Προσωπικά, η χθεσινή εικόνα του Ολυμπιακού μού θύμισε εκείνη της Εθνικής στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994. Γκολ στο τέλος των ημιχρόνων, γκολ στις αρχές τους, γενικά γκολ σε κομβικά σημεία, κάτι που απαγορεύεται αν θέλεις να λες ότι έχεις στόχους.
Το αρχικό σχήμα του Σόλιντ έδειξε ότι ο Νορβηγός πάει για το «όλα ή τίποτα». Αυτή του η τόλμη, όμως, εξαντλήθηκε στον τραυματισμό του Κωνσταντίνου. Εκεί, αν θέλεις να συνεχίσεις το ρίσκο που ξεκίνησες, η λογική λέει ότι βάζεις είτε τον Μπαμπαγκίντα είτε τον Μπόρχα. Ποτέ, όμως, τον Μάριτς. Ηταν σαν να λέει στους παίκτες του, για να θυμηθούμε και την κινηματογραφική ατάκα: «Αρχίστε την επανάσταση χωρίς εμένα. Εσείς μπορείτε να την κάνετε, αλλά εγώ δεν συμμετέχω».
Για τα υπόλοιπα, δεν υπάρχει νόημα να γίνει ενδελεχής ανάλυση. Ο Ολυμπιακός έπαιξε ανοιχτά μια Βαλένθια η οποία είχε την καλύτερη επίθεση στο Τσάμπιονς Λιγκ πριν καν αρχίσουν τα χθεσινά παιχνίδια. Απέναντι στον μεγαλύτερο εν ενεργεία «δήμιο» των ελληνικών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις (Μοριέντες), το γκολ –μαθηματικά– κάποτε θα ερχόταν. Ήρθε στη χειρότερη χρονική στιγμή: λίγο πριν οι παίκτες του Ολυμπιακού «φάνε» το ημίχρονο. Εχει κανείς την αίσθηση ότι το 2-0 ήρθε επειδή οι παίκτες των «ερυθρολεύκων» μπήκαν στην επανάληψη συζητώντας πώς μπήκε το πρώτο! Σίγουρα αν ο Ριβάλντο είχε βάλει τον Ολυμπιακό μπροστά στο σκορ, θα μιλούσαμε για άλλο παιχνίδι. Η ουσία, όμως, είναι ότι πριν από την έναρξη της αναμέτρησης στο «Μεστάγια» ο Ολυμπιακός πήγαινε για την τρίτη θέση. Για την ίδια ακριβώς θέση πάει και τώρα.
Απλώς τώρα, ύστερα από τόσο καιρό, θυμάται κανείς με αρκετή αίσθηση χιούμορ τις προγραμματικές δηλώσεις του Τροντ Σόλιντ για παρουσία της ομάδας του στον τελικό της Αθήνας. Είναι κάπως σκληρό, αλλά ο Ολυμπιακός εδρεύει στην Ελλάδα και θα είναι έτσι κι αλλιώς εκεί τον Μάιο. Το –αναπάντητο– ερώτημα είναι αν ο Σόλιντ θα είναι μέχρι τότε στη θέση του. Κι αυτό για τον απλό λόγο ότι ο Νορβηγός δίνει την αίσθηση ότι πλέον άλλα λέει ότι θέλει να κάνει και στην πραγματικότητα άλλα κάνει...