Πριν από ένα χρόνο, όταν ο Ολυμπιακός συμφωνούσε με τη Μονακό για την παραχώρηση του Γιάγια Τουρέ έναντι ποσού περίπου 4 εκατ. ευρώ, το deal χαρακτηριζόταν από ικανοποιητικό έως και πολύ καλό για την ελληνική ομάδα. Χθες, στο άκουσμα της είδησης ότι η Μπαρτσελόνα πλήρωσε περί τα 12 εκατ. ευρώ για να κάνει δικό της τον Γιάγια, ήταν πολλοί οι Ελληνες που σκέφτηκαν ότι πέρυσι ο Ολυμπιακός πιάστηκε κορόιδο και πούλησε φτηνά.

Το ίδιο θα σκεφτούμε οι Ελληνες αν σε λίγες μέρες ακούσουμε ότι η Μπενφίκα εισέπραξε 5-6 εκατ. ευρώ από την πώληση του Κώστα Κατσουράνη, τον οποίο αγόρασε πέρυσι έναντι 2,3 εκατ. ευρώ από την ΑΕΚ.

Αν παρακολουθήσει κανείς τα παιχνίδια του Τουρέ με τη φανέλα της Μονακό και του Κατσουράνη με τη φανέλα της Μπενφίκα, θα διαπιστώσει ότι οι δύο παίκτες δεν έκαναν στο γαλλικό και το πορτογαλικό πρωτάθλημα περισσότερα από όσα έκαναν στο ελληνικό. Ο Τουρέ έβαλε 5 γκολ σε 27 παιχνίδια πρωταθλήματος, δηλαδή 2 γκολ περισσότερα από όσα είχε βάλει σε 20 παιχνίδια με τον Ολυμπιακό. Ο Κατσουράνης έβαλε 6 γκολ σε 29 ματς, δηλαδή έκανε εκτελεστικά ό,τι ακριβώς είχε κάνει την προηγούμενη σεζόν με την ΑΕΚ και λιγότερα (10 γκολ σε 28 παιχνίδια) από όσα είχε πετύχει στη σεζόν '04-'05 με την «Ενωση». Εκαναν τα ίδια πράγματα, τα έκαναν όμως σε πρωταθλήματα μεγαλύτερης ταχύτητας, υψηλότερου επιπέδου, τα οποία η ευρωπαϊκή αγορά υπολήπτεται ασύγκριτα περισσότερο από όσο το ελληνικό.

Ενας Ευρωπαίος ατζέντης, που στο πελατολόγιό του έχει αρκετούς Αγγλους, Ολλανδούς και Γάλλους διεθνείς ποδοσφαιριστές, διηγήθηκε πριν από μερικές μέρες σε έναν Ελληνα διεθνή ορισμένες από τις δυσκολίες που συνάντησε στο διάστημα που είχε αναλάβει την εκπροσώπηση ενός αλλοδαπού ποδοσφαιριστή που αγωνιζόταν στο ελληνικό πρωτάθλημα. Χάρη στις διασυνδέσεις του κατάφερνε να φέρει στην Ελλάδα σημαντικούς σκάουτερ, οι οποίοι εργάζονται για λογαριασμό ορισμένων εκ των top clubs της Αγγλίας και της Ισπανίας. Ορισμένες από τις εκθέσεις ήταν πολύ ενθουσιώδεις. Πάνω από την υπογραφή του σκάουτερ, όμως, έμπαινε διαρκώς η... απαραίτητη υποσημείωση: «Ολα αυτά τα κάνει σε ένα αργό πρωτάθλημα πολύ χαμηλής ποιότητας, όπου το επίπεδο ανταγωνισμού δεν συγκρίνεται καν με αυτό των reserve teams στην Αγγλία».

Τον Ιούνιο του 2006, όταν του έδινε το στυλό για να υπογράψει, ο Ζοσέ Βέιγκα, γενικός διευθυντής της Μπενφίκα και ένας εκ των κορυφαίων Πορτογάλων ατζέντηδων, εξηγούσε στον Κατσουράνη για ποιο λόγο δεν μπορούσε να του προσφέρει περισσότερα χρήματα: «Εχουμε πάρει ένα μεγάλο ρίσκο. Πληρώνουμε για να αγοράσουμε Ελληνα ποδοσφαιριστή. Και ο Καραγκούνης είναι Ελληνας, αλλά προηγουμένως ήταν στην Ιντερ, όχι στην Ελλάδα...». Ο Βέιγκα εξηγούσε στον Κατσουράνη πόσο καχύποπτη θα ήταν η πορτογαλική ποδοσφαιρική κοινωνία απέναντί του δίχως να ξεχνά ότι ο Ελληνας μέσος έφερε τον τίτλο του πρωταθλητή Ευρώπης. Ενα χρόνο μετά ο Κατσουράνης αναδείχθηκε από Τύπο και κόσμο ως ένας από τους παίκτες-αποκάλυψη της σεζόν στην Πορτογαλία. Διότι προφανώς η πορτογαλική ποδοσφαιρική κοινωνία, που έχει δει παίκτες επιπέδου Φίγκο, Ρουί Κόστα, Ντέκο, Σιμάο, Ρονάλντο και έχει συνηθίσει να βλέπει παίκτες επιπέδου Νανί, Αντερσον, που ξεπετάγονται στο πορτογαλικό πρωτάθλημα και μεταγράφονται στα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κλαμπ, δεν μπορούσε εύκολα να πιστέψει ότι ένας Ελληνας που είχε μείνει στην Ελλάδα μέχρι τα 26 μπορεί να ήταν επιπέδου Μπενφίκα.
«Τα μισά από όσα έκανε στην ΑΕΚ να κάνει στην Πορτογαλία, θα κάνει μεταγραφή», μου έλεγε πριν από έναν χρόνο ο Σάντος. Δεν πέρασαν ούτε έξι μήνες για να δικαιωθεί, αφού τον περασμένο Ιανουάριο η Μπενφίκα είπε «όχι» σε επίσημες προσφορές που έφτασαν στα γραφεία της. Η απάντηση του πολύπειρου Πορτογάλου στο «γιατί»; «Παίρνει κανείς στην Ευρώπη στα σοβαρά το ελληνικό πρωτάθλημα; Το έχεις πετύχει ποτέ στην τηλεόραση όταν ταξιδεύεις στην Ευρώπη;». Ποτέ...
Τον καιρό που ο Σάντος, ο Αλβες, ο Φερνάντες, ο Ασουνσάο και ορισμένα ακόμα οικεία στους Πορτογάλους ποδοσφαιρικά πρόσωπα βρίσκονταν στην Ελλάδα, ένας τηλεοπτικός σταθμός μπήκε στη διαδικασία σκέψης σχετικά με το αν θα άξιζε τον κόπο να αγοράσει το δικαίωμα μετάδοσης ορισμένων αγώνων του ελληνικού πρωταθλήματος. Το αποτέλεσμα της έρευνας αγοράς που πραγματοποίησε ανάμεσα στους συνδρομητές του ήταν κάτι περισσότερο από ντροπιαστικό για το δικό μας πρωτάθλημα και αποτρεπτικό για το επιχειρηματικό συμφέρον του καναλιού.

Οι ελληνικές ομάδες μαθαίνουν να ζουν με αυτό το πρόβλημα. Διότι δεν το συναντούν μόνο όταν δέχονται προτάσεις για πώληση παίκτη, αλλά και όποτε πηγαίνουν να κάνουν αγορά ενός φιλόδοξου αλλοδαπού ποδοσφαιριστή. Πριν από μερικούς μήνες ο Γκουστάβο Μαντούκα εκμυστηρευόταν σε συμπαίκτες του στην ΑΕΚ τη φρίκη που είχε φάει το περασμένο καλοκαίρι, όταν η Μπενφίκα τον ενημέρωνε για την επιθυμία της να τον στείλει δανεικό σε μία ελληνική ομάδα. Ενα 26χρονο -τότε- παιδί από τη Βραζιλία, το οποίο δεν ήταν καθόλου κακομαθημένο, αφού είχε παιδευτεί σε Φινλανδία και Β' Πορτογαλίας προτού καταφέρει να φτάσει με μεταγραφή στην Μπενφίκα, απογοητεύτηκε στη σκέψη ότι θα ήταν υποχρεωμένο να μεταναστεύσει σε ένα πρωτάθλημα του οποίου την ύπαρξη αγνοούσε. Η πρώτη του εντύπωση ήταν ότι ερχόταν σε ένα ποδοσφαιρικό νεκροταφείο. Αυτή ήταν η εντύπωση που είχε ένας μη διεθνής και όχι πλούσιος ποδοσφαιριστής που μάθαινε ότι πηγαίνει με καλύτερα γι' αυτόν λεφτά σε μια ομάδα που διεκδικεί τίτλους και ετοιμάζεται να παίξει στο Τσάμπιονς Λιγκ. Φανταστείτε τώρα πώς υποδέχονται τις ελληνικές κρούσεις οι «φιρμάτοι» ξένοι, αυτοί που παίζουν σε ομάδες «πρωτοδεύτερης» ταχύτητας στα προηγμένα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και καλούνται στις εθνικές ομάδες. Φανταστείτε πώς υποδέχονται ελληνικές προτάσεις για συνιδιοκτησία οι διοικήσεις ομάδων της Νότιας Αμερικής, αυτές που ποντάρουν πολύ στο ποσοστό μεταπώλησης που κρατούν όταν παραχωρούν έναν 20χρονο ποδοσφαιριστή.

Οι διοικήσεις των ελληνικών ομάδων έχουν μάθει να ζουν με το πρόβλημα. Το ότι οι περισσότερες δεν κάνουν πολλά για να το λύσουν είναι μια άλλη ιστορία. Καιρός είναι πάντως να μάθουν να ζουν με αυτό το πρόβλημα και όσοι έχουν την απαίτηση από τις ομάδες τους να φέρνουν στην Ελλάδα παίκτες που θα μπορούσαν να βρίσκονται στην 11άδα κανονικών, δηλαδή μεγάλων, ευρωπαϊκών συλλόγων. Αυτοί θα έρθουν μόνο αν οι ελληνικές προτάσεις φτάσουν στο οικονομικό επίπεδο αυτών που κάνουν ομάδες από τη Ρωσία, το Κατάρ και των υπόλοιπων πλούσιων ποδοσφαιρικών νεκροταφείων.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube