Στη Μίλαν αποφάσισαν να δώσουν σε ένα ακόμα από τα δικά τους παιδιά θέση στο προπονητικό τιμ. Ο Αλεσάντρο «Μπίλι» Κοστακούρτα, ο οποίος τίμησε και με το παραπάνω το συμβόλαιό του για σχεδόν μία 20ετία στο «Σαν Σίρο», θα είναι βοηθός προπονητή από το καλοκαίρι, ολοκληρώνοντας μία τεράστια καριέρα. Καμία έκπληξη. Το ανάποδο θα ήταν. Είναι θέμα νοοτροπίας, βλέπετε.
Η Ιντερ, μόλις λίγα τετράγωνα παραδίπλα διοικητικά στην ίδια πόλη, έκανε 18 χρόνια για να ξαναπάρει πρωτάθλημα. Και στην Ευρώπη, μην το συζητάμε καν. Κύπελλο Πρωταθλητριών έχει να δει από το 1965. Συμμετοχή σε τελικό από το 1972. Τα τρία Κύπελλα ΟΥΕΦΑ είναι κάτι σημαντικό, αλλά δίπλα στους οκτώ τελικούς και τα τέσσερα τρόπαια της Μίλαν στην τελευταία 20ετία μοιάζουν σαν να προσπαθείς να αδειάσεις έναν ωκεανό αποτυχιών με ένα κουτάλι!
Η Μίλαν πάντα είχε εμπιστοσύνη στους ανθρώπους της. Ο Αντσελότι είναι έξι χρόνια στον πάγκο. Σε άλλη ομάδα μετά το κάζο της Πόλης θα είχε απομακρυνθεί. Η Ιντερ πόσες φορές άλλαξε προπονητή ακόμα και ύστερα από επιτυχίες; Στο Μιλανέλο, αντίθετα, ποτέ δεν τους έπιασε πανικός. Το είχαν αυτό ανέκαθεν. Και πριν από τον Μπερλουσκόνι ακόμα. Ο Ιλάριο Καστανιέρ στηρίχτηκε πολύ από τον πρόεδρο Φαρίνα στα «μαύρα» πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '80. Το ίδιο και ο Νιλς Λίντχολμ προτού πάρει το 1979 το πολυπόθητο δέκατο πρωτάθλημα του συλλόγου, το οποίο σήμαινε δικαίωμα να φορά το αστέρι στη φανέλα. Οσο για τον Νερέο Ρόκο, τον εμβληματικό προπονητή της δεκαετίας του '60 και των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του '70, ήταν ένας τεχνικός με δικαιώματα που μόνο στην Αγγλία έχουν οι μάνατζερ. Απόλυτος άρχων με δικαιοδοσίες που θυμίζουν τον Φέργκιουσον στη Γιουνάιτεντ. Μάλιστα, ο Ρόκο, αν και η Μίλαν έχασε ένα ολόδικό της τίτλο (που κατακτούσε και με ισοπαλία) το 1973 γνωρίζοντας συντριβή 5-3 στη Βερόνα, έμεινε στον πάγκο με ανανεωμένο συμβόλαιο και με παραπάνω λεφτά. Την ίδια ώρα, η Γιουβέντους άλλαζε προπονητή, όταν ο Τσέχος Βιτσπάλεκ, που την είχε οδηγήσει σε δύο σερί «σκουντέτι», θεωρήθηκε υπεύθυνος για την ήττα με κάτω τα χέρια με 1-0 από τον Αγιαξ του Κρόιφ στο Βελιγράδι! Γι' αυτό και η Μίλαν είναι σπάνια περίπτωση. Αν και σε τίτλους υπολείπεται της Γιουβέντους σε εγχώριο επίπεδο κατά πολύ, μόλις περνά τα σύνορα είναι η αληθινή πρέσβειρα της χώρας. Από το 1958, όταν πρωτόπαιξε σε τελικό Πρωταθλητριών, μέχρι τις μέρες μας κατάφερε να είναι πάντα εκεί. Ή κάπου εκεί! Ο Κάρλο Αντσελότι ανέλαβε το 2001 και έφερε στους «ροσονέρι» ένα πρωτάθλημα (το 2004) ένα Κύπελλο Ιταλίας (2003) και το Τσάμπιονς Λιγκ μαζί με το ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ το 2003. Ως παίκτης, σαφώς και με τη φανέλα της Μίλαν, είχε καταφέρει περισσότερα (δύο πρωταθλητριών, δύο Διηπειρωτικά, δύο πρωταθλήματα και δύο Σούπερ Καπ), όμως εκείνη η ομάδα που είχε δημιουργήσει ο Αρίγκο Σάκι θα ήταν άδικο να συγκριθεί με οποιαδήποτε μεταγενέστερη!
Ο Αντσελότι, σε αυτά τα χρόνια που ακολούθησαν την άφιξή του από τη Γιουβέντους στη Μίλαν, πέτυχε πολλά. Αλλά απέτυχε κιόλας. Η βραδιά του «Ριαθόρ» στη Γαλικία πριν από τρία χρόνια με τα τέσσερα γκολ από την Κορούνια να ανατρέπουν ένα σωρό όνειρα ακολουθήθηκε από τα έξι τρελά λεπτά του «Ατατούρκ» στην Πόλη τον Μάιο. Οταν η Λίβερπουλ, θαμμένη τριάντα μέτρα κάτω από τη γη, βγήκε για να στοιχειώσει τα πλάνα των Μιλανέζων!
Η Μίλαν όμως δεν λειτούργησε ποτέ εν θερμώ. Το μεγαλείο της ως κλαμπ παραμένει πέραν των όποιων τίτλων. Η διάρκεια της λάμψης μέτρησε για τον Αντσελότι και τη δουλειά του και όχι τα όποια μπλακ άουτ. Γι' αυτό και η Μίλαν, που έχει Μπερλουσκόνι και Γκαλιάνι, αλλά δεν ξοδεύει τρελά πλέον παρά μόνο αναγκαία, είναι πάντα εκεί. Ψηλά, ανάμεσα στους τίτλους, στις διεκδικήσεις. Οι επιτυχίες της είναι ο κανόνας.
Οι μαύρες βραδιές οι εξαιρέσεις. Που, όσο και αν πονάνε, παραμένουν λίγες. Και γι' αυτό θα είναι και στην Αθήνα ξανά σε λίγες μέρες. Γιατί λειτουργεί ως ένας οργανισμός που ξέρει να ανταμείβει τις επιτυχίες. Οποιοι διακρίθηκαν με τη φανέλα της παραμένουν πάντα παιδιά της οικογένειας. Με ρόλο, με θέση, με τιμές. Η πρόσφατη πρόσκληση στον Σεφτσένκο να είναι στην Αθήνα, το επιβεβαιώνει.
Ο Μπερλουσκόνι, όταν τόλμησε κάποιος να τον ρωτήσει πότε θα σταματήσει ο Μαλντίνι, με χαμόγελο έδωσε την αφοπλιστική απάντηση: «Και ποιος είμαι εγώ που θα υποδείξω στον άνθρωπο αυτόν πότε θα τελειώσει την καριέρα του; Οποτε θέλει θα το κάνει. Και μετά θα διαλέξει τη θέση του στην ομάδα». Η Μίλαν ποτέ δεν έδιωξε κάποιο παιδί της, παρά μόνο αν ήθελε να φύγει από μόνο του. Ηταν, είναι και θα είναι οικογένεια. Και αυτό, πιστέψτε με, στην εποχή μας παραμένει ένας κώδικας τιμής που δεν σπάει. Και που αποτελεί το σκαλοπάτι της διαφοράς οποιασδήποτε καλής ομάδας από εκείνες που είναι μέλη του κλαμπ των αληθινά μεγάλων.