Το αεροπλάνο βρισκόταν πάνω από το Σεράγεβο, έτοιμο για προσγείωση και το βλέμμα μου, περίεργο και εξερευνητικό, ήθελε να δει αν πράγματι εκείνη η εφιαλτική εικόνα του 1997 ανήκε στο παρελθόν. Τα μοντέρνα σπίτια, τα καινούργια κτίρια, ήταν ένα ενθαρρυντικό στοιχείο. Δίπλα τους βέβαια, σαν να θέλουν να θυμίζουν σε κάθε επισκέπτη τι συνέβη εδώ μόλις πριν από μια ντουζίνα χρόνια, υπάρχουν οι χιλιάδες τάφοι. Ο Νίκος Λυμπερόπουλος κοιτούσε με περιέργεια το ολοκαίνουργιο αεροδρόμιο μόλις προσγειωθήκαμε. Δίπλα του ο Γιώργος Καραγκούνης, αρχηγός των Ελπίδων στην τελευταία μας επίσκεψη σε αυτόν τον μαρτυρικό τόπο τότε. Μιλήσαμε για το... παράπηγμα που κατ’ ευφημισμόν λεγόταν (το 1997) αεροδρόμιο, με τα τσιμέντα γκρεμισμένα και με τα σερβικά και κροατικά πολυβολεία εκατέρωθεν του διαδρόμου να σκορπίζουν τον τρόμο. Σ' εκείνο το ιστορικό ματς πριν από μία δεκαετία, η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που ερχόταν στη Βοσνία μετά τη συμφωνία της Ντεϊτόνα και τη λήξη του εμφυλίου. Το Σεράγεβο υπήρξε η πόλη που ξεκίνησε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914, με τη δολοφονία του πρίγκιπα (και διαδόχου του αυστροουγγρικού θρόνου) Φερδινάνδου. Ηταν επίσης η πόλη στην οποία με την έκρηξη της βόμβας στη λαϊκή αγορά των μουσουλμάνων ουσιαστικά ξεκίνησε η διάλυση της Ενωμένης Γιουγκοσλαβίας του Τίτο, με την έναρξη των εχθροπραξιών στις αρχές της δεκαετίας του '90. Αυτή η πόλη-φάντασμα που βίωσα τον Απρίλιο του '97, είναι σήμερα το απτό παράδειγμα της ανθρώπινης θέλησης. Τα πάντα τελικά φτιάχνονται και πάλι. Μόνο οι ζωές που χάθηκαν δεν ξαναγυρίζουν. Η συνειδητοποίηση της ματαιότητας αυτού του κόσμου ήταν το μεγαλύτερο μάθημα για όποιον είχε ακολουθήσει εκείνη την αποστολή. Πώς να εξηγήσεις σήμερα όμως με λόγια σε αυτούς που βλέπουν μια σύγχρονη πόλη να ξαναζεί, τον τρόμο του χθες;
Πήγα και πάλι, όπως και τότε, μια μεγάλη βόλτα κοντά στο ποτάμι Μιλιάκα, δίπλα από το ξενοδοχείο «Holiday Ιnn». Τότε είχε μείνει εδώ η Εθνική Ανδρών και θυμάμαι τον Στράτο Αποστολάκη να βγαίνει με πολλή προσοχή για να μιλήσει με τα παιδιά της ειρηνευτικής δύναμης του ΝΑΤΟ, που ήταν Ελληνες, έξω από τη ρεσεψιόν. Έξω από το ξενοδοχείο ήταν η περιβόητη αλέα των ελεύθερων σκοπευτών, εκεί που καθημερινά και κάθε ώρα από πυροβολισμούς έχανε τη ζωή του κι ένας πολίτης. Όση ώρα μιλούσαμε με τους φαντάρους, ένας άλλος με τεράστια κιάλια κοιτούσε τους γύρω λόφους και μόλις έβλεπε περίεργες κινήσεις μας έλεγε να πάμε ξανά μέσα! Οι δεκάδες κόκκινοι σταυροί στο έδαφος, σημειωμένοι με μαρκαδόρο, υπογράμμιζαν τη μόνη σίγουρη δίοδο για να μην πατήσεις κάποια νάρκη! Σήμερα τίποτα δεν υπάρχει εκεί έξω που να προδίδει τη φρίκη. Μόνο κάποια σημεία της πόλης παραμένουν όπως ήταν, πιθανότατα για να αποτελούν αγκάθια στα πλευρά όσων εφησυχάζουν.
Απόψε, στην τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της Βοσνίας, τη Ζένιτσα, που βρίσκεται 60 χιλιόμετρα από το Σεράγεβο, γίνεται και το ματς. Τότε, τον Απρίλιο του 1997, είχα γράψει πως το να συζητείς για παιχνίδι ζωής ή θανάτου όταν γύρω σου αυτά αποτελούν θλιβερή πραγματικότητα και όχι λέξεις κλισέ, είναι προσβολή στην ανθρώπινη φύση. Ούτε σήμερα που γύρω μου βλέπω μια πόλη ολοζώντανη και σφριγηλή, τολμώ ακόμα να αρθρώσω παρόμοια ανοησία. Το Σεράγεβο που ξαναβρήκαμε είναι μία πόλη που στέλνει μήνυμα αισιοδοξίας στον πλανήτη. Κι αυτό μετρά πιο πολύ από οποιαδήποτε ποδοσφαιρική κουβέντα.