Θεωρώ ότι τόσο μεγάλη ευκαιρία για την ΑΕΚ να κάνει την πρώτη νίκη της στο Τσάμπιονς Λιγκ δεν πρόκειται να βρεθεί εύκολα. Κι είναι πραγματικά κρίμα, γιατί όσο περνούσε η ώρα, έβλεπε κανείς την Αντερλεχτ να οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε ασφυξία και την «Ενωση» να μην μπορεί να κάνει το αυτονόητο. Να την πιάσει από τον λαιμό και τελειώσει τη δουλειά. Κι όλα αυτά σε έναν αγώνα που στράβωσε από την προθέρμανση, όταν ο Ζήκος πλήρωσε την υπερπροσπάθεια του Σαββάτου από τα 90 λεπτά του αγώνα με τον Ολυμπιακό. Μολονότι ο Κυριακίδης ξεπέρασε τον εαυτό του και όλες τις προσδοκίες, από την ΑΕΚ έλειψε το καθαρό μυαλό, η εμπειρία και η κλάση του Ζήκου.
Μπορεί το κοουτσάρισμα του Φερέρ να έδειχνε ρισκαδόρικο, εντούτοις οι περισσότερες κινήσεις του Ισπανού βγήκαν στο γήπεδο. Ειδικά μετά την είσοδο του Λυμπερόπουλου, την αλλαγή του Σέζαρ, το πέρασμα του (εξαιρετικού) Λαγού στην αριστερή πτέρυγα και την προσθήκη του ταχύτατου Λάκη, η ανάπτυξη της ΑΕΚ έγινε γρήγορη και κάθε φάση μύριζε γκολ. Εντούτοις, αυτό δεν ήρθε ποτέ. Και ας έμοιαζε η Αντερλεχτ στο δεύτερο ημίχρονο μια ομάδα κομμένη στα δύο, ανήμπορη να αναπτυχθεί με στοιχειώδη τρόπο.
Η φάση που ζητάει πέναλτι η ελληνική ομάδα στο πρώτο ημίχρονο κάλλιστα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι για την ισοπαλία. Εντούτοις, η πραγματικότητα λέει ότι η «Ενωση» για δεύτερο συνεχές παιχνίδι απέτυχε να πάρει ένα παιχνίδι με τον αντίπαλό της στριμωγμένο στα σχοινιά. Το αποτέλεσμα δεν είναι καταδικαστικό. Ωστόσο, δημιουργεί υποχρέωση νίκης σε κάποιο από τα δύο παιχνίδια με τη Λιλ. Η Αντερλεχτ δεν φόβισε κανέναν. Και δεν πείθει ότι αξίζει να βρεθεί στο τέλος πάνω από την ελληνική ομάδα, η οποία μπορεί και πρέπει να διεκδικήσει αποτέλεσμα στις Βρυξέλλες. Χθες, η ΑΕΚ (δεδομένων των ειδικών συνθηκών από τους πολλαπλούς τραυματισμούς) ξεπέρασε τον εαυτό της. Ούτε και αυτό, όμως, στάθηκε αρκετό...