Ήταν σχεδον έντεκα το βράδυ, αλλά ο ήλιος ακόμα ήταν ψηλά στον ουρανό, όπως συμβαίνει στις χώρες του Βορρά όλο το καλοκαίρι. Το ημερολόγιο έδειχνε 7 Σεπτέμβρη και στο Τόφτιρ, ένα γραφικό ψαροχώρι του συμπλέγματος των Νήσων Φερόε, η θερμοκρασία είχε αρχίσει να πέφτει. Φορώντας ένα αντιανεμικό, περίμενα έξω από την πόρτα των αποδυτηρίων της Εθνικής ομάδας. Η πρώτη νίκη τής μετα-Μουντιάλ εποχής έκλεινε έναν τεράστιο κύκλο παρουσίας στην Εθνική ομάδα τού Δημήτρη Σαραβάκου, ο οποίος μάλιστα είχε βάλει και ένα γκολ με σουτ-κεραυνό. Το τελικό 5-1 ήταν κολακευτικό για τους γηπεδούχους, διότι το νέο αίμα στην ενδεκάδα, αυτό που ο Κώστας Πολυχρονίου εμπιστευόταν, είχε ανεβάσει τον πεσμένο... αιματοκρίτη! Oκτώ λεπτά πριν από το τέλος εκείνου του παιχνιδιού, ένα νεαρό παιδί είχε πάρει θέση δίπλα από τη γραμμή της σέντρας, έτοιμο για την παρθενική συμμετοχή του. Εκανε τον σταυρό του, έδωσε το χέρι στον Μηνά Χαντζίδη, ο οποίος έβγαινε, και μπήκε. Στην πρώτη φάση πήγε να κάνει ένα τάκλιν, αλλά ο αντίπαλος τον πρόλαβε. Πεσμένος στο έδαφος, δεν το έβαλε κάτω. Εκανε και δεύτερη προβολή, καταφέρνοντας να πετάξει την μπάλα σε πλάγιο.
Αυτη η φαση δεν θα μπει ποτέ σε ένα αφιέρωμα για την καριέρα του Θοδωρή Ζαγοράκη. Κανείς δημοσιογράφος που θα έφτιαχνε ένα βίντεο για την αποχώρησή του από την Εθνική ομάδα δεν θα επέλεγε κάτι τόσο απλό. Αν όμως η ζωή και η καριέρα του γινόταν ταινία, είμαι βέβαιος πως ένας ξένος σκηνοθέτης θα ήθελε αυτήν ακριβώς την εικόνα, για να υποστηρίξει το σενάριο. Ούτε την επική ντρίμπλα στον Λιζαραζού, που την ακολουθεί η συστημένη σέντρα στο κεφάλι του Χαριστέα, ούτε την πανέξυπνη κίνηση (σαν του πολυμήχανου Οδυσσέα, όπως εύγλωττα περιέγραφε ο Γιώργος Χελάκης) στο πρώτο του γκολ με το εθνόσημο κόντρα στη Δανία πριν στηθεί το τείχος ούτε καν το στιγμιότυπο να σηκώνει το Κύπελλο στη Λισσαβώνα. Η αληθινή ωδή στην καριέρα του, στην παρουσία του με την Εθνική ομάδα, στην αρχηγική εμφάνισή του όλα αυτά τα χρόνια, ήταν εκείνη η πρώτη του ενέργεια. Η αποφασισμένη και παλικαρίσια ενέργεια να ξεπεράσει τη συμβατικότητα. Να ξεπεράσει τον εαυτό του. Να κάνει αυτό που η ψυχή του υπαγόρευε.
Δεν ειναι τυχαιο πως, σε εκείνη την πρώτη φορά στα Φερόε, ο ήλιος δεν είχε δύσει, παρά το προχωρημένο της ώρας. Το πιο φωτεινό άστρο του σύμπαντος αποτελεί την πηγή ζωής και ενέργειας. Ηθελε και αυτό να είναι παρόν στην ανατολή της διεθνούς καριέρας του ανθρώπου που έμελλε να ζήσει τις πιο λαμπρές στιγμές στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Κανείς δεν έχει σηκώσει πρώτος ένα τόσο σπουδαίο τρόπαιο, κανείς δεν έχει αναδειχτεί MVP σε μεγάλη διοργάνωση, κανείς δεν ψηφίστηκε στην «Χρυσή Μπάλα» τόσο ψηλά (5ος), κανείς δεν μπήκε ποτέ στη λίστα της ΦΙΦΑ (9ος), από αυτούς που γέννησε αυτός ο τόπος. Και είναι πολύ πιθανό να μην ξαναϋπάρξει. Κανείς δεν έφτασε τα 119 ματς, έναν ιλιγγιώδη αριθμό που βάζει τον πήχη πολύ ψηλά για όποιον στο μέλλον θελήσει να διεκδικήσει την ποδοσφαιρική αθανασία. Και, φυσικά, αυτό το απίθανο σερί των 57 επίσημων αγώνων με το εθνόσημο, που έκανε σκόνη το προηγούμενο -με 53- του μυθικού Αγγλου Μπίλι Ράιτ, που έμοιαζε ακατάρριπτο, επιβεβαίωσε πόσο είχαν οι μοίρες αποφασίσει να ευλογήσουν τον «Ζαγόρ». Δεν πήρε πρωτάθλημα στην καριέρα του, θα πουν οι σκεπτικιστές. Στη Μυθολογία οι ήρωες ήταν πάντα θνητοί και οι θεοί επέλεγαν κάποιους να τους μεταβάλουν σε ημίθεους. Ακόμα και ο Αχιλλέας είχε ευάλωτο σημείο την πτέρνα και το βέλος του Πάρι τον πέτυχε ακριβώς εκεί. Ισως ήταν επιθυμία των ποδοσφαιρικών θεών να αποτελέσει την... αχίλλειο πτέρνα του Ζαγοράκη αυτό ακριβώς, το να μείνει χωρίς πρωτάθλημα. Ο ίδιος, το βράδυ που συμπλήρωνε τις 100 συμμετοχές, στο ματς με το Καζακστάν, ένιωθε έναν κόμπο στον λαιμό, την ώρα που έλεγε πως νιώθει τυχερός που βίωσε πράγματα τα οποία ιερά τέρατα του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν μπόρεσαν.
Στο Τοφτιρ, αν και ψαρωμένος ως νέος, μπήκε αμέσως στο κλίμα. Ο Στράτος Αποστολάκης τον είχε δίπλα από την πρώτη στιγμή. Το περιβραχιόνιο του αρχηγού δεν ήταν στο μπράτσο του ούτε στο κλείσιμο αυτής της τεράστιας καριέρας, την Τετάρτη στη Ζένιτσα. Επειτα από 119 ματς, είπε «αντίο» με μια εξίσου μεγάλη νίκη, με 4-0, παίζοντας με την ίδια αυταπάρνηση, όπως στην πρώτη φάση στα Φερόε. Δεν είχε ποτέ γι’ αυτόν σημασία αν ήταν ο αρχηγός ή ένας απλός στρατιώτης. Είτε έπαιζε ενενήντα λεπτά είτε ένα, το έκανε με τον ίδιο τρόπο. Οταν δεν ήταν στο γήπεδο, πράγμα σπάνιο, όπως με την Τουρκία στην Πόλη το 2005 και το περασμένο Σάββατο με τη Νορβηγία, σκύλιαζε. Ηταν ο ηγέτης, όχι επειδή τον φοβόταν κανείς, αλλά επειδή όλοι τον αποδέχονταν και τον σέβονταν.
Να απαριθμησω τις στιγμές που αυτό το παλικάρι απέδειξε πόσο τσαγανό είχε, είναι άσκοπο. Πόσο ανάγκασε τους επικριτές του να καταπιούν τα λόγια τους, το γράφει η ιστορία. Ο Αϊνστάιν επέμενε πως η επιτυχία οφείλεται κατά 10% στο ταλέντο και κατά 90% στη σκληρή δουλειά και τον ιδρώτα. Ο Ζαγοράκης θα μπορούσε να αποτελέσει το τέλειο παράδειγμα. Τη βραδιά της απόλυτης ποδοσφαιρικής μέθης στη Λισσαβώνα, μου έδωσε στη μικτή ζώνη να κρατήσω το Κύπελλο του Euro. Μέχρι και σήμερα δεν έχω αισθανθεί πιο χαρούμενος, που επέλεξα τη δημοσιογραφία για επάγγελμα, από εκείνη τη στιγμή. Κοιτούσα γύρω μου να βρώ κάποιον να με τραβήξει μια φωτογραφία, αλλά δεν ήταν γραφτό. Την εικόνα, όμως, την κρατάω στην προθήκη του μυαλού μου, εκεί απ' όπου κανείς και τίποτα δεν μπορεί να τη βγάλει.
Τη νυχτα της Τέταρτης στη Ζένιτσα, ο ήλιος είχε κρυφτεί από νωρίς. Δεν ήθελε, ίσως, να τον δουν να κλαίει, όπως το Σάββατο στον Πειραιά, όταν δάκρυσε και ο ουρανός στο τελευταίο επίσημο ματς σε ελληνικό έδαφος, άσχετο αν δεν πάτησε ο ίδιος στο χορτάρι ούτε δευτερόλεπτο. Περιμένοντας τον Ζαγοράκη να τελειώσει τις δηλώσεις στην κάμερα του MEGA, ασυναίσθητα το μυαλό έτρεξε στον Σεπτέμβρη του '94 στο Τόφτιρ. Του είχα ζητήσει τη φανέλα για τον 5χρονο, τότε, γιο μου. Στο «Μπίλινο Πόλιε» στη Ζένιτσα δεν χρειάστηκε να τη ζητήσω. Την είχε ήδη στο χέρι. Μου την υπέγραψε την επόμενη μέρα στο αεροδρόμιο του Σεράγεβο. Τον ευχαρίστησα, αλλά τα λόγια σε κάτι τέτοιες στιγμές είναι φτώχεια. «Τελείωσε, φιλαράκι, αυτό ήταν», είπε. Λάθος, Θόδωρε. Τα γήινα πράγματα τελειώνουν. Τα θεϊκά παραμένουν σαν αστρόσκονη, να αιωρούνται και να προσταστεύουν όλες τις μεγάλες και αιώνιες αγάπες.