Στο Κόπα Αμέρικα σε λίγες ημέρες, η Βραζιλία δεν θα έχει τα δύο μεγαλύτερα σύγχρονα ονόματα, τον Κακά και τον Ροναλντίνιο, αλλά αυτό περισσότερο απασχολεί τους ανθρώπους του μάρκετινγκ παρά τους αληθινούς ποδοσφαιρόφιλους. Και αυτό γιατί ανέκαθεν η Βραζιλία ήταν η εθνική ομάδα που όλοι περίμεναν με αγωνία στα Μουντιάλ να δείξει τη νέα «κολεξιόν» της. Τους νέους σταρ, τα νέα φιντάνια, τους επόμενους πρωταγωνιστές. Από το 1994 και μετά αυτό ουσιαστικά τελείωσε. Οι Βραζιλιάνοι σταρ παίζουν στην Ευρώπη, γίνονται σύντομα γνωστοί και σε κάθε μεγάλη διοργάνωση σπάνια ένα νέο όνομα κάνει την εμφάνισή του απευθείας με τη φανέλα της εθνικής. Πριν από λίγα χρόνια ένας Ουαλός συγγραφέας προσπάθησε να ακολουθήσει τα ίχνη των ανθρώπων που ακριβώς πριν από 37 χρόνια μάγεψαν στα γήπεδα του Μεξικού με την κατάκτηση του τελευταίου τροπαίου «Ζιλ Ριμέ». Στη χώρα της σάμπας έχουν μία φράση που λέει «vale tudo hoje», δηλαδή «σήμερα όλα επιτρέπονται». Τη χρησιμοποιούν στις γιορτές, στο καρναβάλι, σε κάθε πάρτι. Ολος εκείνος ο μήνας, κάτω από τον καυτό ήλιο του Μεξικού, ήταν αυτό ακριβώς: γιορτή! Ποτέ στο παρελθόν αλλά ούτε και στο μέλλον ο κόσμος του ποδοσφαίρου δεν θα είχε ξανά την ευκαιρία να απολαύσει μία ενδεκάδα πάνω στο χορτάρι η οποία διασκέδαζε. Κάνοντας κέφι την μπάλα, κάνοντας πράγματα που μέχρι τότε υπήρχαν μόνο στα όνειρα.
Δεν ήταν πλήρης, αλλά...
Εκείνη η εθνική Βραζιλίας του 1970 αποκλήθηκε η πληρέστερη ομάδα όλων των εποχών. Τολμώ να διαφωνήσω και δεν είμαι ευτυχώς ο μόνος. Το έχουν κάνει ξένοι συνάδελφοι, με μεγαλύτερες περγαμηνές και εμπειρία. Δεν ήταν πλήρης, γιατί πολύ απλά είχε κενά. Για παράδειγμα, δεν διέθετε τερματοφύλακα κλάσης. Είχε ακόμη προβλήματα στο κέντρο της άμυνας. Ομως (και αυτό δίνει ακόμη μεγαλύτερη αξία στο επίτευγμά της) ήταν με διαφορά η καλύτερη εθνική ομάδα που παρουσιάστηκε ποτέ σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Και η μοναδική που ήξερες πως θα έπαιρνε τον τίτλο, ακόμη και αν συνωμοτούσαν εναντίον της όλες οι δυνάμεις της φύσης. Το «γιατί» είναι δύσκολο να αναλυθεί σε μερικές γραμμές. Και ταυτόχρονα πολύ απλό. Γιατί είχε έξι, επτά αληθινούς σταρ που έπαιζαν και για την ομάδα αλλά γούσταραν και την μπάλα. Ηθελαν να διασκεδάσουν και όχι μόνο να νικήσουν. Ο θρύλος λέει πως εκείνη την ομάδα τη δημιούργησε ο Ζοάο Σαλντάνια. Ενας αριστερών πεποιθήσεων σπίκερ ραδιοφώνου που οι μεταδόσεις του προξενούσαν ρίγος. Του δόθηκε η ευκαιρία που κάθε οπαδός ονειρεύεται: να γίνει προπονητής της εθνικής. Είχε τη φήμη σκληρού και πολύ νευρικού και φαινόταν σε κάθε κίνησή του. Ηταν όμως και μπροστά στην ποδοσφαιρική σκέψη.
Ολοι οι καλοί χωράνε
Πήρε τα καλύτερα ταλέντα που διέθετε η χώρα και κόντρα στο ρεύμα και τις λογικές που επιβάλλουν στην Ευρώπη να μην παίζουν μαζί πολλοί μπαλαδόροι, αυτός τα κατάφερε. Εμοιαζε καταδικασμένο εγχείρημα. Αυτό που απέδειξε το πείραμα του 1970 είναι πως η ανθρώπινη φαντασία ξεπερνά κατά πολύ την τετράγωνη λογική. Ο Πελέ, ο Ζέρσον, ο Τοστάο, ο Ζαϊρζίνιο, ο Ριβελίνο, ο Κλοντοάλντο και ο Πάουλο Σέζαρ ήταν ουσιαστικά «δεκάρια» στις ομάδες τους. Ο Σαλντάνια τους «πάντρεψε», δημιουργώντας το κορυφαίο συγκρότημα που ο κόσμος θα είχε την ευκαιρία και τη σπάνια τύχη να δει. Πριν φτάσει η ομάδα στο Μεξικό και απολαύσει τo εκρηκτικότερο μίγμα που βγήκε ποτέ πάνω σε γήπεδο, η ομοσπονδία τον αντικατέστησε! Εχουν ακουστεί πολλά, που αφορoύν τις πεποιθήσεις του και τα αρνητικά σχόλιά του για την κυβέρνηση που -ως συνήθως στη Βραζιλία- ήταν προϊόν ακόμη ενός πραξικοπήματος. Πιθανόν τελικά, όπως γράφει ο Γκάρι Τζένκινς, στο εξαιρετικό βιβλίο που κυκλοφορεί και στα ελληνικά με τίτλο «Η ομάδα των θαυμάτων» (σε μία καταπληκτική δουλειά που επιμελήθηκε ο Χρίστος Χαραλαμπόπουλος) η κόντρα του Σαλντάνια με τον Πελέ και η επιμονή του να αγνοεί τον προεδρο της ομοσπονδίας κάνοντας του κεφαλιού του, ήταν η αληθινή αιτία της αποπομπής!
Κέρδιζαν και μόνοι τους
Ο Μάριο Ζαγκάλο ήρθε ως σωτήρας. Μπακ της ομάδας που κατέκτησε το Μουντιάλ στη Σουηδία το 1958 και στη Χιλή το 1962, αποτελούσε την προσωποποίηση της ηρεμίας! Εμελλε το όνομά του να γραφτεί στην ιστορία ως ο πρώτος που θα επιτύγχανε και σαν προπονητής να πάρει τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή, κάτι που μόνο ο Φραντς Μπεκενμπάουερ θα ισοφάριζε στο μέλλον.
Το ποιος θα ήταν ο προπονητής όμως είχε τη λιγότερη σημασία σε εκείνη την υπερομάδα. Οποιος και να ήταν στον πάγκο έχω την εντύπωση πως το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο. Η Βραζιλία έδωσε μία μοναδική παράσταση, που όμοιά της δεν επαναλήφτηκε ποτέ. Την ώρα που ο Κάρλος Αλμπέρτο παραλάμβανε το τρόπαιο αμφιβάλλω αν κάποιος συνειδητοποιούσε πως τέτοιο θέαμα δεν θα επαναλαμβανόταν ποτέ. Τέσσερα χρόνια μετά στα γήπεδα της Γερμανίας, ο Πελέ, ο Ζέρσον, ο Τοστάο και ο Κάρλος Αλμπέρτο είχαν σταματήσει από τη «σελεσάο», ο Κλοντοάλντο ταξίδεψε αλλά ήταν τραυματίας και ο Ριβελίνο με τον Ζαϊρζίνιο δεν θα μπορούσαν να βγάλουν το κάρο από τη λάσπη.
Αλλαγή φιλοσοφίας
Το 1982 στην Ισπανία ήταν η τελευταία φορά που η Βραζιλία πιστή στις αρχές της θα παρουσίαζε με τον Ζίκο, τον Σόκρατες, τον Σερέζο, τον Εντερ και τον Φαλκάο μία ενδεκάδα που θα επιχειρούσε πρώτα να παίξει και ύστερα να κερδίσει. Ο αποκλεισμός από την Ιταλία του Πάολο Ρόσι έφερε το τέλος στη ρομαντική εποχή που οι Βραζιλιάνοι ήθελαν να εντυπωσιάζουν, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Επήλθε αλλαγή φιλοσοφίας.
Ο Ντούνγκα σαν αρχηγός της ομάδας το 1994 στην Πασαντίνα των ΗΠΑ θα έφερνε και πάλι τη Βραζιλία στην κορυφή, ύστερα από 24 ολόκληρα χρόνια. Ημουν εκεί στις εξέδρες κάτω από τον καυτό ήλιο, αλλά ο Ρομάριο και ο Μπεμπέτο δεν αρκούσαν για να χαρακτηριστεί η Βραζιλία αληθινή διάδοχος της ομάδας των θαυμάτων του 1970. Εκείνη ήταν ένας πίνακας ζωγραφικής από αληθινό καλλιτέχνη. Το 1994 ήταν κόπια. Εξαιρετική πιθανώς απομίμηση, όπως και το 2002, αλλά πάντως όχι ορίτζιναλ.
Ο Ντούνγκα στη Βενεζουέλα στο Κόπα Αμέρικα θα δώσει ευκαιρίες σε νέα παιδιά. Αυτούς που δεν ξέρουμε ακόμη. Αν θα τους αφήσει να αυτοσχεδιάσουν όμως, αμφιβάλλω. Και δεν πιστεύω πως κανείς στο μέλλον δεν θα πειραματιστεί ξανά τόσο πολύ όσο ο αφανής ήρωας εκείνης της υπερομάδας, ο Ζοάο Σαλντάνια.