Από χαρά ή λύπη, μετά από μια μεγάλη επιτυχία ή αφού μόλις είχαν δει τα όνειρά τους να γίνονται εφιάλτες, δεν έχει σημασία. Για μια ακόμη φορά, μερικές από τις πιο δυνατές εικόνες των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, αποτυπώνουν κλάμα. Για την ακρίβεια, πολύ κλάμα. Το sport-fm.gr σας θυμίζει κάποιες από τις στιγμές που μας συγκλόνισαν.
Όταν οι Βρετανοί διοργανωτές έλεγαν πως σκοπός τους ήταν να αναδείξουν την ανθρώπινη πλευρά των Αγώνων, μάλλον ούτε οι ίδιοι δεν περίμεναν πως θα είχαν τόση… υποστήριξη από τους πραγματικούς πρωταγωνιστές, τους αθλητές.
Γράφει ο Νικόλας Ακτύπης
Η ηλικία ή το φύλο ελάχιστη διαφορά κάνουν στον τρόπο που ο καθένας διαχειρίζεται τα συναισθήματά του. Όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει κάνοντας ένα κλικ πάνω στις φωτογραφίες, το δάκρυ κυλά στα μάγουλα ενός πυγμάχου με την ίδια ευκολία που κλαίει κι ένα κοριτσάκι της ρυθμικής που ακόμη καλά-καλά δεν έχει μπει στην εφηβεία.
Αν θα έπρεπε να ξεχωρίσουμε, πάντως, μια εικόνα, σίγουρα εκείνη που θα μείνει χαραγμένη για πάντα στη μνήμη μας αφορά τον Φέλιξ Σάντσες. Στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, χαρακτηρίστηκε «Σούπερμαν» και «Δικτάτορας» των 400μ με εμπόδια, μετρώντας 43 συνεχόμενες νίκες. Ένας τραυματισμός στον πρώτο του αγώνα μετά το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στην Αθήνα τον άφησε τόσο πίσω που έκανε πολλούς να πουν πως ποτέ δεν θα μπορούσε να φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο πρωταθλητισμού. Ο αθλητής από τη Δομινικανή Δημοκρατία τους διέψευσε όλους τη βραδιά της 6ης Αυγούστου 2012, όταν έκοψε πρώτος το νήμα και αποθεώθηκε από τον κόσμο. Με μια κίνηση που δύσκολα θα μπορούσε να προβλέψει κανείς, όπως και τη νίκη του, ο 35χρονος Σάντσες γονάτισε και έκλαψε πάνω από μια φωτογραφία της γιαγιάς του, την οποία είχε χάσει. Το πραγματικό… σόου ήρθε στην απονομή των μεταλλίων, όπου πολύ δύσκολα μπορεί να θυμηθεί κανείς τόσο δυνατή εικόνα όσο της δικής του πάνω στο βάθρο. Υπό βροχή και κλαίγοντας γοερά, κέρδισε το πιο ζεστό χειροκρότημα που είχαν χαρίσει ποτέ οι 80.000 θεατές που κατέκλυσαν το Ολυμπιακό στάδιο του Λονδίνου.
Ξεχωριστή, έτσι όπως μάλιστα εξελίχθηκε, ήταν και η περίπτωση της Νατζέγια Όσταπτσουκ. Συνηθισμένη να φωτογραφίζεται είτε ως δεύτερη, είτε ως τρίτη στο πλευρό της Βάλερι Άνταμς, απόλυτης κυρίαρχου στη σφαιροβολία. Απολύτως φυσιολογική, επομένως, η αντίδρασή της τη στιγμή που άκουγε -επιτέλους- τον εθνικό ύμνο της Λευκορωσίας να παίζει για χάρη της στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου. Λίγες ημέρες αργότερα εκείνα τα δάκρυα ευτυχίας θα μετατρέπονταν σε κλάμα ντροπής και απογοήτευσης. Τα αποτελέσματα του ντόπινγκ κοντρόλ στο οποίο υποβλήθηκε έδειξε πως ήταν ντοπέ. Η εξέλιξη φυσιολογική. Αντίο χρυσό μετάλλιο, αντίο μεγαλεία και το μόνο που έμεινε να της θυμίζει την πιο «μεγάλη της ώρα» είναι εκείνες οι εικόνες στο βάθρο με τη Νεοζηλανδή αυτήν τη φορά στο πλευρό της κι όχι στην κορυφή.
Από τις πολλές άλλες δακρύβρεχτες εικόνες θα κρατήσουμε ακόμη μία. Εκείνη της Σιν Α Λαμ, η οποία εκπροσώπησε τη Νότια Κορέα στην ξιφασκία. Ένα δευτερόλεπτο. Τόσο μακριά βρέθηκε από την πρόκριση στον τελικό του αγωνίσματός της, όμως το χρονόμετρο και οι κριτές είχαν διαφορετική άποψη. Συγγνώμη λάθος, της είπαν όταν εκείνη ετοιμαζόταν να πανηγυρίσει, ζητώντας της παράλληλα να επιστρέψει για ένα ακόμη δευτερόλεπτο στον αγώνα. Σαστισμένη ακόμα από την απόφαση, δέχτηκε το καθοριστικό χτύπημα που την άφησε εκτός συνέχειας κι έμεινε αποσβολωμένη για περισσότερη από μία ώρα εκεί κλαίγοντας. Αργότερα η οργανωτική επιτροπή της πρότεινε ένα ειδικό μετάλλιο για το ήθος της. Νομίζω πως –με άλλα, πιο κομψά λόγια- τους είπε να το βάλουν εκεί που ξέρουν…