Πότε έκανε τελευταία φορά τέτοιο ντεμπούτο 20χρονος στην Εθνική μας ομάδα; Ομολογώ πως δεν θυμάμαι. Εδώ κοντέψαμε να κάνουμε πάρτι που ο -γεννημένος το 1983- Βαγγέλης Μάντζιος έπαιξε βασικός στο ματς με τη Γεωργία τον Οκτώβριο και ο Παναγιώτης Λαγός, που γεννήθηκε το 1985, ξεκίνησε με την Κορέα στο πρόσφατο τουρνουά στη Σαουδική Αραβία, οπότε μην τρελαθούμε κιόλας. Αν ο Γιώργος Σαμαράς δεν πήγαινε στην Αγγλία και ήταν ακόμα στο Χέρενφεν, το πολύ πολύ να ήταν ακόμα στις Ελπίδες. Και δεν συζητάω καν την περίπτωση να μην είχε την τύχη να έχει πατέρα έναν ικανότατο άνθρωπο για να τον καθοδηγεί. Αν ο Γιάννης Σαμαράς δεν αποφάσιζε να πάρει το βλαστάρι του στα 16 και να πάνε στη Φρίσλαντ, στον Βορρά της Ολλανδίας, ο Γιώργος σήμερα μπορεί να μην ήταν ούτε στον ΟΦΗ. Αντε να είχε κάνει κάποιες εμφανίσεις και να μιλούσαν γι' αυτόν στην κοινωνία του Ηρακλείου με τα καλύτερα λόγια! Αλλά στην Εθνική; Και βασικός, όπως όλα δείχνουν; Ούτε καν ως αστείο δεν θα λεγόταν!
Η περίπτωση του Σαμαρά πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά. Στην Ελλάδα, ταλέντα είναι παίκτες που έχουν φτάσει τα 20 και τα 21. Στα 22 τους θεωρούμε ακόμα ανέτοιμους να αγωνιστούν βασικοί. Δεν έχουν, λέει, πείρα! «Πώς να την έχουν άμα δεν παίζουν;», απαντά η κοινή λογική. Γενικά αυτό το πράγμα στο ελληνικό ποδόσφαιρο ήταν πάντα αγκάθι. Ο Κώστας Λινοξυλάκης αγωνίστηκε κάποτε σε ηλικία 17 χρόνων στην Εθνική στη δεκαετία του '50. Ο Μίμης Δομάζος αγωνίστηκε στα 19 του, στη δεκαετία του '60. Ο Κώστας Ελευθεράκης, η μεγαλύτερη περίπτωση παιδιού θαύμα στην ιστορία του εγχώριου φουτμπόλ, στα 18 ήταν βασικός στην Εθνική Ανδρών, αλλά έπαιζε μέχρι τα 21 ταυτόχρονα και σε Νέων, Ελπίδων και Ενόπλων, οπότε «βάρεσαν κόκκινο» τα πάντα στον οργανισμό του! Ο Νίκος Μαχλάς το 1993 έπεσε στα βαθιά με γκολ στο ντεμπούτο του και μετά στη Βουδαπέστη με την Ουγγαρία, στο ιστορικό 1-0 που μας έστελνε στο Μουντιάλ. Ολα αυτά όμως ήταν πάντα η εξαίρεση. Ο κανόνας έλεγε πως αφού οι ομάδες δεν εμπιστεύονται 20χρονα παιδιά, πώς θα το κάνει η Εθνική;
Γίνεται κουραστικό, αλλά θα το επαναλαμβάνω μήπως το εμπεδώσουμε κάποτε σε αυτή τη χώρα: όποια και αν είναι η ηλικία, κάποιος πρέπει να παίζει μόλις αποδειχτεί ικανός. Η «βαριά» φανέλα της ΑΕΚ, του Ολυμπιακού και του ΠΑΟ είναι παραμύθια με δράκους για να τρώνε τα μικρά παιδιά το φαγητό τους! Πόσο πιο βαριά είναι δηλαδή από του Αγιαξ, στον οποίο επτά και οκτώ παίκτες ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ κάτω από τα 20 φορούν κατά καιρούς τη φανέλα του; Της Ρεάλ, της Γιουνάιτεντ, της Λίβερπουλ, της Μπάγερν, της Μπαρτσελόνα, της Αρσεναλ και της Γιουβέντους είναι πιο... light από των δικών μας; Ακούγεται ως ανέκδοτο. Και φυσικά τη συντηρούν αυτή τη νοσηρή κατάσταση και τα ΜΜΕ.
Στην Ολλανδία, έχω ξαναπεί πως έχουν μία εκπληκτική ρήση. «Δείξε μου ένα ταλέντο που πέρασε τα 20 και δεν αγωνίζεται βασικός στην ομάδα του, για να σου δείξω έναν παίκτη που θα μείνει για πάντα ταλέντο». Μυθική φράση! Και φυσικά εκεί την κάνουν και πράξη. Ο Σαμαράς λοιπόν πήγε στην κατάλληλη χώρα και βρήκε την πιο σωστή ομάδα. Είχε την τύχη να είναι μαζί η οικογένειά του, αλλά αυτό αποτελεί ένα έξτρα «συν» και όχι την καταλυτική πράξη στην όλη εξέλιξή του. Δούλεψε πολύ και η Χέρενφεν, που επένδυσε επάνω του, βγήκε και με το παραπάνω ωφελημένη.
Τώρα οφείλει ο Ρεχάγκελ να τον εκμεταλλευτεί, ώστε το ελληνικό ποδόσφαιρο να αποκτήσει αυτό που δεν είχε ποτέ, ούτε με την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στο EURO: τον πρώτο ΑΛΗΘΙΝΟ σούπερ σταρ! Εναν παίκτη που θα κάνει καριέρα ανάλογη αυτών που προέρχονται από μικρές χώρες και που το όνομά τους συνδέθηκε με την προέλευσή τους. Οπως ο Λιτμάνεν για τη Φινλανδία, ο Γκούντγιονσεν για την Ισλανδία, ο Ζάχοβιτς για τη Σλοβενία. Γιατί όχι ακόμα και σαν τον Στόιτσκοφ για τη Βουλγαρία ή τον Χάτζι για τη Ρουμανία. Ακούγεται υπερβολικό, αλλά είναι άκρως ρεαλιστικό. Η Μάντσεστερ Σίτι οφείλει να είναι απλώς σταθμός, αλλά όχι τελικός προορισμός στην καριέρα του Σαμαρά. Και μέσα από αυτή τη διαδρομή καίρια ωφελημένη θα είναι πρώτιστα η Εθνική μας ομάδα!