Κάθε Παγκόσμιο Κύπελλο έχει έναν «όμιλο του θανάτου», όπως το κλισέ της δημοσιογραφίας υπαγορεύει. Ακούγεται πολύ τραγελαφικό να χρησιμοποιούμε τέτοια έκφραση, τη στιγμή που υπάρχουν χώρες που ήρθαν εδώ για το Μουντιάλ, έχοντας βιώσει στην πιο ωμή μορφή τι σημαίνει πόλεμος. Ας πει κάποιος στους παίκτες της Ανγκόλας, για παράδειγμα, που η χώρα τους βασανίστηκε από εμφύλιο 27 ετών, αν είναι σημαντικό και ζήτημα ζωής ή θανάτου το αποτέλεσμα ενός ποδοσφαιρικού ματς!
Στο ποδόσφαιρο σπανίως ένας αγώνας κινείται στα όρια του να εξαρτώνται ζωές από την έκβασή του. Οι δύο αντίπαλοι, όμως, που βρίσκονται απέναντι απόψε στη Φρανκφούρτη, η Αργεντινή και η Ολλανδία, έχοντας ήδη προκριθεί από τον πιο δύσκολο όμιλο αυτού του 18ου Παγκοσμίου Κυπέλλου, μπορούν να κοιτάξουν πίσω σε μία άλλη αναμέτρηση των δύο χωρών για να καταλάβουν πόσο διαφορετικά ήταν τα γεγονότα πριν από 28 χρόνια!
Το 1978 στην Αργεντινή, η σκιά του δικτατορικού καθεστώτος του στρατηγού Βιντέλα έπεφτε βαριά πάνω από το τουρνουά. Η ΦΙΦΑ αρνήθηκε να αλλάξει τη χώρα διεξαγωγής, όταν το 1976 ο στρατός έριχνε με πραξικόπημα την Ισαβέλα Περόν. Οσα έγιναν κατά τη διάρκεια εκείνου του Μουντιάλ παραμένουν ακόμα στη μνήμη όσων τα έζησαν. Λένε ότι ολοκληρωμένο Παγκόσμιο Κύπελλο δεν υπάρχει χωρίς τις κατάλληλες θεωρίες συνωμοσίας. Υπό αυτό το πρίσμα, εκείνη η διοργάνωση ήταν η πιο... ολοκληρωμένη. Η πρόκριση των Αργεντινών μέχρι τον τελικό πέρασε διά πυρός και σιδήρου. Είχε τόσο τη βοήθεια της ΦΙΦΑ όσο και της διαιτησίας. Στο πρώτο ματς με την Ουγγαρία, οι Μαγυάροι έμειναν με 9 (αποβολές των Τόροτσικ και Νίλαζι) προτού η Αργεντινή ανατρέψει το σκορ σε 2-1. Με τη Γαλλία, επίσης, δόθηκε ένα πέναλτι που δεν υπήρξε ποτέ. Κι έχοντας παίξει νωρίτερα η Βραζιλία το δικό της τελευταίο ματς, στο μπερδεμένο σύστημα που ίσχυε στα ημιτελικά, η Αργεντινή γνώριζε ότι ήθελε με το Περού επικράτηση με τέσσερα γκολ. Νίκησε 6-0. Για τον αγώνα εκείνο έχουν γραφτεί και ακουστεί πολλά.
Πριν από τον τελικό με την Ολλανδία, η οποία δεν είχε -σε σύγκριση με το '74- τον Γιόχαν Κρόιφ και τον Βιμ βαν Χάνεγκεμ, ο επικεφαλής του Μουντιάλ, αντιστράτηγος Λακόστε, μίλησε στον προπονητή Μενότι και στους ποδοσφαιριστές. «Θέλουμε τη νίκη. Το έθνος τη χρειάζεται, οπότε δεν τολμώ να φανταστώ ότι δεν θα κερδίσετε. Να ξέρετε ότι η αποτυχία σας θα έχει συνέπειες». Τα λόγια του πάγωναν το αίμα, όπως αποκάλυψε χρόνια μετά ο σέντερ φορ της Αργεντινής Αλμπέρτο Λούκε. Για ένα καθεστώς, κατά το οποίο έβαζαν τους αντιφρονούντες σε ελικόπτερα και τους πετούσαν δεμένους από ψηλά στα παγωμένα νερά του Ατλαντικού, δεν ήταν απλώς ένα τουρνουά. Ηταν μια ανάγκη να βγάλει τον κόσμο στους δρόμους.
Ο τελικός της 25ης Ιουνίου του 1978 ξεκίνησε με πόλεμο νεύρων. Οι Ολλανδοί βγήκαν πρώτοι έπειτα από υπόδειξη του Ιταλού διαιτητή Γκονέλα. Πήραν την κρυάδα της εξέδρας, όπως θυμάται ο Γιόχαν Νέεσκενς, σκόρερ του ολλανδικού πέναλτι πριν από τέσσερα χρόνια στον τελικό με τη Γερμανία. «Ο κόσμος έκανε σαν τρελός. Μιλούσα στον Χάαν και δεν με άκουγε! Επίτηδες οι Αργεντινοί αργούσαν για να μας κάνουν να αισθανθούμε την πίεση». Οταν τελικά μέσα σε μια... θάλασσα από χαρτάκια η γηπεδούχος ομάδα έκανε την εμφάνισή της, ο αρχηγός Ντανιέλ Πασαρέλα παραπονέθηκε για τον γύψο που είχε στο χέρι ο Ρενέ φαν ντε Κέρκοφ. Αλλη καθυστέρηση μέχρι να γίνει αντικατάσταση με έναν επίδεσμο. «Αυτό το γεγονός μας πείσμωσε. Αφού ήθελαν πόλεμο, θα τον είχαν», είπε χρόνια μετά ο αρχηγός των Ολλανδών Ρούντι Κρολ, ο οποίος πριν από τέσσερα χρόνια ήταν ο ένας από τους σκόρερ των «πορτοκαλί» σε μία βροχερή βραδιά στη Γερμανία, όταν οι Ολλανδοί με τον Κρόιφ και τον Ρεπ σε εκπληκτικό βράδυ είχαν επικρατήσει της «μπιανκοσελέστε» με 4-0. Τότε, όμως, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά.
Τo δοκάρι του Ρένζεμπρινκ
Στα πρώτα είκοσι λεπτά του τελικού ο Ιταλός διαιτητής έδειξε φανερά τη διάθεσή του να βοηθήσει τους Αργεντινούς. Τα δυνατά τους φάουλ έμεναν ατιμώρητα, σε αντίθεση με εκείνα των Ολλανδών. Ο Μάριο Κέμπες άνοιξε το σκορ και το γήπεδο κόντεψε να γκρεμιστεί. Ο,τι και να δοκίμαζαν οι Ολλανδοί δεν έπιανε. Ώσπου δέκα λεπτά πριν από τη λήξη, μια τέλεια σέντρα βρήκε το κεφάλι του αναπληρωματικού φορ Ντικ Νανίγκα, τον οποίο ο Αυστριακός τεχνικός των «οράνιε», Ερνστ Χάπελ, είχε ρίξει στο ματς ως τελευταίο χαρτί. Το 1-1 έστελνε το παιχνίδι στην παράταση, εκτός αν κάποιος προλάβαινε να κάνει κάτι! Με το ρολόι να δείχνει ότι είχε περάσει η κανονική λήξη κατά ένα λεπτό, μία μακρινή μπαλιά του Αρι Χάαν έσκασε μέσα στην περιοχή των Αργεντινών. Οι αμυντικοί σάστισαν και ο γκολκίπερ Φιλιόλ έκανε διστακτική έξοδο. Ο άνθρωπος του τουρνουά για την Ολλανδία, ο Ρόμπι Ρένζεμπρινκ, που είχε επωμιστεί τον ηγετικό ρόλο αντί του Κρόιφ, πρόλαβε να «τσιμπήσει» την μπάλα. Το δοκάρι σταμάτησε την πορεία της προς τα δίχτυα, αφήνοντας χωρίς στέμμα τη χώρα που δίδαξε το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο σε όλον τον πλανήτη τη δεκαετία του '70. Για χρόνια οι Ολλανδοί μιλούν για την ευκαιρία του Ρένζεμπρινκ, αλλά ο ίδιος σε ένα εκπληκτικό βιβλίο του Ντέιβιντ Γουίνερ, σχετικά με τη νευρωτική ιδιοφυΐα του ολλανδικού φουτμπόλ, έχει άλλη γνώμη. «Εκανα μία χαμένη μπαλιά από το πουθενά, ένα παραλίγο γκολ. Δεν φταίω λοιπόν». Οσο για τους Αργεντινούς; «Νόμιζα ότι ήταν γκολ και είπα από μέσα μου πως καλύτερα να πεθάνω τώρα παρά στη φυλακή», ομολόγησε ο αριστερός μπακ Αλμπέρτο Ταραντίνι σε συνέντευξή του σε ιταλικό περιοδικό. Οι Ολλανδοί, όμως, πώς θα έφευγαν από το γήπεδο, αν κέρδιζαν; «Εχω την εντύπωση πως δεν θα είχαμε καλό τέλος. Εβλεπες πως γι' αυτούς δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Δεν μπορώ να σκεφτώ τι θα έβρισκε ο διαιτητής για να ακυρώσει το γκολ, αν έμπαινε», θυμάται ο Γιόχαν Νέεσκενς.
Ο Κέμπες και ο Μπερτόνι στην παράταση χάρισαν τη λύτρωση στον Μενότι, στους συμπαίκτες τους και στον διαιτητή Σέρτζιο Γκονέλα! Η Αργεντινή με 3-1 λύγιζε την Ολλανδία και ήταν για πρώτη φορά πρωταθλήτρια κόσμου. Την παραμονή εκείνου του τελικού, οι εφημερίδες είχαν ένα αφιέρωμα σε ένα παιδί που είχε μείνει έξω από την αποστολή την τελευταία στιγμή. Με δάκρυα στα μάτια έλεγε ότι το επόμενο Μουντιάλ θα ήταν δικό του. Τον έλεγαν Ντιέγκο Μαραντόνα. Τη συνέχεια την ξέρετε. Επίσης, την ίδια βραδιά της παραμονής του τελικού του 1978, σε ένα μαιευτήριο της χώρας, μια μητέρα έφερνε στο κόσμο το μωρό της. Το όνομά του Χουάν Ρομάν Ρικέλμε. Το τέλος αυτής της ιστορίας δεν είναι ακόμα γνωστό.