Ο Λιονέλ Μέσι πήρε την μπάλα από τη σέντρα και πέρασε όποιον βρήκε στο διάβα του. Τι σημασία είχε αν αντίπαλος ήταν η Χετάφε; Για όποιον έβλεπε τη φάση, οι συνειρμοί ήταν άμεσοι. Μαραντόνα, Μουντιάλ 1986, Αγγλία.
Ο Ντιέγκο βέβαια αυτή την ενέργεια την έκανε... μηχανικά. Οπως το ξύρισμα ή το περπάτημα. Ιδιο γκολ έβαλε και στον ημιτελικό με το Βέλγιο. Αυτό δεν μειώνει την αξία του Μέσι. Είναι ο μοναδικός, άλλωστε, απ' όλη αυτή την στρατιά των... νέων Μαραντόνα που εμφανίστηκαν κατά καιρούς, που μπορεί να ζήσει με την ταμπέλα χωρίς να τον τσακίσει το βάρος. Και ήδη στη φετινή σεζόν ο νεαρός Αργεντινός έχει δώσει δείγματα παρόμοιας δεξιοτεχνίας σε πιο δύσκολες συνθήκες. Τελευταίο λεπτό στο ντέρμπι με τη Ρεάλ, ζητά την μπάλα, περνά όποιον βρίσκει και γλιτώνει την Μπάρτσα από την ήττα, ισοφαρίζοντας σε 3-3.
Ποιος είναι ο λόγος όμως να κάνουμε άτοπες συγκρίσεις; Και γιατί ο Μέσι να πρέπει να αποδεικνύει πως αξίζει να τον βάζουμε στην ίδια μοίρα με τον Μαραντόνα; Επειδή η ανθρώπινη φύση τρελαίνεται να εξομοιώνει. Είναι στο αίμα μας να ψάχνουμε για ομοιότητες, για διαφορές.
Πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες, προτού κατακλυστεί η αγορά με παιχνίδια για κομπιούτερ, μου είχαν δώσει την ευκαιρία σε ένα σεμινάριο στο BBC να βάλω όποια στοιχεία ήθελα στον υπολογιστή, ζητώντας να διεξαχθεί μπροστά μου ένα φανταστικό ματς. Ηταν πρόκληση. Σκέφτηκα πολλή ώρα. Και πελάγωσα! Ηθελα να βάλω τα δεδομένα της Βραζιλίας του '70, της ομάδας του Πελέ, του Ζαϊρζίνιο, του Ριβελίνο και του Ζέρσον απέναντι στην Ουγγαρία του Πούσκας, του Χιντεγκούτι, του Τσίμπορ και του Κόκτσις.
Την ομάδα που μάγεψε για επτά χρόνια κάθε φίλαθλο, αλλά το 1954 έμεινε βασίλισσα χωρίς στέμμα, χάνοντας στον τελικό του Μουντιάλ. Η προσμονή ήταν μοναδική μέχρι που όλα ήταν έτοιμα. Είχα ήδη αρχίσει να σκέφτομαι το επόμενο ζευγάρι. Τη Ρεάλ του Ντι Στέφανο, του Πούσκας και του Χέντο των πέντε Κυπέλλων κόντρα στον Αγιαξ του Κρόιφ, του Χάαν, του Κάιζερ και του τόταλ φούτμπολ.
Και τότε έκανα πίσω. Θεώρησα πως δεν άξιζε τον κόπο. Γιατί αυτή είναι η διαφορά του ανθρώπινου εγκεφάλου από τον τελειότερο κομπιούτερ: η φαντασία! Εκεί που ταξιδεύει ο νους, δεν σε πάει καμία μηχανή. Τι να καταλάβει το κομπιούτερ από συναίσθημα την στιγμή που τα πάντα γι' αυτό είναι δεδομένα και λογική; Πώς να συλλάβει ένα μηχάνημα την καλλιτεχνική κίνηση του Μέσι ή του Ροναλντίνιο; Πώς να εγκλωβίσεις σε ένα κομπιούτερ την επινόηση του Πελέ να αφήσει την μπάλα από τη μία πλευρά και να φύγει από την άλλη με αντίπαλο τον Ουρουγουανό γκολκίπερ Μαζούρκεβιτς, δοκιμάζοντας να σημειώσει ένα γκολ βγαλμένο από τα παραμύθια; Πώς να αιχμαλωτίσει το άψυχο μηχάνημα την εικόνα του Μαραντόνα που πέρασε όποιον βρήκε στο Μεξικό από την άμυνα της εθνικής Αγγλίας; Πώς να δώσεις σε ένα αντικείμενο να μπει στο νόημα της ιδιοφυΐας του Κρόιφ, που πήγε ένα βήμα πιο μπροστά από τους κανονισμούς, εκτελώντας το ιστορικό πλέον πέναλτι με… πάσα; Τη σχεδόν χορογραφική ικανότητα του Μπεστ να περνάει ανάμεσα από τους αμυντικούς σαν αέρας;
Αυτή είναι η διαφορά του ανθρώπου. Η ικανότητα να δημιουργεί εικόνες, να κρατά αναμνήσεις, να μπολιάζει την ψυχή του με το όμορφο, να αντιλαμβάνεται τη μοναδικότητα, να ανακαλύπτει την τέχνη. Και το ποδόσφαιρο σε υψηλό επίπεδο είναι ακριβώς αυτό: Τέχνη. Είναι ένας πίνακας ζωγραφικής, που αποτελεί βάλσαμο για τα μάτια. Μία συμφωνία που χαϊδεύει τα αυτιά, ένα ποίημα που αγγίζει την ψυχή.
Ο κορυφαίος σκακιστής Κασπάροφ στην ιστορική κόντρα του το 1995 με το «τέλειο κομπιούτερ» μπόρεσε να νικήσει διότι είχε την ανθρώπινη αντίδραση και πανουργία. Θυσίαζε πιόνια για να φτάσει στον τελικό σκοπό του. Το μηχάνημα δεν ήταν ποτέ δυνατόν να κάνει κάτι ανάλογο! Λειτουργούσε μόνο με την ψυχρή λογική με την οποία ήταν τροφοδοτημένο.
Εκείνη η επικράτηση κράτησε για πάντα ανοιχτή την πόρτα της ελπίδας για το ανθρώπινο γένος. Γιατί κανένα πρόγραμμα κομπιούτερ, όσο προχωρημένο και να είναι, δεν πρόκειται ποτέ να αντιληφθεί τη διαφορά που προκαλεί η ανθρώπινη ευφυΐα. Και ποτέ κανένα κομπιούτερ δεν πρόκειται να αναλύσει την ανθρώπινη ψυχή. Γιατί στα άδυτά της κρύβεται ολόκληρος ωκεανός αισθημάτων, τον οποίο ένα ψυχρό μηχάνημα αδυνατεί να αποκωδικοποιήσει.