Δεν περιμέναμε να αντικρίσουμε την Εθνική μας ομάδα μπάσκετ σε έναν αγώνα επίδειξης από τον οποίο έλειπε η σοβαρότητα και υπήρχαν πολλά στοιχεία από παράσταση των Χάρλεμ Γκλομποτρότερς για να αντιληφθούμε την αξία των παικτών της. Δεν ήταν άλλωστε δείγμα γραφής της υπερμεγέθους ικανότητας, του αυθεντικού ταλέντου και της βαθιάς γνώσης που διαθέτουν τα παιδιά της Εθνικής μας ομάδας. Δεν περιμέναμε λοιπόν να τους δούμε να αγωνίζονται σχεδόν όλοι τους μαυρισμένοι από τα -πρόσφατα και λίγα- μπάνια του λαού και με διάθεση να αποδώσουν με χαλαρό ρυθμό στο παρκέ, εν μέσω υψηλών θερμοκρασιών και έπειτα από μία γεμάτη περίοδο, για να νιώσουμε την ικανοποίηση ότι διαθέτουμε τόσο πολλούς αστέρες του παγκόσμιου μπάσκετ.
Παίκτες που δικαίως απολαμβάνουν την αποδοχή του παγκόσμιου μπάσκετ και κοστίζουν τόσα πολλά εκατομμύρια ευρώ, έτρεχαν πάνω κάτω για να γιορτάσουν έναν καινούργιο θεσμό και μαζί να θυμηθούν την πρώτη μεγάλη επιτυχία του ελληνικού αθλητισμού σε επίπεδο Εθνικών ομάδων, όπως ήταν η κατάκτηση του Ευρωπαϊκού το 1987. Και βλέποντάς τους αισθάνεσαι ότι έχεις να κάνεις με τους καλύτερους.
Νιώθεις τη σιγουριά ότι μπορούν να διατηρηθούν στο ίδιο υψηλό επίπεδο για αρκετό καιρό ακόμη, δικαιώνοντας τις προσδοκίες μιας γενιάς που ακολουθεί την Εθνική μας και ουσιαστικά αναπαράγει πολιτισμό και αθλητισμό υπό πολύ διαφορετικές συνθήκες από ό,τι γνωρίζαμε παλιότερα, όταν υπήρχαν μόνον ο Γκάλης, μόνον ο Γιαννάκης και οι υπόλοιποι βρίσκονταν σε μακρινή απόσταση. Δεν ήταν όλοι τους υπερ-ήρωες. Ηταν καλοί, αλλά δεν ήταν μεγάλα ινδάλματα. Ηταν πολύ καλοί, αλλά δεν είχαν την ίδια λάμψη με τους υπερ-παίκτες σαν τον θρύλο Νικ και σαν τον «δράκο», που εξακολουθεί να γράφει ιστορία στο παγκόσμιο μπάσκετ ως εμβληματική προσωπικότητα προερχόμενη από τον ελληνικό χώρο.
Πολλά έχουν αλλάξει. Υστερα από μεγάλη περίοδο αναζήτησης για την ταυτότητα του ελληνικού μπάσκετ, που περιήλθε σε γενικότερη αμφισβήτηση, τουλάχιστον σε επίπεδο Ανδρών, μέχρι που φάνηκαν τα αποτελέσματα αξιόλογης δουλειάς με ικανούς παίκτες, στο τελευταίο Ευρωπαϊκό, στο περσινό Παγκόσμιο, για να εμπεδώσουμε οριστικά πλέον ότι είμαστε τόσο… ωραίοι ως Ελληνες και είμαστε υποχρεωμένοι να το αποδεικνύουμε συνεχώς, σε κάθε μεγάλη διοργάνωση.
Από πού να ξεκινήσει κανείς και πού να καταλήξει μέσα από μία καταγραφή ονομάτων που συνθέτουν το ρόστερ της Εθνικής Ελλάδας και που περιέχει τους πιο ακριβοπληρωμένους παίκτες εκτός ΝΒΑ. Πρόσφατα, το ηγεμονικό συμβόλαιο που συζητήθηκε για τον Θοδωρή Παπαλουκά από τους Λέικερς, φτάνοντας τα 30 εκατομμύρια δολάρια για πενταετή συνεργασία, οι αποδοχές του Λάζαρου Παπαδόπουλου, που εφόσον κλείσει στη Ρεάλ θα ξεπεράσουν τα δύο εκατομμύρια ευρώ, τα συμβόλαια του Διαμαντίδη, του Φώτση, του Ζήση και του Κακιούζη καταδεικνύουν την αξία ενός συνόλου που απολαμβάνει της αποδοχής στο υψηλότερο επίπεδο του μπάσκετ. Ναι, είναι τα χρήματα και το συμβόλαιο του κάθε παίκτη που αποτελούν το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα των ικανοτήτων του.
Εχουν περάσει οι εποχές που υπερεκτιμούσαμε το ταλέντο και που παίκτες της σειράς είχαν υπογράψει υπέρογκα συμβόλαια χωρίς να έχουν τις δυνάμεις να τα αποσβέσουν για την ομάδα τους. Οι αξίες δεν υπερτιμολογούνται τουλάχιστον στην περίπτωση των διεθνών μας παικτών. Ανταποκρίνονται στις πολύτιμες υπηρεσίες που μπορούν να προσφέρουν και που δεν περιορίζονται στο «πόσους πόντους θα σημειώσουν», όπως γινόταν κάποτε.
Εκείνο που ενδιαφέρει από τη στιγμή που άλλαξαν κατά πολύ τα μπασκετικά δεδομένα είναι το «πόσο χρήσιμοι θα φανούν στις πιο κρίσιμες στιγμές» και το «παίρνω την ευθύνη για το τελευταίο σουτ που θα αναδείξει τον νικητή και το πετυχαίνω».