Ο Βασίλης Σεβαστής στην πρώτη του συνέντευξη χωρίς τον τίτλο του προέδρου του ΣΕΓΑΣ να… βαραίνει τους ώμους του μίλησε στη Sportday για τη διαδοχή του, πλέκοντας το εγκώμιο του Κώστα Παναγόπουλου. «Έχει απόλυτη επάρκεια να ανταποκρίνεται σε μεγάλο βαθμό στο σύνολο των υποχρεώσεων ενός προέδρου», επεσήμανε για το… νέο αφεντικό της ομοσπονδίας του κλασικού αθλητισμού.
Ακολουθεί απόσπασμα της συνέντευξης του Βασίλη Σεβαστή. Όλη στο σημερινό φύλλο της Sportday.
-Την πρώτη ημέρα που μπήκατε σ’ αυτό το γραφείο, ξέρατε τι σας περίμενε;
«Ηταν μία εποχή που ο ΣΕΓΑΣ, τόσο η εικόνα του όσο και η οργάνωσή του, ήταν σε κακό σημείο. Οσοι αναλάβαμε πριν από 15 χρόνια, και λόγω ηλικίας αλλά και δυναμικής και όρεξης για δουλειά, είχαμε τη βεβαιότητα ότι θα αλλάξουμε την ομοσπονδία, παρά τα προβλήματα που ξέραμε πως υπήρχαν. Τότε όμως δεν μας φόβιζε τίποτα για το αν θα πετύχουμε τους στόχους μας».
-Πιστεύατε ότι μπορούσατε να αλλάξετε τον κόσμο;
«Κατά κάποιο τρόπο, ναι».
-Το καταφέρατε τελικά;
«Αρκετά. Οχι βέβαια όσο ήθελα. Γιατί στη ζωή πολλές φορές αυτά που προγραμματίζει κανείς, ιδιαίτερα στα κοινά, εξαρτώνται και από εμάς και από το γενικότερο περιβάλλον στο οποίο λειτουργούμε».
-Τι λάθη έχετε κάνει σε χειρισμούς καταστάσεων;
«Εχω κάνει πολλά λάθη. Τα περισσότερα έχουν να κάνουν με το ότι εμπιστεύτηκα και στήριξα ανθρώπους που με διέψευσαν και σε περιπτώσεις με πρόδωσαν. Οταν κάποιος έχει πολυσχιδή δραστηριότητα όπως και εγώ, είναι προφανές ότι θα κάνει αρκετές λάθος εκτιμήσεις όχι μόνο σε πρόσωπα αλλά και σε ζητήματα λειτουργίας».
-Πέρα από τα κρούσματα, ο ελληνικός στίβος είχε και επιτυχίες. Γιατί δεν αξιοποιήθηκαν;
«Δεν μπορεί να γίνει σύγκριση με το πώς μπορεί να το κατάφεραν αυτό το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. Αυτά τα αθλήματα έχουν διαφορετική δυναμική. Η επανάσταση στον αθλητισμό έγινε με τον σχεδιασμό του 1984. Τότε και χωρίς να έχουμε επιτυχίες, υπήρξε άνθηση, με δημιουργία σωματείων και μαζική προσέλευση παιδιών. Ετσι ήρθαν οι επιτυχίες στο τέλος της δεκαετίας του '90.Δυστυχώς οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 υπήρξαν ορόσημο παρά την επιτυχία τους. Διότι αποδείχτηκε ότι δεν είχε γίνει μεταολυμπιακός σχεδιασμός και άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Ετσι άρχισε η κάμψη και φθορά που έχει οδηγήσει το σύνολο του ελληνικού αθλητισμού κάποια χρόνια πίσω».
-Υπάρχει περιθώριο να ξεκινήσει από την αρχή ο ελληνικός αθλητισμός, για να ανακάμψει;
«Μιλάμε για πολύ δύσκολη συγκυρία. Τα τελευταία 3 χρόνια η πολιτεία θα μπορούσε να κάνει μία βαθιά τομή στο θεσμικό και νομοθετικό πλαίσιο του αθλητισμού, δεν έκανε τίποτα. Υπάρχουν προτάσεις με πράγματα που δεν κοστίζουν ώστε να βρούμε ένα νέο μοντέλο και όταν έρθουν καλύτερες μέρες να ξαναγνωρίσει άνθηση ο ελληνικός αθλητισμός».
-Τι κερδίσατε στα 15 χρόνια θητείας;
«Οικονομικά έχασα πολλά. Αλλά κέρδισα εμπειρίες ζωής, φίλους. Τη μεγάλη ικανοποίηση να με τιμούν και να με στηρίζουν το σύνολο σχεδόν των ανθρώπων του χώρου. Κέρδισα και πολλούς εχθρούς. Μέσα από την προσπάθειά μου να μην υπάρχουν στοιχεία στο ΣΕΓΑΣ και στον χώρο που δεν συμβάδιζαν με τις αρχές και τα πιστεύω μου. Εκεί έκανα τις συγκρούσεις που έπρεπε και αυτά δημιουργούν εχθρούς».
-Και τι σας κόστισαν αυτά τα 15 χρόνια;
«Το μεγαλύτερο τίμημα ήταν ο χρόνος που στέρησα από την οικογένειά μου γιατί πραγματικά δόθηκα ολοκληρωτικά σε αυτό το καθήκον. Κατά δεύτερο λόγο, στέρησα και οικονομικούς πόρους από την οικογένειά μου. Αυτά τα δύο, μαζί με τη θέση αρχής ότι όφειλα να μην καταντήσω ισόβιος πρόεδρος, ήταν αυτά που με ώθησαν να δρομολογήσω τη διαδοχή. Πιστεύω ότι και από τη θέση του γραμματέα θα έχω περισσότερο χρόνο για τον εαυτό μου και την οικογένειά μου».
-Ως άνθρωπος που υπήρξε 15 χρόνια πρόεδρος, ποια είναι η βασική συμβουλή που θέλετε να δώσετε στον Κώστα Παναγόπουλο;
«Να μη χάσει την ανάγκη που νιώθει και τον προσανατολισμό του να προσφέρει γι’ αυτό που αγαπάει. Να είναι συνολικά η δική του διαδρομή θετική και να δώσει όσο δυνατόν περισσότερα πράγματα μπορεί. Αυτό θα δικαιώσει την επιλογή μου, τον ίδιο, αλλά κυρίως θα βοηθήσει το άθλημα να προχωρήσει μπροστά».
-Σε ποια περίπτωση φτάσατε στο σημείο να πείτε ότι θα παραιτηθείτε αυτά τα 15 χρόνια;
«Δεν σκέφτηκα ποτέ να φύγω. Οι πιο επώδυνες στιγμές όμως ήταν εκείνες των θετικών κρουσμάτων, ιδιαίτερα μεγάλων αθλητών. Ηταν δύσκολες, όχι μόνο γιατί αισθανόμουν ότι προσωποποιούνταν η ευθύνη στην ομοσπονδία ή στο πρόσωπό μου. Αλλά και γιατί δεν μπόρεσα ποτέ να κατανοήσω γιατί μεγάλοι και ταλαντούχοι αθλητές, είτε εν γνώσει τους είτε εν αγνοία τους, έκαναν χρήση απαγορευμένων ουσιών προκαλώντας μία τεράστια ζημιά και στον εαυτό τους αλλά και στο άθλημα και την ομοσπονδία. Αυτές οι στιγμές ήταν από τις πιο δύσκολες που πέρασα. Χωρίς όμως να περάσει από το μυαλό μου σκέψη για να τα παρατήσω και να φύγω. Γιατί είχα πλήρη συναίσθηση και της υποχρέωσης να μείνω και να παλέψω, αλλά και της ανάγκης να συνεχίσω την προσπάθεια».