Αγαπημένε Γιάκα Λάκοβιτς. Χαρισματικέ Σλοβένε. Άνθρωπε των ειδικών αποστολών και των μεγάλων αγώνων. Που όταν η μπάλα καίει και το παιχνίδι κρέμεται σε μια κλωστή, ποτέ δεν κρύβεσαι, ποτέ δεν δειλιάζεις, ποτέ δεν αρνείσαι να πάρεις την κρίσιμη επίθεση. Και ποτέ δεν την βάζεις επίσης. Μα ποτέ! Τι διάολο, με κλειστά μάτια σουτάρεις πάντα το κρίσιμο τρίποντο;
Ήσουν, είσαι και θα είσαι για πάντα στις καρδιές μας. Διότι έχεις αποδειχθεί ο μεγαλύτερος ευεργέτης των Ελλήνων, είτε σε επίπεδο συλλόγων, είτε σε επίπεδο Εθνικών ομάδων – ποιος ξεχνάει την επική ανατροπή της Εθνικής μας κόντρα στη δική, που σφραγίστηκε από το δικό σου «τούβλο»; Κι έγινες ευεργέτης μας όταν έφυγες από τον Παναθηναϊκό, διότι όσο ήσουν εδώ, δεν πρόσφερες στην ομάδα σου τίποτα σημαντικό. Μάλιστα, ήσουν ο μοναδικός που «πρόδωσες» τόσο πολύ τον Ομπράντοβιτς, που σε εμπιστεύτηκε, σου έδωσε ασυλία και το ελεύθερο να σουτάρεις όσο και όποτε ήθελες. Και πάντα του έφερνες πίσω μια μπάλα που είχε χτυπήσει στο σίδερο. Στο ταμπλό. Πάνω από το ταμπλό. Στις διαφημιστικές πινακίδες. Στο ρολόι. Οπουδήποτε, αλλά όχι μέσα από το καλάθι.
Αλλά έφυγες Γιάκα, έφυγες νύχτα, παρόλο που ο Ομπράντοβιτς ήθελε να σε κρατήσει. Ίσως κάτι να είχε δει σε σένα, ίσως να είχε κάνει τάμα στην Παναγιά την Πικενρόλα ότι κάποια μέρα, θα βάλεις ένα κρίσιμο τελευταίο σουτ που θα δώσει τη νίκη. Ίσως το είχε βάλει όριο σύνταξης: «να βάλει ο Γιάκα ένα buzzer – beater, να πάω σπίτι μου να ξεκουραστώ. Να αράξω. Να λέω στα εγγόνια μου ότι ο Λάκα έγινε άντρας». Και υπ’ αυτή την έννοια, πάλι σε ευχαριστούμε Γιάκα, διότι ο Ζέλιμιρ θα είναι μέχρι τα 100 του χρόνια προπονητής του Παναθηναϊκού. Σπέσιαλ θενκς και στον αντιπαθέστατο Ζόραν Σάβιτς, που έστησε ολόκληρη κομπίνα κάποτε, τότε που ήταν Τζένεραλ Μάνατζερ της Μπαρτσελόνα, για να σε πάρει στη Βαρκελώνη. Που έπαιρνε τηλέφωνο τους δικούς σου για να σε ψήσουν, την ώρα που εσύ έδινες τον λόγο σου ότι θα μείνεις στην Αθήνα.
Είναι αλήθεια ότι μας τρόμαξες Γιάκα στο πρώτο παιχνίδι, αυτό της Τρίτης. Που τα έβαζες το ένα πίσω από το άλλο. Όχι βέβαια τα τελευταία, τα κρίσιμα, τα αφιλότιμα, αλλά είχες βάλει αρκετά πιο πριν. Είναι αλήθεια ότι μας φόβισες κα το βράδυ της Πέμπτης, διότι πάλι είχες κάνει τη δουλίτσα σου στη διάρκεια του αγώνα, ένα τρίποντο από δω, ένα δίποντο από κει, μερικές ασίστ παραπέρα. Αλλά στην τελευταία επίθεση, όταν ο Διαμαντίδης είχε χάσει τη βολή, δεν μας διέψευσες, δεν μας απογοήτευσες, δεν μας πήγες κουβά: στην ομάδα του Ναβάρο, του Άντερσον, του Λόρμπεκ, πετάχτηκες εσύ σαν την «τσουτσού», για να γίνεις ήρωας. Να ξεπλύνεις τη «λέζα» τόσων χρόνων. Να βάλεις όχι δίποντο για παράταση, αλλά τρίποντο για τη νίκη. Να ακουστεί ο θόρυβος από το σίδερο που βρήκε η μπάλα μέχρι την Αθήνα. Α ρε ταλαίπωρε, καλύτερα δεν ήταν πέρυσι που έπαιζες πού και πού (και στα σπουδαία ματς σχεδόν καθόλου) και πήρε η ομάδα σου την Ευρωλίγκα;
Σε περιμένουμε με λαχτάρα στην Αθήνα. Για να σε αποθεώσουμε και να χειροκροτήσουμε θερμά, όχι τόσο επειδή ξανάρθες, αλλά επειδή έφυγες τότε. Κυρίως, επειδή υπάρχεις. Και στα δύσκολα, φώναξες πάντα «απών».
Κώστας Βαϊμάκης
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr