ του ΝΒΑ σήμερα. Πάνω από αυτόν διάφορες ομάδες επέλεξαν παίκτες που γυρνάνε από δω και από εκεί. Ερικ Μπάρκλεϊ (για λίγο σε Περιστέρι, Ολύμπια), Μαμαντού Ν'Ντιαγέ (του Πανελληνίου), Τζερόμ Μουαζό και Μάρκους Φάιζερ είναι κάποιοι από τους παίκτες, που είδαν το όνομά τους πολύ ψηλότερα στο ντραφτ από τον σούπερ Ρεντ.
2) Το 2001 οι Σαν Αντόνιο Σπερς επέλεξαν στο Νο 28 τον Γάλλο Τόνι Πάρκερ, που πλέον έχει βαρεθεί να παίρνει πρωταθλήματα. Πάνω από αυτόν στο ντραφτ υπήρξαν παίκτες που είναι κοντά στο να το «κόψουν», αν δεν το έχουν κάνει ήδη. Μιλάμε για τον Μπράντον Αρμστρονγκ (Νο 23), τον Τζέριλ Σάσερ (Νο 22) και τον Κιρκ Χάστον (Νο 16).
3) Ο Κάρλος Μπούζερ είναι σήμερα από τους πιο αξιόπιστους πάουερ φόργουορντ του ΝΒΑ. Το 2002, όμως, επελέγη στον δεύτερο γύρο του ντραφτ και δη στο Νο 35, μία μόλις θέση πιο πάνω από τον Μίλος Βούγιανιτς. Ποιοι τον ξεπέρασαν στη διαδικασία; Ο Γίρι Βελς, νυν της Μάλαγα, ο επίσης της Μάλαγα Μάρκους Χέισλιπ και ο Γεωργιανός Νικολόζ Τσκιτισβίλι, που μάλιστα επιλέχθηκε στο Νο 5! Μιλάμε για τον Τσκιτισβίλι, που ακόμα δεν έχει βρει τον επόμενο σταθμό της καριέρας του (στην Ευρώπη εννοείται) και ο οποίος στο ντραφτ ξεπέρασε ακόμα και τον Αμάρε Στουνταμάιρ (Νο 9).
4) Το 2003, ο Γεωργιανός Πατσούλια, με 12 πόντους μέσον όρο την περσινή χρονιά στους Χοκς, είδε το όνομά του στο Νο 42. Μπροστά του βρέθηκαν παίκτες που δεν είδαν προκοπή στο ΝΒΑ, όπως ο Σέρβος Τσαμπαρκάπα, ο Τρόι Μπελ, που κάποια στιγμή έγινε και επαγγελματίας μποξέρ, ο Πολωνός Ματσέι Λάμπε και πάει λέγοντας.
Αυτά είναι μερικά παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι τα νούμερα στο ντραφτ δεν λένε πάντα την αλήθεια. Αν ψάξουμε θα βρούμε και άλλα πολλά. Το θέμα είναι να μην πέφτουμε «θύματα» όταν έχουμε να κάνουμε με την εν λόγω διαδικασία. Αλλωστε, ουκ εν τω πολλώ το ευ. Ετσι δεν είναι;