Ότι είναι μεγάλος παίκτης το ξέραμε.
Κι ας μην προλάβαμε να το διαπιστώσουμε στην Ελλάδα.
Σε 1,5 ώρα όμως, οι σπουδαστές του «Κέντρου Αθλητικού Ρεπορτάζ» διαπίστωσαν και κάτι άλλο:
Ότι ο Έιντουρ Γκούντγιονσεν είναι… ωραίος τύπος!
Ακούγοντάς τον να αντιμετωπίζει με χιούμορ τα «βάσανα» στην ΑΕΚ. Να ξεκαθαρίζει πως δεν μετάνιωσε που ήρθε σ’ αυτή. Κι αφού αποθέωσε Μουρίνιο και… Γεωργέα κι εξήγησε γιατί η Μπαρτσελόνα είναι «mes que un club», να ετοιμάζει αποδείξεις σε όσους τον θεωρούν «τελειωμένο».
Του Γιώργου Μαραθιανού
Βλέποντάς τον στην αρχή υποθέτεις ότι το «Ice Man» δεν του κόλλησε λόγω εθνικότητας. «Πολύ ιστορία το παίζει. Αυτός είναι πιο αγέλαστος κι απ’ τον Μπάγεβιτς», σκέφτεσαι. Κάνεις λάθος. Διότι όταν… σπάει ο πάγος, ο «Γκούντι» λύνεται.
Αρχίζεις να το διαπιστώνεις όταν μιλά γι’ αυτό που τον έχει εντυπωσιάσει στην Ελλάδα. «Υπάρχει πολύ πάθος και η ατμόσφαιρα στα γήπεδα είναι πάντα καλή. Μερικές φορές… περισσότερο καλή απ’ όσο πρέπει», απαντάει γελώντας. Όχι ότι δεν είχε καταλάβει που ήρθε. «Όταν έφτασα το καλοκαίρι και είδα την ανταπόκριση από τον κόσμο, αισθάνθηκα αμέσως την πίεση που υπάρχει». Κι ας μην ήξερε πολλά για μας: «Μόνο 2-3 ομάδες και φυσικά την Εθνική σας, που κατέκτησε το Euro 2004. Ήταν ένα τεράστιο επίτευγμα και ενέπνευσε πολλές ομάδες σε όλο τον κόσμο. Τους έδωσε πίστη ότι μπορούν κι εκείνες να τα καταφέρουν».
Κρίνοντας από την κατάσταση που βρήκε στην ΑΕΚ, θα του ‘λεγε κανείς: «Δεν ήξερες, δεν ρώταγες»; Εκείνος δεν το βλέπει έτσι: «Το καλοκαίρι είχα 1-2 προτάσεις από την Premier League. Ένιωθα, όμως, ότι έχω κλείσει τον κύκλο μου εκεί. Από την άλλη, οι άνθρωποι της ΑΕΚ μου “πούλησαν” ωραία την ιδέα του να αγωνιστώ σ’ εκείνη. Ενδεχομένως και να έκαναν την κατάσταση να μοιάζει… ομορφότερη (γέλια). Δεν το μετανιώνω, όμως, που ήρθα στην ΑΕΚ και είμαι αποφασισμένος να υποστηρίξω μέχρι τέλους την απόφασή μου».
Εντάξει στα λόγια. Δεν το μετανιώνει. Στην πράξη, όμως; Θα μείνει στην ΑΕΚ; Πιστεύει ότι θα βελτιωθούν τα πράγματα; «Όλοι ξέρουν την κατάσταση που επικρατεί στην ΑΕΚ. Εγώ διαπίστωσα στην πορεία πόσο δύσκολη είναι. Όλοι οι άνθρωποι του συλλόγου, όμως, δουλεύουν για να βρεθεί μια λύση. Έχω ένα χρόνο συμβόλαιο ακόμα και θεωρητικά θα μείνω. Τους πέντε τελευταίους μήνες, όμως, είμαι συγκεντρωμένος στο πώς θα επιστρέψω από τον σοβαρό τραυματισμό μου. Ελπίζω ότι αυτό θα γίνει σύντομα, θα είμαι ξανά υγιής και το καλοκαίρι θα μπορούμε να συζητήσουμε το καλύτερο για μένα και για την ΑΕΚ».
Όταν θυμάται τον τραυματισμό του, πάντως, συννεφιάζει. Το πρόσωπο ξαναθυμίζει το «Ice Man». Αλλά μόνο απογοήτευση δεν βλέπεις στα λόγια του: «Έχω επανέλθει σχεδόν 100%. Αγαπώ πολύ το ποδόσφαιρο για να σκεφτώ να σταματήσω. Αυτό ήταν που με κράτησε και στο διάστημα της αποθεραπείας μου. Όταν τραυματίζεσαι τόσο σοβαρά, διαπιστώνεις πόσο σου λείπει αυτό που κάνεις. Και πόσο πολύ το αγαπάς», σου εξηγεί με τρόπο που θα ‘κανε κάθε αμετανόητος «καψούρης».
Και στο ξεκαθαρίζει: «Δεν σκέφτομαι το τέλος της καριέρας μου. Προτιμώ να σκέφτομαι το επόμενο ματς που θα μπορέσω να ξαναπαίξω».
Άλλωστε, το είχε καταφέρει και την προηγούμενη φορά που απείλησε να «τον πάρει από κάτω». Λίγο αφότου έγραψε ιστορία, κάνοντας αλλαγή τον… πατέρα του στο ντεμπούτο με την εθνική Ισλανδίας: «Η ιστορία με την αλλαγή του πατέρα μου είναι όντως εντυπωσιακή, αλλά ξυπνάει δυσάρεστες αναμνήσεις στην οικογένειά μου. Δεν ξεκίνησα απ’ την αρχή, όπως ήταν προγραμματισμένο και τον αντικατέστησα, ώστε να παίξω λίγες μέρες μετά και σ’ ένα παιχνίδι της εθνικής Ελπίδων. Πήγα, έπαιξα και έσπασα το πόδι μου. Μου πήρε δυο μήνες να συνέλθω, αλλά τα κατάφερα».
Γενικά όταν μιλάει για την οικογένεια του, δεν κρύβει την περηφάνια του: «Ο πατέρας μου, ως πρώην ποδοσφαιριστής, ήταν πάντα δίπλα μου. Θυμάμαι τη μητέρα μου -που είναι η μεγαλύτερη θαυμάστριά μου- να γυαλίζει τα παπούτσια και να μου ετοιμάζει δείπνο μετά τις προπονήσεις», λέει. Αλλά και για τη χώρα του, φουσκώνει σαν… παγώνι:
«Είμαι περήφανος για τη χώρα μου. Είναι μικρή, αλλά με πολύ ταλαντούχους ανθρώπους. Και η εθνική μας έχει παίξει σε υψηλό επίπεδο, παρόλο που δεν έφτασε σε κάποιο Μουντιάλ ή Euro». Αλλά δεν καμαρώνει μόνο γι’ αυτό: «Όντως ταλαιπωρήθηκε και η Ισλανδία από την κρίση. Και μπορεί να φαίνεται ότι έχει τελειώσει, αλλά δεν είναι έτσι. Υπάρχουν ακόμη πολλοί άνθρωποι που παλεύουν καθημερινά. Δεν είμαι πολιτικός, αλλά ξέρω ότι ακόμα δεν είμαστε έξω από το πρόβλημα. Είμαι περήφανος, όμως, για όσα έχει καταφέρει η Ισλανδία και για το πώς ανταποκρίθηκε σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση».
Εκτός της χώρας του, όμως, ο «Γκούντι» έχει πολλούς ακόμα λόγους να υπερηφανεύεται. Δεν έχουν παίξει όλοι σε Τσέλσι και Μπαρτσελόνα… «Περισσότερο απόλαυσα περισσότερο τα έξι χρόνια στην Τσέλσι», εξομολογείται. «Ένιωθα πολύ σημαντικός για τον σύλλογο και το πρωτάθλημα που κατέκτησα μαζί της ήταν ένα όνειρο που είχα από παιδί».
Η Μπαρτσελόνα, όμως, είναι… κάτι άλλο. Είναι όντως «mes que un club», όπως επιβεβαιώνει κι ο ίδιος: «Μοιάζει περίεργο σε κάποιον που το βλέπει απέξω, αλλά όταν το ζήσεις από μέσα, το καταλαβαίνεις. Η Μπαρτσελόνα αντιπροσωπεύει όλη την Καταλωνία και όχι μόνο τη Βαρκελώνη. Βλέπεις ότι όλα τα παιδιά -σε όλα τα αθλήματα του συλλόγου- αρχίζουν να εκπαιδεύονται από παιδιά για να καταλάβουν τι σημαίνει να παίζεις για την Μπαρτσελόνα. Κι αυτό είναι που την κάνει διαφορετική».
Και να μην… ήθελε, εξάλλου, να το καταλάβει, είχε φροντίσει να του το «εξηγήσει» η στάση των ΜΜΕ. «Στην Αγγλία υπάρχουν πολλές εφημερίδες, αλλά ασχολούνται με όλους. Στην Ισπανία, κάθε μέρα 10 εκπομπές και 5 εφημερίδες ασχολούνταν με τα θέματα της Μπαρτσελόνα. Έβλεπες σε εφημερίδες της Βαρκελώνης 25 σελίδες για την Μπάρτσα και… μία στο τέλος για την Εσπανιόλ».
Ο ίδιος, πάντως, με τους δημοσιογράφους ποτέ δεν ήταν κολλητός. «Λόγω χαρακτήρα, δεν δίνω πολλές συνεντεύξεις. Νομίζω, μάλιστα, ότι κανένας δημοσιογράφος στην Ελλάδα δεν έχει το τηλέφωνό μου»… αυταπατάται γελώντας. Κι ας παραδέχεται ότι «αν δεν ήμουν ποδοσφαιριστής, θα ήθελα να γίνω αθλητικός συντάκτης».
Ευτυχώς για τον ίδιο, έγινε ποδοσφαιριστής. Και δεν κατέκτησε απλά τίτλους. «Νιώθω τυχερός που έπαιξα με συμπαίκτες και αντιπάλους τους μεγαλύτερους παίκτες στον κόσμο» εξηγεί. «Αν έπρεπε να ξεχωρίσω, πάντως, θα έλεγα τον Βραζιλιάνο Ρονάλντο, τον Ροναλντίνιο και τον Μέσι. Τη σειρά… δυναμικότητας αποφασίστε την εσείς» ξεφορτώνεται την ευθύνη.
Δεν το κάνει, όμως, όταν τον ρωτάς ποιον Έλληνα παίκτη έχει ξεχωρίσει. «Πάνω απ’ όλους τον Γεωργέα» είναι η αυθόρμητη απάντηση. Και το γέλιο που τη συνοδεύει δεν είναι (μόνο) επειδή κάνει πλάκα: «Αν ήταν 25 χρονών, θα έπαιζε στο εξωτερικό» επιβεβαιώνει για τον one and only «Φούλη». Και κολακεύει έναν άλλο που είναι… κάπου σ' αυτή την ηλικία. «Υπάρχουν κάποιοι νέοι παίκτες με ταλέντο στην ΑΕΚ. Ο Μανωλάς, ας πούμε, μπορεί να παίξει σε υψηλότερο επίπεδο και είναι στο χέρι του να το καταφέρει -αν δουλέψει σωστά και σεβαστεί το ταλέντο του».
Μιλώντας, όμως, για σεβασμό, για κανέναν δεν δείχνει να τρέφει περισσότερο από τον «προπονητή που συνεργάστηκα καλύτερα απ’ όλους. Τον Ζοσέ Μουρίνιο».
«Το μεγαλύτερο προτέρημά του είναι ότι δίνει τεράστια αυτοπεποίθηση στους παίκτες του», εξηγεί. Αλλά διευκρινίζει: «Είναι πάρα πολύ απαιτητικός και ξέρεις ότι αν δεν δίνεις το 100% στην προπόνηση, δεν πρόκειται να παίξεις». Και σου δίνει ακριβώς να καταλάβεις: «Δεν θυμάμαι ακριβώς τι είπε την πρώτη μέρα στ’ αποδυτήρια. Θυμάμαι, όμως, ότι σκέφτηκα ένα πράγμα. Mε αυτόν θα πάρουμε τίτλους».
Τίτλους, όμως, πήρε και με τον Γκουαρντιόλα. Και δεν φαίνεται καθόλου να τον θεωρεί υποδεέστερο: «Δεν υπάρχουν τόσες διαφορές με τον Μουρίνιο, όσες πιθανότατα πιστεύει κάποιος. Αν έπρεπε να σκεφτώ κάποια βασική είναι πως ο Γκουαρντιόλα έχει παίξει ποδόσφαιρο και μπορεί να καταλάβει καλύτερα τα συναισθήματα των παικτών. Παρόλα αυτά, δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποιον, είναι και οι δυο από τους κορυφαίους στον κόσμο», αναφέρει διπλωματικά.
Η διπλωματία, όμως, μπαίνει στην άκρη όταν μιλά γι’ αυτούς που τον ξεγράφουν. Και δεν διστάζει να τους προειδοποιήσει πως θα επιστρέψει. Κι αυτός και η ΑΕΚ.
«Μια ομάδα που σε πληρώνει, ή τελοσπάντων θα σε πληρώσει κάποια στιγμή (γέλια) πρέπει να τη σέβεσαι. Όταν έφτασα το καλοκαίρι και είδε την ανταπόκριση από τον κόσμο, αισθάνθηκα αμέσως που ήρθα. Ξέρω πως όταν ένας 33χρονος παίκτης τραυματίζεται τόσο σοβαρά, όλοι σκέφτονται “πάει, τέλειωσε, αυτός δεν θα ξαναπαίξει”. Κι αυτό είναι το μεγαλύτερο κίνητρο για μένα: Να τους αποδείξω πόσο λάθος κάνουν…»
Μακάρι, ρε «Γκούντι». Όχι μόνο γιατί είσαι παιχτάρα. Αλλά γιατί είσαι και… ωραίος τύπος.