Το τελευταίο δεκάλεπτο του πέμπτου τελικού του μπάσκετ ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟ δεν το είδα. Επεσα θύμα των προγραμματισμένων διακοπών ρεύματος της ΔΕΗ, που γίνονται για να μπορέσει το σύστημα να τα βγάλει πέρα. Η ΔΕΗ με περισσή άνεση έχει γράψει τους καταναλωτές στα παλιά της τα παπούτσια. «Αυξημένη κατανάλωση» είναι η δικαιολογία για τις διακοπές. Και αν ήταν το δίκτυο να σωθεί από τη δική μου «σκοτεινή ώρα» σε μία περίοδο κρίσης, να το υποστώ.
Η περίοδος κρίσης, όμως, επαναλαμβάνεται κάθε καλοκαίρι και η ΔΕΗ -μονοπώλιο που δεν δίνει πουθενά λογαριασμό- κάνει τη διακοπή απροειδοποίητα για να «ρυθμίσει» τις ανάγκες του δικτύου, που μετά την έκρηξη του λέβητα στην Πτολεμαΐδα ή τον λόξιγκα του μετασχηματιστή στη Μεγαλόπολη ή ακόμα για κάποιες «τυχαίες» βλάβες σε κάποιους σταθμούς διανομής έχει χάσει την ισορροπία του. Βέβαια, σκέπτομαι σαν κλασικός ηλίθιος, αν η ΔΕΗ -δηλαδή το κράτος που κάνει κουμάντο- είχε εκμεταλλευτεί τα υπερκέρδη της για να επενδύσει σε καλύτερες εγκαταστάσεις, καλύτερο δίκτυο διανομής, σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε μία διαφημιστική εκστρατεία που θα καταπολεμούσε τον ενεργειακό αναλφαβητισμό των Ελλήνων, τότε τα πράγματα θα ήταν καλύτερα.
Ομως, η ΔΕΗ που θέλει να παρουσιάζει κέρδη στους μετόχους της και να καλύψει τις ζημιές της εμπλοκής της στην τηλεφωνία θα κάνει μία αύξηση στην τιμή της κιλοβατώρας -με την άδεια της κυβέρνησης- και καθάρισε. Ποιος θα διαμαρτυρηθεί; Και τι μπορεί να κάνει; Εδώ ο διευθυντής της επιχείρησης αποφάσισε μία αύξηση 100 χιλιάδων ευρώ, ετησίως, στον μισθό του συν άλλη μια κατοστάρα μπόνους, επειδή προφανώς είναι μάγκας και η κυβέρνηση σφύριζε αδιάφορα. Πέρυσι, γύρω στα τέλη Απριλίου μία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σημείωνε ότι, παρά το γεγονός ότι η φύση μάς έχει πλουτίσει με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κάθε Ελληνας καταναλώνει κατά 70% περισσότερο πετρέλαιο από τον μέσο Ευρωπαίο.
«Κι όμως», σημειώνει η έκθεση, «η Ελλάδα είναι μια χώρα με σχετικά ήπιες ενεργειακές ανάγκες. Χωρίς βαριά βιομηχανία, με το 40% της ενεργειακής κατανάλωσης να αντιστοιχεί στις μεταφορές, το 34,4% στα νοικοκυριά, το εμπόριο, τους τομείς υπηρεσιών και της γεωργίας και μόνο το 25,6% να αντιστοιχεί στη βιομηχανία». Το πώς μπορεί ο υπόλοιπος κόσμος να αντιμετωπίζει το ζήτημα δεν φαίνεται να μας απασχολεί ιδιαίτερα. Και για ποιο λόγο άλλωστε να μας απασχολήσει, αφού σιγά σιγά μεταβαλλόμαστε σε μία χώρα που ξέρει -και εκπαιδεύεται- μόνο να καταναλώνει και να μην παράγει τίποτε.
Το 2004 είναι χαρακτηριστικό ότι καταναλώσαμε ηλεκτρισμό που αντιστοιχεί σε 48,8 δισ. κιλοβατώρες. Περίπου 4 δισ. κιλοβατώρες από αυτό το ποσόν, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα μπορούσε να εξοικονομηθεί με δύο πολύ απλές κινήσεις. Αν γινόταν ανακύκλωση και αν όλοι έκλειναν τις συσκευές της τηλεόρασής τους από τον διακόπτη και όχι από το τηλεκοντρόλ. Σύμφωνα μάλιστα με το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αν αυτά τα δύο μέτρα τα εφάρμοζε στους χώρους ευθύνης του ο πιο σπάταλος ενεργειακά τομέας στην Ελλάδα -το Δημόσιο-, η χώρα θα εξοικονομούσε περίπου 140.000 τόνους πετρελαίου τον χρόνο, δηλαδή περίπου το 22% της κατανάλωσης ενέργειας που αντιστοιχεί στις δημόσιες υπηρεσίες! Εμείς, όμως, συνεχίζουμε να επιδεικνύουμε μια συμπεριφορά παρόμοια με εκείνης του άφρονα πλούσιου της ευαγγελικής παραβολής. Συνεχίζουμε να φτιάχνουμε ενεργειοβόρα κτίρια, να οδηγούμε ενεργειοβόρα αυτοκίνητα, να αγνοούμε την ανακύκλωση και την εξοικονόμηση ενέργειας.
Αν, λέω αν, είχαμε επενδύσει στα φωτοβολταϊκά συστήματα που μετατρέπουν την ηλιακή ενέργεια σε ηλεκτρισμό, με τόσο ήλιο που έχουμε -διάολε- κάτι θα κάναμε. Ο σχεδιασμός, η οργάνωση και η προετοιμασία για το μέλλον δεν είναι χαρακτηριστικό ούτε αυτής ούτε της προηγούμενης κυβέρνησης. Θλιβεροί πολιτικοί, αποτυχημένοι και ως διαχειριστές, για το μόνο που ενδιαφέρονται είναι το πώς θα ικανοποιήσουν τα διαπλεκόμενα ή τη μεγαλομανία τους. Αλλωστε, στα δικά τους σπίτια το ρεύμα δεν κόβεται ποτέ.
Κάθε αλλαγή ενός μοντέλου οργάνωσης και διοίκησης έχει ένα κόστος. Κόστος που μπορεί να καλυφθεί από την αποτελεσματική λειτουργία του νέου σχήματος που αντικαθιστά το παλιό ή που μπορεί να γίνει δυσβάσταχτο, αν η αλλαγή δεν έχει μελετηθεί και δεν έχει προετοιμαστεί σωστά. Στον Ολυμπιακό ανακοινώθηκε πριν από μία περίπου εβδομάδα η αλλαγή στο μοντέλο διοίκησης, που προβλέπει νέα πρόσωπα με νέες αρμοδιότητες και περιθωριοποίηση κάποιων παλιότερων. Μία απορία που μπορεί να δημιουργηθεί σε κάποιους φίλους της ομάδας αφορά τον μεταγραφικό σχεδιασμό που είχε γίνει πριν από τη διοικητική αλλαγή και τις μεταγραφικές κινήσεις που ακολουθούν, οι οποίες δείχνουν να είναι σε τελείως διαφορετική κατεύθυνση από τον αρχικό σχεδιασμό.
Το ερώτημα δεν είναι αν αυτές οι κινήσεις είναι καλύτερες από εκείνες που είχαν σχεδιαστεί -πράγμα που θα φανεί στο μέλλον-, αλλά αν έχει μετρηθεί το κόστος τους και, τέλος πάντων, σε ποιο σχεδιασμό ή αυτοσχεδιασμό εντάσσονται;
Εργασιακή σταθερότητα; Ξεχάστε τη...
Πριν από λίγο καιρό είχα γράψει για το βιβλίο του Τόμας Φρίντμαν «Ο κόσμος είναι επίπεδος». Ενα βιβλίο που εξυμνούσε την παγκοσμιοποίηση, υποστηρίζοντας ότι αυτή είναι που έχει δημιουργήσει έναν κόσμο ευκαιριών και κερδών για κράτη και ιδιώτες, που απλώς περιμένουν τους υποψιασμένους να τα ανακαλύψουν. Οι αναφορές στις αρνητικές πλευρές της παγκοσμιοποίησης ήταν ελάχιστες και αποδίδονταν στην αδυναμία των κρατών και των ανθρώπων να κατανοήσουν το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης. Προχθές, όμως, σε μία έκθεσή του ο ΟΟΣΑ με τίτλο «Οι προοπτικές για την απασχόληση» ασχολείται με «τη σκοτεινή πλευρά της παγκοσμιοποίησης», διαπιστώνοντας ότι εξαιτίας της οι εργαζόμενοι στον αναπτυγμένο κόσμο έχουν όλο και μικρότερο μερίδιο στον πλούτο και διευρύνεται παράλληλα το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Η έκθεση παρουσιάζει μια ζοφερή εικόνα, αφού αποκαλύπτει ότι το μερίδιο των μισθών στο εθνικό εισόδημα στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ μειώθηκε τα τελευταία 30 χρόνια. Οι μισθοί στην Ιαπωνία μειώθηκαν κατά 25% ως προς το μερίδιό τους στο ΑΕΠ, στην Ε.Ε. κατά 13% και στις ΗΠΑ κατά 7%. Με δυο λόγια, οι εργαζόμενοι στις πλουσιότερες χώρες του κόσμου γίνονται όλο και πιο φτωχοί σε σχέση με τον πλούτο που παράγουν, εξαιτίας του άφθονου διαθέσιμου φθηνού εργατικού δυναμικού από τις αναπτυσσόμενες χώρες. Χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Βραζιλία και η Ρωσία καταλαμβάνουν το 45% στον διεθνή καταμερισμό εργασίας σήμερα, σε σχέση με 19% που αντιπροσωπεύουν οι 30 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, στις οποίες περιλαμβάνονται οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης.
Ενα από τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης αφορά τις διαφορές μεταξύ των εισοδημάτων όπου σημειώνεται ότι το χάσμα μεταξύ των υψηλών εισοδημάτων και αυτών στην κατώτατη βαθμίδα έχει διευρυνθεί και ότι τα συναισθήματα όσον αφορά την εργασιακή ανασφάλεια έχουν γίνει πολύ πιο έντονα, γεγονός που κατά τον ΟΟΣΑ εξηγεί τουλάχιστον εν μέρει τη χαμηλή ανάπτυξη των μισθών. Η έκθεση εξετάζει, επίσης, και μία από τις μεγαλύτερες επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης που αφορά τη μετεγκατάσταση επιχειρήσεων και τη μεταφορά παραγωγικών δραστηριοτήτων τους και υπηρεσιών σε χώρες με μικρότερο εργατικό κόστος.
Η μετεγκατάσταση επιχειρήσεων δεν προκαλεί, κατά τον διεθνή οργανισμό, όπως πιστεύεται, μεγάλη απώλεια θέσεων εργασίας στις αναπτυγμένες χώρες, η εντύπωση ωστόσο είναι αρκετή για να εντείνει την ανασφάλεια. Και ποια είναι η συνταγή αντιμετώπισης των αρνητικών πλευρών της παγκοσμιοποίησης; Οι υπεύθυνοι της έρευνας μας προτείνουν να ξεχάσουμε τη σταθερότητα των θέσεων εργασίας και να αρχίσουμε να μετακινούμαστε. Οπως ακριβώς οι επιχειρήσεις πρέπει να μετακινούνται σε νέες περιοχές και νέα αντικείμενα, έτσι και οι εργαζόμενοι θα πρέπει να μετακινούνται, γιατί ορισμένες εργασίες δεν έχουν μέλλον.