Στην Παιανία το 2003 «φρόντισαν» μόνοι τους να... γκρεμίσουν ένα έτοιμο σύνολο, που μπορούσε να φέρει διακρίσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη
Η ήττα της Ριζούπολης τον Μάιο του 2003 υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να είχε στοιχίσει στον Παναθηναϊκό μόνο ένα πρωτάθλημα. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Το τι έγινε στη συνέχεια είναι πολύ πρόσφατο για να μην μπορέσετε να το ανακαλέσετε στη μνήμη σας. Στην Παιανία πήραν την απόφαση να... κατεβάσουν από τον τοίχο ό,τι μπορεί να τους θύμιζε εκείνη την ημέρα. Η επιχείρηση διάλυσης του οικοδομήματος πήρε σχεδόν δύο χρόνια. Σε αυτό το διάστημα ο ΠΑΟ πήρε ένα νταμπλ, που θεωρητικά δικαιώνει την επιλογή των ανθρώπων που την επέλεξαν. Είναι έτσι όμως;
Η κοινή λογική απαντά «όχι»! Στον Πειραιά, άλλωστε, φροντίζουν να αποδεικνύουν πως πέραν των απαραιτήτων mind games της εποχής (για «κότες» και «πελάτες»), ήξεραν την αληθινή αξία αυτών που απαξίωναν! Ο Νικοπολίδης και ο Κωνσταντίνου ήδη φοράνε τα κόκκινα, η μετακίνηση του Μπασινά σκάλωσε στις αποδοκιμασίες του κόσμου, ο Σόλιντ θα καλόβλεπε –όπως έχει δηλώσει– την περίπτωση Σεϊταρίδη και τώρα έρχεται στην κουβέντα και το όνομα του Κυργιάκου. Ο οποίος σίγουρα δεν αποτελεί για την εξέδρα την πιο... δημοφιλή λύση, αλλά αγωνιστικά πείτε μου πιο ελκυστική περίπτωση για κεντρικό αμυντικό που μπορεί να βρει μια ελληνική ομάδα.
Και αν βάλουμε και την εκτίμηση που έχει στον Γιώργο Καραγκούνη ο Νορβηγός τεχνικός –αλλά και κάθε γνώστης του μοντέρνου ποδοσφαίρου– και προσθέσουμε τη διαφορά που κάνει εδώ και τρία χρόνια στην ΑΕΚ ο Νίκος Λυμπερόπουλος, έχουμε την πλήρη εικόνα.
Οι αριθμοi πολλές φορές δεν λένε την αλήθεια. Ο Παναθηναϊκός από το 1997 έμεινε χωρίς τίτλο έως και το 2004. Όμως χρησιμοποιώντας τα παιδιά της Παιανίας ο Βασίλης Δανιήλ άφησε καλή μαγιά για τον αείμνηστο Γιάνννη Κυράστα το '99. Εκείνη τη σεζόν ο ΠΑΟ έπαιξε εξαιρετικό ποδόσφαιρο, όπως κατά διαστήματα και την επόμενη χρονιά, με τον Αγγελο Αναστασιάδη στον πάγκο. Η πρόκριση επί της Γιουβέντους και η εκπληκτική για σχεδόν 80 λεπτά εμφάνιση με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο «Όλντ Τράφορντ» το 2000 ήταν σημεία αναφοράς. Η επόμενη χρονιά, με την επιστροφή του Κυράστα και τον ερχομό του Μαρκαριάν το 2001-02, αποτελεί την καλύτερη ελληνική παρουσία σε μια σεζόν στην Ευρώπη –πιθανότατα θα πάρει πάρα πολλά χρόνια για να βελτιωθεί. Μπορεί το '71 να έπαιξε στον τελικό και το '85, όπως και το '96, στον ημιτελικό, αλλά κανένα από τα τρία επιτεύγματα δεν συγκρίνεται με τη σεζόν που μέσα από δύο γύρους ομίλων ο ΠΑΟ έφτασε στους προημιτελικούς, αποκλειόμενος στο γκολ από την Μπαρτσελόνα. Εννέα νίκες την ίδια χρονιά στο Κύπελλο Πρωταθλητριών είναι επίδοση επιπέδου Ρεάλ και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Μίλαν ή Λίβερπουλ. Όχι ελληνικής ομάδας!
Το 2002-03 ο ΠΑΟ μπορούσε πραγματικά να κατακτήσει ένα Κύπελλο Ευρώπης. Κάτι που δεν ήταν ρεαλιστικό ούτε απέναντι στον μυθικό Άγιαξ του Κρόιφ το '71, ούτε με τη Λίβερπουλ του Νταλγκλίς το '85 και τον Άγιαξ του Λιτμάνεν το '96. Στα προημιτελικά του ΟΥΕΦΑ η νίκη επί της Πόρτο του Μουρίνιο έπρεπε να ήταν η αφετηρία για τον θρίαμβο. Αντί γι' αυτό, ο Άγγελος Φιλιππίδης προέτρεψε τους παίκτες να ασχοληθούν με το πρωτάθλημα «γιατί αυτό είναι το ψωμί μας και το άλλο είναι η... ευχαρίστησή μας», για να μη χρησιμοποιήσω την ακριβή έκφραση! Ποτέ άλλοτε μια ελληνική ομάδα δεν είχε τέτοια ευκαιρία για ευρωπαϊκή υπέρβαση, αφού μετά την Πόρτο ούτε η Λάτσιο ούτε η Σέλτικ ήταν αξεπέραστα εμπόδια για εκείνον τον Παναθηναϊκό!
Αυτό που τότε ενδόμυχα φοβούνταν οι αντίπαλοί του, δηλαδή το να παρέμενε ο κορμός μιας ομάδας με τεράστιες δυνατότητες και να γίνονταν προσθήκες, φρόντισαν να το... τακτοποιήσουν στην Παιανία από μόνοι τους. Θυσίασαν την ομάδα στον βωμό ενός τίτλου. Ουσιαστικά απεμπόλησαν μια επερχόμενη δική τους παντοκρατορία, που πιθανότατα θα συνδύαζε εσωτερικές διακρίσεις με καλές ευρωπαϊκές παρουσίες.
Παράλληλα, αυτοί που τους αποκαλούσαν τότε «πελάτες» σπεύδουν να επωφεληθούν από τις ευκαιρίες που προσφέρονται στην αγορά. Αυτός που είπε πρώτος πως είναι καλύτερα να τρως μεγάλη μπουκιά παρά να λες μεγάλες κουβέντες, πέραν του πόσο χοντρός πιθανώς κατέληξε, είχε τελικά πάρα πολύ δίκιο!