Το παιχνίδι στο «Ζερλάν» μόλις είχε λήξει. Έψαχνα να βρω τι με είχε ξενερώσει πιο πολύ. Το μέτριο ματς, το οποίο η Μίλαν το έλεγχε όπως και όποτε ήθελε, ή η συνολική ατμόσφαιρα; Στον δρόμο για το ξενοδοχείο μού δόθηκε η ευκαιρία να συνομιλήσω με τον Τόνι Κασκαρίνο. Ο κοσμογυρισμένος Ιρλανδός (πρώην φορ που πέρασε και από το Λε Σαμπιονά με τη φανέλα της Μαρσέιγ και αρθρογράφος πια στους «ΤΙΜΕS») είχε έτοιμη την ατάκα, όταν του ζήτησα τη γνώμη για τη γηπεδική ατμόσφαιρα... «Πολύ γαλλική. Αρκετές φωνές, κάποιο καπνογόνο, ελάχιστα συνθήματα. Μόνο στη Μασσαλία νιώθεις πίεση σε γαλλικό γήπεδο».
Μου έφερε στο μυαλό το εξαιρετικό αφιέρωμα στην εθνική Γαλλίας του συντάκτη της «L' Equipe» Πιερ Μενέζ το 2002, παραμονές του Μουντιάλ της Απω Ανατολής. Σε μία χώρα που το ποδόσφαιρο ήταν στις καρδιές των φιλάθλων πάντα μετά την ποδηλασία και το ράγκμπι, τα τελευταία 10 χρόνια, μετά το παρατεταμένο μπαράζ επιτυχιών, απέκτησε ιδιαίτερη δημοτικότητα. Αναμενόμενο και επαναλαμβανόμενο σε όλες τις χώρες του πλανήτη, όταν κάτι αρχίζει να βγαίνει στο προσκήνιο. Γίνεται μοδάτο και ακολουθείται από τη μάζα. Στην Ελλάδα η έκρηξη του μπάσκετ στα τέλη της δεκαετίας του '80 είχε αποτέλεσμα να πηγαίνουν στα γήπεδα άνθρωποι που φώναζαν «οφσάιντ» και «πέναλτι»! Στην Ιταλία, όταν άρχισε το πόλο να κάνει πράματα και θάματα, πριν από 15 χρόνια με την περίφημη «Sette Bello», μετακινήθηκε η καφρίλα στις πισίνες και άνθρωποι που στο δεύτερο επτάλεπτο... έφευγαν γιατί νόμιζαν ότι το ματς τελείωσε!
Στη Γαλλία η συγκεκριμένη εθνική ομάδα των επιτυχιών του 1998 και του 2000 ολοκλήρωσε το απόλυτο της ψυχής ενός λαού, ο οποίος είναι άκρως σοβινιστικός και νιώθει ταυτισμένος με την επιτυχία. Στα μαύρα χρόνια που ακολούθησαν για τους «τρικολόρ» την αποχώρηση του Πλατινί, του Ζιρές και του Τιγκανά στη δεκαετία του '80, ο κόσμος γύρισε επιδεικτικά την πλάτη. Έφτασαν μάλιστα να παίζουν το 1989 μπροστά σε 3.000 θεατές όλους κι όλους!
Αλλά και στις καλές μέρες πριν από μερικά χρόνια, αυτοί που πήγαιναν στο γήπεδο δεν παρέλειπαν να αποδοκιμάζουν τον Καρεμπέ για τις πολιτικές πεποιθήσεις του και το τι έλεγε για τις πυρηνικές δοκιμές στην πατρίδα του, τη Νέα Καληδονία. Ο Ζινεντίν Ζιντάν είχε αποδοκιμαστεί για την αλγερινή καταγωγή του πριν γίνει ο σούπερ σταρ, ενώ ο Βιεϊρά που προέρχεται από τη Σενεγάλη, δεν ήταν και στα καλύτερά του όταν ξεκίνησε δεχόμενος πειράγματα με μπανάνες από την εξέδρα! Μία μεγάλη κατηγορία ανθρώπων που ανακάλυψαν το ποδόσφαιρο στη Γαλλία δεν θα έμπαιναν ποτέ σε γήπεδο στη ζωή τους, αν δεν ήταν η φρενίτιδα του «δικού τους» Μουντιάλ το 1998. Και λογικότατα πολλοί που αποφασίζουν να πάνε, αντί για την όπερα ή κάποιο μιούζικαλ, στο «Σταντ ντε Φρανς», δεν γνωρίζουν ούτε τα βασικά του αθλήματος.
Στις όχθες του Ροδανού, η «Ολιμπίκ Λιονέ», όπως τη λένε οι ντόπιοι, δεν υπήρχε στο καθημερινό τους λεξιλόγιο έως τις αρχές του νέου αιώνα. Τότε που ο πρόεδρος Ζαν Μισέλ Ολάς προσπαθούσε να δημιουργήσει ένα brand name και όχι απλώς μία καλή ομάδα, αλλά τα κατάφερε και τα δύο! Η Λιόν, που δεν είχε τίτλο πρωταθλήτριας έως το 2002, πήρε τον πρώτο και δεν άφησε τίποτα να πέσει πια κάτω!
Οι οπαδοί της όμως δεν παύουν να είναι νέα παιδιά, γυναίκες και κόσμος αριστοκρατικός. Ένα καταπληκτικό κοινό για τη νέα τάξη πραγμάτων στο ποδόσφαιρο, αλλά χωρίς βάση. Αυτή που θα είχε δημιουργηθεί από ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, που θα είχαν οργώσει τα γήπεδα στα νιάτα τους για να παρακολουθούν την αγαπημένη τους ομάδα.
Η Μαρσέιγ αυτό το είχε πάντα. Η Σεντ Ετιέν λόγω της υπερομάδας της δεκαετίας του '60 και κυρίως του '70, το ίδιο. Οι Κορσικανοί της Μπαστιά διέθεταν πάντα σκληροπυρηνική βάση. Η Λιόν, αντίθετα, με σπάνιες επιτυχίες και με μία πόλη που πιο πολύ αποτελούσε μόνιμο «κράχτη» λόγω της νεολαίας της για σταθμό κάθε ροκ γκρουπ στα τελευταία είκοσι χρόνια, δεν είχε ποδοσφαιρική κουλτούρα. Και είναι πολύ δύσκολο να την αποκτήσει με μερικούς –έστω και συνεχείς– τίτλους.