Επειδή αυτή η δραματική εξέλιξη της Πέμπτης πιθανότατα αποτελεί, έστω και εκ των υστέρων και κατά πολύ καθυστερημένα, την τελευταία ευκαιρία να γίνει κάτι, καλό είναι να μην πάει χαμένη. Εάν και τώρα που η κοινωνία παρακολουθεί μουδιασμένη τις εξελίξεις οι αρμόδιοι χύσουν τα κροκοδείλια δάκρυά τους και ύστερα όλα παρασυρθούν από την καθημερινότητα, τότε αυτό που συνέβη πριν από λίγες μέρες θα επαναληφθεί. Ξανά και ξανά.
Φυσικά η πολιτεία εδώ και χρόνια, με την εκάστοτε κυβέρνηση να αντιμετωπίζει το πρόβλημα των χούλιγκαν ως κάτι το αθλητικό άρα και περιθωριακό, σφυρίζει αδιάφορα. Έχω γράψει επανειλημμένα πως η ασυλία που απέκτησαν οι κάθε λογής βάρβαροι επειδή τύλιγαν ένα κασκόλ στον λαιμό αποτελούσε κοινωνικό όνειδος και όχι μόνο ποδοσφαιρικό. Το 1999 μιλούσα για εισιτήρια με… ονοματεπώνυμο, κάτι που ψηφίστηκε ως νόμος τελικά πριν από δύο χρόνια και φυσικά δεν εφαρμόστηκε! Τα αίσχη στο ματς Ελλάδας–Τουρκίας έγιναν σε εξέδρα που θεωρητικά είχε εισιτήρια στα οποία είχε κρατηθεί απόκομμα με τα στοιχεία των κατόχων. Είδατε να έγινε κάτι; Την επόμενη μέρα οι υπουργοί της κυβέρνησης είχαν πιο σοβαρά πράγματα να κάνουν. Όπως το να προτείνουν ποιες αλλαγές έπρεπε να κάνει ο Ρεχάγκελ στην Εθνική ομάδα! Γενικά οι πολιτικοί μας δείχνουν να μην καταλαβαίνουν το θέμα του χουλιγκανισμού και το διαπιστώνεις από τις δηλώσεις τους. Η μία μιλά για φιλάθλους που πήγαιναν σε αγώνα βόλεϊ, ο άλλος για… αυτοκινητικό δυστύχημα, ο τρίτος για καταδίκη των γεγονότων στη χώρα του Ολυμπισμού! Αυτά από τους κυβερνητικούς. Γιατί και η αντιπολίτευση δεν πάει πίσω σε ασχετοσύνη. Στο ΚΚΕ μιλάνε για… εμπορευματοποίηση του αθλητισμού (και στην κορφή κανέλα), στον Συνασπισμό καίγονται μην τυχόν και υπάρξουν μέτρα καταστολής (φέξε μου και γλίστρησα) και στο ΠΑΣΟΚ ο αρχηγός του ζητεί με στεντόρεια φωνή να τελειώσει η κοινωνική βία! Και ρωτά τι κάνει η Νέα Δημοκρατία για να πατάξει το φαινόμενο, που αν υπολογίσουμε πως πήρε ανησυχητικές διαστάσεις από τα μέσα της δεκαετίας του '90 στη χώρα μας, αλήθεια ποιος κυβερνούσε μέχρι το 2004;
Και στη μέση ο κόσμος κοιτά έκπληκτος. Ανήμπορος να αντιδράσει και αποσβολωμένος. Νιώθοντας ότι οι πάντες και τα πάντα σε αυτή την ιστορία θέλουν να βγουν λάδι και χωρίς ευθύνες. Ο Τύπος –και όχι μόνο ο αθλητικός- έχει τεράστια ευθύνη για το ότι ανέχεται το φαινόμενο της υποβόσκουσας κοινωνικής και πολιτικής βίας, αφού μερικές φορές δεν θέλει να πάει κόντρα στο αγοραστικό κοινό του. Οι οπαδικές εφημερίδες χαϊδεύουν αυτιά, οι κομματικές το ίδιο. Χωρίς να σπάσουν αυγά δεν γίνεται ομελέτα όμως. Και ήρθε η ώρα να ξεκινήσει ο πόλεμος έστω και στην αθλητική βία, διώχνοντάς την από τα γήπεδα. Φυσικά θα μεταφερθεί έξω από αυτά. Εκεί, ναι, είναι δουλειά της Αστυνομίας να την αντιμετωπίσει, αν την αφήσουν και δεν συνεχίσουν να την ευνουχίζουν οι πολιτικοί. Για τα γήπεδα όμως το πρόβλημα δεν είναι μόνο της Αστυνομίας, αλλά (κυρίως) των ίδιων των ΠΑΕ.
Επιμένω ότι το πρόβλημα δεν θα λυθεί ούτε με τις κάμερες ούτε με τα ηλεκτρονικά εισιτήρια. Ο νόμος ήδη υπήρχε γι’ αυτά. Θα λυθεί μόνο αν συγκροτηθεί ειδικό σώμα καταπολέμησης του χουλιγκανισμού, μέσα κι έξω από τα στάδια, στα πρότυπα της Αντιτρομοκρατικής. Αλλιώς ό,τι και να λέμε τώρα δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει. Και πάνω απ’ όλα χρειάζεται πολιτική βούληση. Αν δεν πάρει προσωπικά την κατάσταση στα χέρια του ο πρωθυπουργός, που είναι και αποδεδειγμένα φίλαθλος, τότε και αυτή η μάχη θα χαθεί. Και χρειάζεται γερή γροθιά στο μαχαίρι!