Αν θελήσουμε να δούμε το χθεσινό φιλικό υπό το πρίσμα του μισοάδειου ποτηριού, τότε ναι, το νικηφόρο σερί της Εθνικής έλαβε τέλος. Στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν κάτι που δεν το περιμέναμε κιόλας. Το αντίθετο θα ήταν και κάπως αλαζονικό. Για πρώτη φορά από εκείνο το εφιαλτικό πρώτο ημίχρονο στο κατηφορικό «Ολντ Τράφορντ» δεχθήκαμε γκολ πριν από την ανάπαυλα. Κάποτε θα συνέβαινε κι αυτό. Και τέλος, αν κάποιος θα ήθελε να το ψειρίσει κι άλλο, θα μπορούσε να παρατηρήσει την έλλειψη της ηγετικής μορφής του Θοδωρή Ζαγοράκη. Κι αυτό λογικό. Ίσως να χρειαστεί επιπλέον χρόνος για να βρεθεί αυτός που θα σηκωθεί ένα σκαλί ψηλότερα, για να συμπαρασύρει και τους υπόλοιπους. Τέτοιες διαδικασίες διαδοχής δεν γίνονται αυτόματα και εύκολα από τη μία στιγμή στην άλλη.
Αυτοί που θέλουν να δουν το ποτήρι μισογεμάτο δεν μπορούν να μη δουν ότι απέναντι σε μία ομάδα που μπήκε φουριόζα, που ήθελε να δώσει απαντήσεις για τον αποκλεισμό του 2004, που τιμούσε μία ολόκληρη ποδοσφαιρική γενιά, η Εθνική μας πάλεψε. Και κυρίως έδειξε εικόνα ομάδας που έβλεπε το παιχνίδι πολύ πιο σοβαρά από ό,τι εκείνη την αγγαρεία με την Αυστραλία ή εκείνη την πλημμύρα του Μάντσεστερ. Οι περισσότεροι διεθνείς (και κυρίως οι λεγόμενοι μη βασικοί) έτρεξαν, πάλεψαν, θέλησαν να δείξουν στον Ρεχάγκελ ότι πρέπει να υπολογίζονται. Σε τελική ανάλυση το 1-0 δεν τσαλακώνει το ίματζ της Εθνικής Ελλάδας. Και όπως όλα πλέον τα άνοστα φιλικά εθνικών ομάδων θα ξεχαστεί γρήγορα. Πολύ γρήγορα. Αυτό που πραγματικά πρέπει να μείνει είναι ότι ουσιαστικά χάσαμε ένα παιχνίδι από τη μοναδική στιγμή που η άμυνα έδειξε έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης. Αντίστοιχα λάθη έγιναν στο Κισινάου. Και στη Ζένιτσα. Δεν στοίχισαν όμως. Απέναντι στον Τιερί Ανρί θα ήταν οξύμωρο να περάσουν έτσι. Ευτυχώς όμως μιλάμε απλά για ένα φιλικό. Ας μείνει αυτό ως μία μικρή και χρήσιμη υπενθύμιση για το μέλλον...