Φόρο τιμής στα θύματα της Θύρας 7 απέτισε ο σύνδεσμος φιλάθλων του Άρη, Super 3, σε μια κίνηση που δεν είναι σύνηθες φαινόμενο μεταξύ οπαδών διαφορετικών ομάδων στην Ελλάδα.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Στις 8 Φεβρουαρίου 1981 η φίλαθλη Ελλάδα πάγωσε. 21 οπαδοί ηλικίας από 14 ετών, ο μικρότερος, έως 40 ετών, ο μεγαλύτερος σε ηλικία, έφυγαν από τη ζωή στον απόηχο ενός ποδοσφαιρικού γεγονότος. 21 άνθρωποι που στα χείλη τους κυριαρχούσε η ιαχή μιας ομάδας και η οπαδική τους ιδιότητα ταυτίστηκε μια για πάντα με ένα χρώμα και ένα σύμβολο, έφυγαν από τη ζωή, λεπτά μετά από μια σημαντική στιγμή θριάμβου της ομάδας τους.
Έκτοτε αλλά και προηγουμένως, δεκάδες ακόμη οπαδοί έχασαν τη ζωή τους, στο πλάι μιας ομάδας, στο πλάι ενός συμβόλου. Τραγικά γεγονότα που για άλλους κρύβουν εγκληματικές πολιτειακές αμέλειες, για άλλους κρύβουν ασθένειες του αθλητικού μας συστήματος, για άλλους κρύβουν τραγικές γηπεδικές εγκαταστάσεις, για άλλους κρύβουν ωχαδερφισμό ανευθυνοϋπευθύνων. Για εμάς φανερώνουν όμως ένα πράγμα. Ο οπαδός είναι μια λέξη εννοιολογικά, συναισθηματικά αλλά και πολύ φορτισμένη ιδεολογικά, τόσο μάλιστα που κάθε απλοϊκή και απαξιωτική αναφορά ή συμπεριφορά απέναντι στην έννοια αυτή αποτελεί μέγιστη ύβρη για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας.
Τους οπαδούς τους χωρίζουν πολλά. Διαφορετικές αφετηρίες, διαφορετικές εμπειρίες, διαφορικές ιστορίες, διαφορετικές κοινωνικές προελεύσεις, διαφορετικές οπαδικές συνήθειες, διαφορετικά χρώματα, διαφορετικά σύμβολα. Τους ενώνουν όμως και άλλα τόσα και καταρχήν η από κοινού αποδοχή της σχεδόν μυστικιστικής επιρροής που τα γράμματα, τα χρώματα και τα σύμβολα μιας ομάδας ασκούν επάνω τους. Μιας επιρροής που μόνο όταν είσαι οπαδός, όταν μυηθείς και αποδεχθείς τον κυρίαρχο ρόλο που διαδραματίζει στη καθημερινότητα σου μια ομάδα και ένα σύμβολο, κατανοείς.
Πραγματικός θάνατος είναι μόνο η λήθη. Και όσο κάποιοι δεν ξεχνούν αυτούς που έφυγαν από τη ζωή με μια λέξη στο στόμα και ένα κασκόλ στο λαιμό, είμαστε όλοι ήσυχοι και ήρεμοι συνειδησιακά. Μέρα μνήμης των οπαδών του Ολυμπιακού η 8η Φεβρουαρίου, και μετά από τριάντα ολόκληρα χρόνια όλοι οφείλουν να σέβονται τους ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους επειδή πήγαν να παρακολουθήσουν την ομάδα που αγαπάνε.
Ειδικά για τους οπαδούς, που βρίσκονται συνεχώς σε γήπεδα, που ταξιδεύουν αμέτρητα χιλιόμετρα κάθε χρόνο για να συμπαρασταθούν στην ομάδα τους, τέτοια γεγονότα αποκτούν ιδιαίτερη σημασία και αντιμετωπίζονται με αυξημένη ευαισθησία, χωρίς κροκοδείλια δάκρυα που πιθανόν να δούμε στα μάτια αυτών που χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο για τα δικά τους σχέδια, ξένα προς την τρέλα και την αγάπη των οπαδών για τις ομάδες τους.
Ο ανθρώπινος πόνος δεν έχει χρώμα και οπαδική ταυτότητα κι εκείνο που ευχόμαστε όλοι μας είναι να μη θρηνήσουμε ποτέ ξανά τέτοια αποτρόπαια ατυχήματα, να μην υπάρξουν ποτέ ξανά τόσο τραγικές απώλειες…»