Πήγα να δω το καινούργιο «Πολύ σκληρός για να πεθάνει» σαν να ήθελα να βγάλω μια υποχρέωση απέναντι στον εαυτό μου, στα νιάτα μου και τον Μπρους Γουίλις, τον οποίον πραγματικά συμπαθώ σαν φάτσα, σαν ηθοποιό, σαν αυτόν που τον παίδεψε για χρόνια η Σίμπιλ Σέπαρντ στο «Αυτός, αυτή και τα μυστήρια» και σαν αυτόν που τιμώ διότι ήταν για χρόνια παντρεμένος με την Ντέμι Μουρ, παρόλο που δεν ήταν τεκνό και είναι γνωστό ότι η Ντέμι είναι μεγάλη τεκνατζού. Και στενοχωρήθηκα με την κατάντια και του Μπρους Γουίλις και του «Die Hard» γενικότερα.
Καταλαβαίνω ότι πάντα υπάρχει η διάθεση ή η ανάγκη για μια καλή αρπαχτή, για ένα καλό εφάπαξ, για μια γερή κονόμα, για κάτι που μπορεί να σε ξαναφέρει κατά κάποιον τρόπο στο προσκήνιο, για να διατηρείς τον μύθο σου ζωντανό. Αλλά καμιά φορά υπάρχουν τα αντίθετα αποτελέσματα: ο Μπρους Γουίλις είναι πια ένας πολύ γερασμένος Τζον Μακλέιν, στα κοντινά πλάνα που - κακώς - του κάνει ο σκηνοθέτης φαίνονται τα σημάδια του χρόνου όσο πιο έντονα γίνεται, του έχουν κρεμάσει μάγουλα - σαγόνια - προγούλια, το σώμα του έχει μπανταλέψει και η έννοια του «Die Hard» θα είχε νόημα αν η ταινία λεγόταν «Die Hard - From Pesimo or from Hesimo?», αν είχε την απόδοση στα ελληνικά «Πολύ Πουρός για να Πεθάνει» ή «Δεν Φταίω Εγώ δεν φταις Εσύ, μπορεί να φταίει το ΚΑΠΗ».
Και τέλος πάντων φίλτατε Μπρους σε πήραν τηλέφωνο και σου ζήτησαν να ξαναφορέσεις τη «στολή» του Τζον Μακλέιν, να ξαναπιάσεις τα κουμπούρια, να σώσεις για μια ακόμα φορά τον πλανήτη από τους κακούς, να μακελέψεις επιτέλους και μια άλλη χώρα και όχι μόνο τις ΗΠΑ, κοιτάχτηκες στον καθρέφτη, ρούφηξες λίγο την κοιλιά, είπες «με κανα κιλό μέικ-απ κάπως θα την παλέψω», μονολόγησες ένα κλασσικό «I’m too old for this shit but what the hell?» κι είπες να το κάνεις. Δεν ρώτησες δυο πράγματα για το σενάριο; Κι αν δεν ρώτησες, όταν το πήρες στα χέρια σου δεν απόρησες; Δεν σου έκανε τίποτα εντύπωση; Δεν σου έμοιαζε ότι μαζεύτηκαν 2-3 άνθρωποι, είπαν «ρε παιδιά, δεν κάνουμε μια ταινία με τον Μπρους Γουίλις, να βάλουμε λίγη Ρωσία, έναν γιο, ολίγη από Τσερνομπίλ, μερικά πυρηνικά» κι ότι μέχρι να έρθει η πίτσα που είχαν παραγγείλει ήταν κιόλας έτοιμο;
Βεβαίως, για να μην τα κάνουμε και όλα ίσωμα (όπως τα κάνει ο Τζον Μακλέιν), σαν μπάπα - μπούπα, πιστολίδι, δράση και εφέ, μια χαρά είναι η ταινία. Σεναριακά πάσχει, αλλά σε εφέ και φασαρία είναι μια χαρά. Ειδικά η σκηνή καταδίωξης στους δρόμους της Μόσχας στο πρώτο κομμάτι της, είναι πραγματικά δυνατή. Μόνο που τα εφέ γενικότερα είναι μια χαρά, αν δεν υπάρχει η προϊστορία και η αγαπησιάρικη σχέση που έχουμε - πολλοί από μας - με τον Τζον Μακλέιν. Όταν μπαίνει στη μέση το συναίσθημα, έχεις απαιτήσεις. Κι όταν έχεις απαιτήσεις, οι πυροβολισμοί και οι εκρήξεις, όσο καλοφτιαγμένες και να είναι, σου αφήνουν στο τέλος ένα κενό, που ακόμα κι αν έχεις μασαμπουκιάσει ένα κιλό ποπ-κορν, δεν καλύπτεται.
Κώστας Βαϊμάκης
www.fightclub.gr
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr