Στην τετράωρη(!) απολογία του, ενώπιον του 9ου ανακριτή, ο Μάκης Ψωμιάδης, όπως είναι λογικό, είπε πολλά…
Μεταξύ άλλων, έκανε λόγο για συνθήκες βαρύτατου, βάναυσου, εκτεταμένου και διαρκούς διασυρμού του και κατασυκοφαντήσεώς του από τα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, ενώ χρακτήρισε τις εναντίον του κατηγορίες, «προϊόν του βεβιασμένου πορίσματος της προκαταρκτικής εξετάσεως… και παντελώς αόριστες».
Αναλυτικά:
1. Προσέρχομαι ενώπιον Σας, αξιότιμε κ. Ανακριτά, υπό συνθήκες βαρύτατου, βάναυσου, εκτεταμένου και διαρκούς διασυρμού μου και κατασυκοφαντήσεώς μου από τα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά. Καθημερινές πηχυαίες ανακοινώσεις στον τύπο και στην τηλεόραση, με επανειλημμένες δημοσιεύσεις φωτογραφιών μου, με εμφανίζουν ως μετά βεβαιότητος ένοχο βαρύτατων και ατιμωτικών εγκλημάτων χωρίς να προσδιορίζουν ούτε συγκεκριμένες πράξεις, ούτε παθόντες και άλλες περιστάσεις, αλλά, αντισταθμιστικώς, με χυδαίους και βαρείς προσβλητικούς χαρακτηρισμούς ενίοτε όχι μόνον εμού αλλά και των μελών της οικογενείας μου.
Η εν λόγω άγρια και ανθρωποφαγική επίθεση που υφίσταμαι κατά τρόπο λυσσαλέο από τα ΜΜΕ και η οποία στοχεύει στην επαγγελματική, ηθική και κοινωνική καταρράκωσή μου, συνοδεύθηκε από τεραστίας εκτάσεως διαρροή και δημοσίευση στοιχείων της δικογραφίας, με επανειλημμένες, πομπώδεις και εκτεταμένες δημοσιεύσεις τηλεφωνικών συνομιλιών μου στον Τύπο και την τηλεόραση, οι οποίες ενεφανίζοντο ως δήθεν εμπεριέχουσες αποδεικτικά στοιχεία ενοχής μου για ανύπαρκτες πράξεις, χωρίς πρακτικώς να μου δίδεται η ευκαιρία και η δυνατότητα να την αντιμετωπίσω, αφού δεν έχω ούτε την θεσμική αλλά ούτε και την πρακτική δυνατότητα να απαντήσω στους εκδοτικούς και τηλεοπτικούς κολοσσούς, οι οποίοι χάριν κερδοσκοπίας εμπορεύονται την εμπλοκή μου σε ποινική υπόθεση, στην οποία είμαι πλήρως αμέτοχος, μετατρέποντας το αποφασιστικό αυτό στάδιο της ποινικής δίκης σε αγοραία υπόθεση αυτόκλητων τηλεοπτικών δικαστών και τηλεοπτικών εισαγγελέων ενώπιον των οποίων ούτε δυνατότητα άμυνας υπάρχει αλλά ούτε και δυνατότητα ουσιαστικής αποκατάστασης της προσγενομένης βλάβης.
Ενδεικτικώς αναφέρω δισέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 28.08.2011, όπου χαρακτηρίζομαι από ανώνυμο συντάκτη «Φαντομάς του ποδοσφαίρου» και «διαχρονικός σταρ του παρασκηνίου του ποδοσφαίρου» με πολλές έγχρωμες φωτογραφίες μου και σωρεία άλλων δημοσιευμάτων.
Ο ανωτέρω βαρύτατος διασυρμός μου από τα ΜΜΕ, ο οποίος συνοδεύεται από βάναυση επίθεση και κατά του υιού μου Σταύρου, σε συνδυασμό με την παράνομη παραβίαση της μυστικότητας της προδικασίας που επέτρεψε την δημοσίευση τεραστίων τμημάτων της εναντίον μου δικογραφίας και την γνωστοποίησή τους ανά το Πανελλήνιο, συνιστά βαρύτατη προσβολή του τεκμηρίου αθωότητας, όπως αυτό προβλέπεται και προστατεύεται από το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, το άρθρο 14 του Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και το άρθρου 52 της Χάρτας Ατομικών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διατάξεις, οι οποίες έχουν ηυξημένη τυπική ισχύ και κατισχύουν του κοινού τυπικού νόμου. Είναι πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ότι μία συστηματική εκστρατεία του τύπου κατά κατηγορουμένου συνιστά παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας αλλά και της αντικειμενικής αμεροληψίας υπό την έννοια, ότι εκφράζει την παράλειψη της Πολιτείας να εξασφαλίσει τις αντικειμενικές προϋποθέσεις αμερόληπτης και αντικειμενικής διεξαγωγής της ποινικής δίκης (βλ. αποφάσεις ΕΔΔΑ Bricmont κατά Βελγίου και Καραβέλατζης κατά Ελλάδος της 16.4.2009)
Για όλους αυτούς τους λόγους υπάρχει απόλυτη ακυρότητα της μέχρι τούδε διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 171 παρ. 1 εδ. δ΄ ΚΠΔ, όπως αυτό συμπληρώθηκε με το άρθρο 11 παρ. 2 του ν. 3904/2010 και κατά συνέπεια θα πρέπει:
Να ανακληθεί το εναντίον μου ένταλμα συλλήψεως και
Να μου δοθεί η δυνατότητα να απολογηθώ υπό συνθήκες επιτρέπουσες την υπεράσπισή μου χωρίς την καταθλιπτική καταδίωξή μου από τα ΜΜΕ.
Σχετικά με τις τηλεφωνικές συνομιλίες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην δικογραφία, επισημαίνω ότι δεν έχει γίνει συγκριτική εξέταση των φωνητικών εγγραφών, προκειμένου να δύναται να κριθεί αν, η φωνή, η οποία αποδίδεται σε μένα είναι πράγματι δική μου, ενώ επίσης δεν δύναμαι να γνωρίζω, αν οι διάλογοι που περιλαμβάνονται στον εναντίον μου κατηγορητήριο είναι πλήρεις ή αποσπασματικοί, αν δηλ. έχουν απομαγνητοφωνηθεί μεμονωμένα τμήματα των διαλόγων. Κατά συνέπεια ότι δεν γνωρίζω αν μεταξύ των φράσεων που μου αποδίδονται υπήρχαν και άλλες, μη απομαγνητοφωνηθείσες, καθόσον στην περίπτωση αυτή αποδίδεται τελείως διαφορετικό νόημα στους διαλόγους αυτούς.
Κατηγορούμαι ότι συνέστησα «εγκληματική οργάνωση» με τον υιό μου Σταύρο, τον προπονητή Γιάννη Παπακώστα και κάποιον «Διαμαντή» αγνώστων λοιπών στοιχείων, μολονότι:
α. Όπως είναι γνωστό, οι Παπακώστας και Διαμαντής ουδέποτε συνυπήρξαν χρονικά στην εν λόγω «οργάνωση», καθόσον ο μεν κ .Παπακώστας απεχώρησε από την ΠΑΕ ΚΑΒΑΛΑ την 14.11.2009, ο δε Διαμαντής, υπάλληλος της ΠΑΕ προσελήφθη μετά την 19.9.2010, δηλαδή 10 μήνες αργότερα,
β. Κατά τον χρόνο που έλαβαν χώρα οι τηλεφωνικές συνομιλίες του κατηγορητηρίου, δηλ. Μάρτιο του 2011, δεν υπήρχε Παπακώστας στην ΠΑΕ ΚΑΒΑΛΑ,
γ. Για τον Ιωάννη Παπακώστα έχει κριθεί ότι ήταν αμέτοχος και για τον λόγο αυτό αθωώθηκε από την επιτροπή της Super League αλλά πρακτικώς και από Υμάς κ. Ανακριτά,
δ. Για τον υιό μου Σταύρο Ψωμιάδη, αν μη τι άλλο, ο επίτιμος Αντιεισαγγελέας του ΑΠ κ. Ανδρέας Φάκος έκρινε, ότι δεν συντρέχει λόγος άσκησης πειθαρχικής δίωξης, διότι υπάρχει «έλλειψη παντάπασιν ενδείξεων» και ότι εφαρμόζεται γι’ αυτό το άρθρο 43 παρ. 1 εδ. β΄ και 245 ΚΠΔ (βλ. την από 12.7.2011 διάταξη του ως άνω εμπειρότατου ποδοσφαιρικού εισαγγελέα),
ε. Για τον περίφημο «Διαμαντή» ουδέν μέτρο ελήφθη και ουδεμία έρευνα εγένετο και αυτός ουδόλως ανεζητήθη, μολονότι ο υιός μου Σταύρος στο απολογητικό του υπόμνημα ανέφερε ότι προσελήφθη την 19.9.2010 στην ΠΑΕ ΚΑΒΑΛΑ. Το γεγονός τούτο καταδεικνύει ότι και αυτός εκρίθη ουσιαστικώς αμέτοχος σε οποιαδήποτε εγκληματική οργάνωση, διότι βεβαίως εάν επρόκειτο για πραγματικό «γκάνγστερ» θα είχε τεθεί κάποια ερώτηση στην ΠΑΕ ΚΑΒΑΛΑ περί αυτού, αφού η ημέρα πρόσληψής του αναφέρθηκε ήδη από τον υιό μου.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι ο ΟΠΑΠ καίτοι φέρεται ως παθών από τα βαριά κακουργήματά μου δεν εδήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής, καίτοι τούτο επισημάνθηκε την 20.7.2011 ενώπιον της Πρωτοβάθμιας Πειθαρχικής Επιτροπής της Super League από τους συνηγόρους της ΠΑΕ ΚΑΒΑΛΑΣ.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ως προς την συγκρότηση της «εγκληματικής οργάνωσης», ουδόλως συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου, καθόσον δεν προσδιορίζεται:
- ποιοί είναι οι τρίτοι παράνομοι πράκτορες – μέλη της οργάνωσης,
- ποιοί είναι οι αρμόδιοι υπάλληλοι του πρακτορείου, που υποτίθεται ότι παραπλανήθηκαν,
- ποιούς εξανάγκαζα με απειλή βλάβης του επαγγέλματός τους σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή,
- ποίους υποτίθεται ότι εξεβίαζα
Κατά μείζονα λόγο πάσχει η εις βάρος μου κατηγορία εκ του γεγονότος, ότι δεν προσδιορίζονται τα πρόσωπα, τα οποία υποτίθεται ότι εξεβίασα, ούτε η βλάβη την οποία υποτίθεται, ότι απείλησα να προκαλέσω, ούτε και το περιουσιακό όφελος, το οποίο υποτίθεται ότι επεδίωξα.
Ενόψει των ανωτέρω ερωτάται:
- Είναι δυνατόν να συγκροτείται «εγκληματική οργάνωση» με τον υιό μου Σταύρο, ως προς τον οποίο υπάρχει έλλειψη παντάπασιν ενδείξεων κατά τον κ. Φάκο, τον αποχωρήσαντα και αθώο κριθέντα Παπακώστα και τον εμμέσως πλην σαφώς κριθέντα ακίνδυνο «Διαμαντή»;
- Είναι δυνατόν, περαιτέρω, να στοιχειοθετείται «εγκληματική οργάνωση», όταν δεν προσδιορίζονται οι αξιόποινες πράξεις τη απάτης και της εκβίασης, τις οποίες υποτίθεται τέλεσε η περίφημη ως άνω εγκληματική οργάνωση;
Σημαντικότερο όμως είναι το ακόλουθο:
Για τη στοιχειοθέτηση απάτης υπό καθεστώς αβεβαιότητος, όπως στην περίπτωση στοιχημάτων, απαιτείται όχι μόνον χειραγώγηση αλλά και βεβαιότης ότι η χειραγώγηση θα οδηγήσει σε συγκεκριμένη πραγματική κατάσταση. Στην περίπτωση λοιπόν της χειραγωγήσεως αγώνων, έτσι όπως κατηγορούμαι, ακόμη κι αν ήθελε υποτεθεί, πράγμα που με αγανάκτηση αρνούμαι, ότι εγνώριζα την χειραγώγηση, δεν είναι νοητό να εγνώριζα την έκβαση του αγώνα, καθόσον δεν ήταν νοητό, ότι μπορεί να προβλεφθεί μετά βεβαιότητος, ότι η έκβαση του αγώνα θα συμφωνεί με την χειραγώγηση. Η έκβαση του αγώνα δεν συνιστά πραγμάτωση μας φυσικής νομοτέλειας εξηρτημένης κατά λογική αναγκαιότητα από την χειραγώγηση και επομένως ο περί αυτής (της εκβάσεως) ισχυρισμός δεν αποτελεί ισχυρισμό γεγονότος, όπως π.χ. ο ισχυρισμός ότι σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο του μέλλοντος θα γίνει π.χ. έκλειψη ηλίου.
Κατά συνέπεια, ακόμη και υπό την εκδοχή, ότι έγινε χειραγώγηση δεν στοιχειοθετείται νομικώς απάτη, αφού πρόκειται για ισχυρισμό μελλοντικού γεγονότος, κατά λογική αναγκαιότητα αβεβαίας εκβάσεως, ως προς την οποία δεν νοείται γνώση ως άμεσος δόλος α΄ βαθμού (βεβαιότητα). Δηλαδή υπό την ανωτέρω εκδοχή μπορεί να υπάρχει δόλος ως προς την χειραγώγηση όχι όμως και ως προς την έκβαση. Ακόμη δεν εξειδικεύεται στο κατηγορητήριο, η συμπερασματικώς συναγόμενη δήλωση, η οποία μνημονεύεται ήδη στο πόρισμα της προκαταρκτικής εξετάσεως, δηλαδή δεν αναφέρεται, ποίο ήταν το αντικειμενικό κοινωνικό νόημα της δήλωσης και ποία ήταν η δήλωση αυτή ώστε να δύναμαι, υπερασπιζόμενος τον εαυτό μου να την αντικρούσω και να ελέγξω, αν έγινε ακόμη (βλ. Χ. Μυλωνόπουλο, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος, β΄ εκδ. 2006, σελ. 456 με αναφ. στην BGH 29,165)
Ενόψει των ανωτέρω:
Οι εναντίον μου κατηγορίες, προϊόν του βεβιασμένου πορίσματος της προκαταρκτικής εξετάσεως, είναι παντελώς αόριστες και ανεπίδεκτες αντικρούσεως κατά το μέγιστο αυτό μέρος, με αποτέλεσμα λόγω της αοριστίας τους να μη δύναμαι να υπερασπιστώ τον εαυτό μου και επομένως και γι’ αυτό το λόγο να παραβιάζεται το άρθρο 6 παρ. 3 ΕΣΔΑ.