Η υπόθεση Αρσεναλ/Ανρί/Μπαρτσελόνα είναι, πέρα απ' οτιδήποτε άλλο, έξοχη ελεγεία εργατικού ήθους και αγάπης. Για κάποιους λόγους υποτίθεται πως το εργατικό ήθος είναι αρετή που ανήκει κατ' αποκλειστικότητα στους ταπεινούς του Θεού. Στους σταχανοβίτες. Οχι στο ποδόσφαιρο. Στο ποδόσφαιρο, φορείς της αρετής μπορεί να είναι και οι μέγκα-σταρ. Το δείχνει κι ο Ντέιβιντ Μπέκαμ...
Ο γάμος Μπαρτσελόνα/Ανρί ήταν μοιραίο, αργά ή γρήγορα, να συμβεί. Από την εποχή του προέδρου Γκασπάρτ ακόμη, στη μετα-Νούνιεθ εποχή, όταν ο μικρός Τιτί στη Μονακό δεν είχε καν ξεπεταχτεί ως «ενδεχόμενος αστέρας» παγκόσμιας ακτινοβολίας. Ο διάδοχος του Νούνιεθ είχε ταξιδέψει, ο ίδιος, τότε στην Κυανή Ακτή, συνέφαγε στη Νίκαια με τον Ανρί και τους γονείς του, συμφώνησαν. Επειτα, οι τεχνικοί της Μπάρτσα απέρριψαν την αγορά...
Συνηθισμένη ιστορία. Εκείνο που δεν είναι συνηθισμένο είναι ο τρόπος που ο Ανρί πέρυσι αρνήθηκε το φλερτ της Μπαρτσελόνα. Εκείνο που επίσης δεν είναι συνηθισμένο, είναι ο τρόπος που ο Ανρί φέτος ενέδωσε στο επίμονο φλερτ. Το περσινό όχι ήταν λόγος να κερδίσει ο Ανρί, πράγμα τόσο σπάνιο, τη δημόσια εκδήλωση θαυμασμού τού, εισπράξαντος την άρνηση, Λαπόρτα. Το φετινό ναι εξασφαλίζει στον Ανρί τη θέση στην αιωνιότητα της Αρσεναλ.
Θέση, μπροστά απ' οποιονδήποτε άλλον στα 121 χρόνια της ιστορίας του κλαμπ. Τον πήραν για οκτώ εκατομμύρια (λίρες), τους έπαιξε οκτώ χρόνια, τους έδωσε τα πάντα, 226 γκολ μεταξύ άλλων, τον έδωσαν... για τα διπλάσια (16 εκατομμύρια). Εφυγε, πρωταγωνιστής σε σπάνια (και απολύτως ειλικρινή) συναισθηματική εξομολόγηση. Τους κοίταξε στα μάτια, δάκρυσε, τους αποχαιρέτησε, πέρασε τη μεγάλη πόρτα. Η πόρτα πίσω μένει πάντοτε, γι' αυτόν, ανοικτή.
Η εξίσωση είναι μοναδική. Την έκανε να επιτευχθεί, εννοείται, ο Αρσέν Βενγκέρ. Ισως ο μόνος «οποιοσδήποτε άλλος» που θα μπορούσε να είναι, προ του Ανρί, στην είσοδο του Hall of Fame της Αρσεναλ. Λίγα πράγματα, ωστόσο, στο σημερινό περιβάλλον, αντέχουν να κρατάνε για πάντα. Ελάχιστα. Και, γι' αυτό, είναι δακτυλοδεικτούμενα, π.χ. η ισόβια σχέση Μαλντίνι/Μίλαν.
Στην ταχύτητα των ρυθμών της σύγχρονης εποχής, η οκταετία (του Ανρί στην Αρσεναλ) ισούται με κανονικό κύκλο ζωής. Ολόκληρης ζωής. Ανοιξε, ξετυλίχθηκε, κορυφώθηκε, συρρικνώθηκε, έκλεισε. Οταν κλείνει ο κύκλος, ο χωρισμός είναι το αμοιβαίο συμφέρον. Ο Ανρί, στον ορίζοντά του μετά τα 30, χρειαζόταν απεγνωσμένα την καινούργια πρόκληση που θα τον αναζωογονήσει. Θα τον βγάλει απ' την comfort zone του Βόρειου Λονδίνου.
Και η Αρσεναλ χρειαζόταν την ευκαιρία να απεξαρτηθεί, τόσο δραματικά εξαρτημένη που είχε φτάσει να είναι, απ' τον Ανρί. Ο Ανρί είναι αρχιερέας της ποδοσφαιρικής αισθητικής. Αλλά ο Ανρί στην Αρσεναλ δεν θα ξαναγινόταν ποτέ ο Ανρί, π.χ., της ανεπανάληπτης περιόδου 2003-04. Τότε που η εξάρτηση άξιζε, τουλάχιστον, τον κόπο! Η Αρσεναλ έχει, πλέον, τη δυνατότητα να αντικρίσει κατάματα τη ζωή μετά τον Ανρί.
Δεν είναι όσο... δραματικό ακούγεται. Δεν είναι καν απαραίτητο, για τη ζωή μετά, οπωσδήποτε να αγοράσουν (δεν διαθέτουν, άλλωστε, το κονδύλι) την ιδιοφυΐα. Αρκεί, για να επανέλθουν στον ανταγωνισμό, να αγοράσουν τον ντιρέκτο στράικερ που θα τους βάζει, «εγγυημένα», τα 20 γκολ τον χρόνο. Ας είναι τόσα, κι ας μη είναι τόσο όμορφα όσο του Τιτί. Το ίδιο, στο τέλος, θα μετράνε.
Οσο για τη ζωή της Μπάρτσα, με τον Ανρί ανάμεσα στα τόσα (άλλα) υπερεγώ υπό τον «καλό άνθρωπο» Ράικαρντ, αυτό είναι θέμα για να το αξιολογήσουμε... σ' ένα χρόνο από σήμερα.