Το ποια είναι η τελευταία ομάδα που πήρε συνεχείς τίτλους στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, πιθανολογώ ότι το ξέρετε. Ακούστηκε και ειπώθηκε πολλές φορές τον τελευταίο καιρό, έτσι που κάπου θα το πήρε το μάτι σας ή θα το άκουσε το αυτί σας.
Η Μίλαν του Αρίγκο Σάκι το 1989 και το 1990 είναι το τελευταίο κλαμπ που διατήρησε τα κεκτημένα. Για να πάμε ακόμα πιο πίσω, η Νότιγχαμ Φόρεστ στις εκπληκτικές μέρες δόξας υπό τις οδηγίες του εκκεντρικού, αλλά ιδιοφυούς προπονητή που λεγόταν Μπράιαν Κλαφ, είναι η μόνη άλλη ομάδα τα τελευταία 27 χρόνια που το πέτυχε! Η διαφορά με το αμέσως προηγούμενο διάστημα είναι τεράστια. Πριν από τη Φόρεστ η Λίβερπουλ είχε πάρει δύο σερί Κύπελλα και είχαν προηγηθεί η Μπάγερν και ο Αγιαξ με τρία διαδοχικά!
Τι μεσολάβησε λοιπόν στο ποδόσφαιρο και σε 26 σεζόν μόλις μία ομάδα κατάφερε να ξαναπάρει το Κύπελλο; Κάποιοι αναφέρουν ως γεγονός αναμφισβήτητο πως δυσκόλεψε το άθλημα από τη φύση του με τους πολλούς αγώνες. Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχουν πια οι «τεράστιες» ομάδες εκείνης της εποχής, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να προξενήσουν φόβο στους αντιπάλους τους. Και κάποιοι άλλοι, πιο κυνικοί, λένε ότι στην εποχή που το ποδόσφαιρο, σε μία διοργάνωση που τη λένε Τσάμπιονς Λιγκ, δέχεται να βάλει και τους δεύτερους, τους τρίτους και τους τέταρτους ήταν φυσιολογική εξέλιξη να είναι αδύνατο να κρατηθείς στην κορυφή. Ολες οι παράμετροι εν μέρει είναι σωστές.
Με 17 παίκτες 6 τίτλους
Τα πολλά ματς της σημερινής εποχής δεν είναι πάντως πιο πολλά από ό,τι στη δεκαετία του '70. Η Αρσεναλ, για παράδειγμα, το 1980 έδωσε 71 επίσημα ματς και μέσα σε μία εβδομάδα στο τέλος του Μαΐου έχασε και τους τρεις τίτλους που διεκδικούσε. Πέρυσι δεν έδωσε πιο πολλούς από τότε. Η Λιντς Γιουνάιτεντ του μεγάλου Ντον Ρέβι για μία δεκαετία, από το 1965 έως το 1975, ήταν πάντα μέσα σε όλες τις διοργανώσεις από την πρώτη μέρα της σεζόν μέχρι την τελευταία. Ούτε λίγο ούτε πολύ σε 10 περιπτώσεις έμεινε δεύτερη ή φιναλίστ, γιατί με σχεδόν 65 ματς τον χρόνο το ρόστερ της εποχής με 18 παίκτες δεν της έφτανε. Η Μίλαν το 1973 έχασε ένα ολόδικό της πρωτάθλημα, λίγες μέρες μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων στη Θεσσαλονίκη με αντίπαλο τη Λιντς, γιατί συνετρίβη 5-3 στη Βερόνα. Ο Νερέο Ρόκο, προπονητής των «ροσονέρι», είχε χρησιμοποιήσει ακριβώς την ίδια ενδεκάδα στα δύο ματς, γιατί αυτούς θεωρούσε βασικούς και πρώτες επιλογές του! Ο Αγιαξ τη χρονιά της απόλυτης αυτοκρατορίας του, το 1971-72, χρησιμοποίησε μόλις 17 ποδοσφαιριστές. Αυτό δεν τον εμπόδισε να κατακτήσει νταμπλ και Σούπερ Κύπελλο Ολλανδίας αλλά και το Σούπερ Κύπελλο Ευρώπης, συν το Κύπελλο Πρωταθλητριών και το Διηπειρωτικό! Σήμερα, όμως, οι ομάδες έχουν ρόστερ από 25-30 παίκτες πρώτης επιλογής, που το αλλάζουν με βάση τις ανάγκες του συλλόγου. Αρα τι τους εμποδίζει να επαναλάβουν τη διάκριση για την κατάκτηση του πιο σπουδαίου τροπαίου της σεζόν;
O φόβος της αποτυχίας
Πολύ απλά αυτό που διαφοροποιεί τα πράγματα είναι ο φόβος της αποτυχίας. Κάποτε τεράστιες ομάδες δεν είχαν την ευκαιρία να αγωνιστούν στο πιο σπουδαίο Κύπελλο, αν δεν ήταν πρωταθλήτριες. Η Λιντς το προσπαθούσε χρόνια στην Αγγλία, η Κολωνία και η Γκλάντμπαχ το ίδιο στη Γερμανία. Η Μπαρτσελόνα περίμενε από το 1961 έως το 1975 και μετά πάλι έως το 1986 την ευκαιρία της! Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από το 1969 ξανάπαιξε το 1993. Τότε, στην προ 1996-97 Τσάμπιονς Λιγκ εποχή, που άρχισαν να μπαίνουν και οι δεύτεροι, ο φόβος τού να χάσεις σε έκανε να παίζεις με τις αισθήσεις σε εγρήγορση. Αν έχανες και αποκλειόσουν, ποιος ξέρει πότε θα ξαναείχες την ευκαιρία; Τώρα, ποια ομάδα από αυτές που πήραν το Κύπελλο από το 1998 και μετά είχε πρόβλημα; Μόνον η Λίβερπουλ στον τελικό της Πόλης, που γνώριζε ότι αν δεν έπαιρνε το τρόπαιο θα έμενε εκτός Ευρώπης, υπερέβαλε εαυτόν. Αυτό που ελάχιστοι συνειδητοποιούν είναι πως στον 21ο αιώνα, μόνο η Βαλένθια αγωνίστηκε σερί χρονιές στον τελικό! Και είμαι βέβαιος ότι η ήττα στον πρώτο από αυτούς, ειδικά όπως σημειώθηκε με το εμφατικό 0-3 από τη Ρεάλ, πείσμωσε τις «νυχτερίδες» για να είναι και πάλι στον τελικό του 2001. Οταν οι ομάδες της G14 έχουν σχεδόν εξασφαλισμένο το εισιτήριο, όπως είναι το σύστημα στο Τσάμπιονς Λιγκ εδώ και χρόνια, η όρεξη και η δύναμη για να επαναλάβεις την προσπάθεια πάει περίπατο, μόλις πάρεις το τρόπαιο. Αυτή η δίψα για επανάληψη έλειπε από την Μπαρτσελόνα φέτος, όπως και από τη Λίβερπουλ πέρυσι. Και από τη Μίλαν το 2004, από τη Ρεάλ το 2003, από την Μπάγερν το 2002, από τη Γιουνάιτεντ το 2000. Αυτό πληρώνει κάθε μεγάλο κλαμπ στη μοντέρνα εποχή.
Ενα λάθος κι έφυγες
Σαφέστατα και η διοργάνωση έγινε πιο δύσκολη από την ώρα που αντί για πέντε-έξι μεγάλα ονόματα που έμπαιναν στην κληρωτίδα έως και μία δεκαετία πίσω, τώρα υπάρχουν σχεδόν τα διπλά. Από την άλλη, κάποτε ένα λάθος, μία κακή βραδιά τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο αρκούσε για να δεις τη συνέχεια από την τηλεόραση. Τώρα πια μπορείς να γλιτώσεις ακόμα και με τρεις ή τέσσερις ήττες στη σεζόν, κάτι αδιανόητο στο παρελθόν. Εκείνο, πάντως, που διαφοροποιεί το σημερινό ποδόσφαιρο και δυσκολεύει την επανάληψη μίας επιτυχίας είναι ότι εύκολο ματς, με την έννοια που υπήρχε πριν από 30 ή 40 χρόνια, απέναντι σε ερασιτέχνες αντιπάλους από την Κύπρο ή τη Μάλτα ή ακόμα και την Τουρκία (που τότε δεχόταν επτά και οκτώ γκολ σε εθνικό επίπεδο) τελείωσαν. Επίσης έχει περάσει η εποχή που μία ομάδα ήταν άγνωστη σε κάποια άλλη. Τώρα με τη δορυφορική τηλεόραση και το Ιντερνετ κανείς προπονητής δεν περιμένει τον αντίπαλο να αιφνιδιαστεί από οτιδήποτε. Το Κύπελλο Πρωταθλητριών αποτελούσε το τρόπαιο μόνο για τους καλύτερους, μόνο για τους πρώτους. Ομως, το Τσάμπιονς Λιγκ είναι πραγματικά η διοργάνωση που όλοι οι κορυφαίοι δίνουν το «παρών» και το να κρατηθείς πια πρώτος, όχι μόνο μοιάζει δύσκολο, αλλά αποδεικνύεται και ακατόρθωτο!