Ο Ιακωβάκης βαρέθηκε να του χτυπούν την πλάτη με κατανόηση και απολαμβάνει να αιφνιδιάζει με την… ανάστασή του.
Ο περίπου δύο ετών γιος του, τριγυρνά στο σπίτι… σέρνοντας το μετάλλιο του πρόσφατου Πανελληνίου πρωταθλήματος. Και ο μπαμπάς του, για πρώτη φορά έπειτα από δύο χρόνια, ασχολείται ξανά με το ίδιο αντικείμενο.
Μετάλλιο. Στο μυαλό του Περικλή Ιακωβάκη βρίσκεται. Στις κουβέντες του, όχι ακόμη. Παρότι αυτή τη στιγμή είναι ο ταχύτερος αθλητής της σεζόν στα 400 μ. εμπόδια που θα πάρει θέση στην εκκίνηση του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος (27/6-1/7), χάρη στο 49.04 που σημείωσε στο Ολυμπιακό στάδιο το περασμένο Σάββατο.
Δεν είναι φόβος ή έλλειψη σιγουριάς. Αλλωστε, ακριβώς την ίδια τακτική είχε ακολουθήσει το 2006. Τότε που πήγαινε στο Γκέτερμπογκ ως το απόλυτο, αδιαμφισβήτητο και όποιο άλλο επίθετο μπορεί να προσθέσει κανείς σε ένα φαβορί που δεν πρόκειται να χάσει. Οπως και δεν έχασε βέβαια τότε τον τίτλο του πρωταθλητή Ευρώπης.
Συνέντευξη στη Ρούλα Βλασσοπούλου
«Το ίδιο ισχύει και τώρα. Θα πάω στο Ελσίνκι με την καλύτερη επίδοση. Αλλά αν ήταν έτσι θα… με έπαιρναν τηλέφωνο, θα με ρωτούσαν αν άλλαξα διεύθυνση και θα μου το έστελναν», λέει γελώντας ο Ιακωβάκης και προσθέτει: «Πρέπει να κάνουμε υπομονή δέκα ημέρες».
Για να φτάσει βέβαια πάλι να μιλάει για μία θέση στο βάθρο, πέρασε αρκετά. Το 2010, αλλά κυρίως η επόμενη χρονιά, ήταν καταστροφική. Σε κάθε κούρσα ήταν ακόμη πιο εκνευρισμένος, καθώς δεν μπορούσε να καταλάβει τι πάει στραβά. Και το χειρότερο ήταν πως για πρώτη φορά από το 1997 είδε σαν θεατής μία μεγάλη διοργάνωση, το Παγκόσμιο πρωτάθλημα στο Νταεγού.
Οταν πέρασε το καλοκαίρι, ήρθε αντιμέτωπος με μία διαφορετική κατάσταση. Τότε, όταν συμπεριλήφθηκε στην προ-ολυμπιακή ομάδα παρότι δεν είχε το όριο για το Λονδίνο, έλεγε «ελπίζω να μην έγινε λόγω ονόματος, αλλά επειδή πιστεύουν ότι μπορώ να κάνω την επίδοση». Στην πορεία ανακάλυψε πως μάλλον δεν ήταν έτσι.
«Εχω την αίσθηση ότι δεν το πίστευαν και πολλοί. Ελάχιστοι περίμεναν ότι μπορώ να κάνω μία καλή επίδοση. Εγώ πιστεύω ότι μπορώ να τρέξω ακόμη πιο γρήγορα», λέει.
Η πρώτη εντύπωση πως τον αντιμετωπίζουν σαν… ζόμπι που αναστήθηκε, ήρθε έπειτα από την πρεμιέρα του, όταν με 49.93 έπιασε το όριο για το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα.
«Δέχθηκα συγχαρητήρια από τόσους πολλούς, που έπαθα σοκ! Ελεγα "δεν μπορεί, κάτι έχω κάνει λάθος". Από ότι φαίνεται όμως, με θεωρούσαν ξοφλημένο. Ελάχιστοι περίμεναν ότι μπορούσα να ανατρέψω μία αρνητική διετία- ειδικά στην ηλικία μου- και να αντιστρέψω τη ροή των πραγμάτων», τονίζει ο Ιακωβάκης.
Αν και προσθέτει πως δεν είδε τους γύρω του να αλλάζουν, υπήρχε κάτι που δεν άντεχε στη συμπεριφορά τους το 2011. «Δεν μπορούσα να καταλάβω αυτούς που μου έλεγαν "δεν πειράζει". Αυτό το χτύπημα στην πλάτη που συνοδευόταν με το "το σώμα μεγαλώνει σιγά σιγά" με τρέλαινε!».
Δεν είναι το πείσμα ενός αθλητή που μεγαλώνει και δεν το καταλαβαίνει. Ο Ιακωβάκης ξέρει να διαβάζει το σώμα του. Και επίσης έχει κάνει την… έρευνά του.
«Στα 400 μ. εμπόδια έχουν υπάρξει αθλητές μεγαλύτεροί μου, που έχουν τρέξει γρήγορα. Αν δεν το θυμούνται κάποιοι, μπορώ να τους βοηθήσω. Τον Αύγουστο του 2002, ως πιτσιρικάς είχα τρέξει σε έναν τελικό στον οποίο αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης ο 33χρονος τότε Στεφάν Ντιαγκανά και μάλιστα με μία από τις καλύτερες επιδόσεις της καριέρας του. Αφού μπορεί αυτός, γιατί όχι και εγώ», λέει ο Ιακωβάκης που είναι ακριβώς στην ίδια ηλικία αυτή τη στιγμή.
«Νομίζω πως έχω κερδίσει το δικαίωμα του σεβασμού από τους αντιπάλους και τους συναθλητές μου. Οπως και εγώ αντιμετώπιζα με σεβασμό τον τεράστιο αθλητή που λεγόταν Ντιαγκανά, το ίδιο περιμένω και από εκείνους», συμπληρώνει, αλλά αμέσως γελώντας παραδέχεται πως αυτή η αλλαγή έχει και τα καλά της.
Τα προηγούμενα χρόνια είχαν μεγάλες απαιτήσεις από εκείνον και αυτός απλά τις επιβεβαίωνε. «Τώρα που δεν με πιστεύουν αλλά τρέχω, είναι σαφώς πιο απολαυστικό!», τονίζει.
Σαφώς το 2011 έφτασε σημείο να μην θέλει να βρεθεί στο στάδιο. «Δεν ήθελα καν να τρέξω ή να κάνω προπόνηση. Ηταν μία αρρωστημένη κατάσταση που μία ημέρα πονούσα και δύο όχι. Το πάλεψα ως το τέλος, αν και ακόμη δεν έχω καταλάβει αν έπρεπε να σταματήσω νωρίτερα».
Οπως και υπήρξε περίπτωση που ήθελε να σπάσει την τηλεόραση στο σπίτι του. «Δεν θέλω ούτε να θυμάμαι τον τελικό του Νταεγού. Είδα πως με την επίδοση που ήμουν τρίτος το 2003, αυτή τη φορά πήραν χρυσό. Με το 48.42 που ήμουν πέμπτος το 2009, εκεί θα ήμουν δεύτερος. Το έβλεπα και έλεγα "τι κάνω εγώ εδώ". Από την άλλη όμως, παγκόσμιος πρωταθλητής είναι αυτός που είναι εκεί φτάνει στον τελικό και τον κερδίζει. Αλλιώς θα μας έστελναν τα μετάλλια σπίτι με τις επιδόσεις», καταλήγει.
Θεού θέλοντος όπως λέει πάντα και ο ίδιος, αυτή τη φορά θα είναι εκεί. Τόσο στο Ελσίνκι όσο και στο Λονδίνο. Και σε όσους πιστεύουν ότι μεγάλωσε πια, στέλνει το μήνυμα πως… έχει ακόμη.