Είναι λογικό αυτές τις μέρες (ή αυτές τις εβδομάδες) η προσοχή να επικεντρώνεται στον Σισέ και τον Μιραλάς. Αυτοί είναι οι δυο σταρ του πρωταθλήματος, αυτοί παίζουν στις δυο ομάδες που προπορεύονται, αυτοί κυριαρχούν στα πρωτοσέλιδα, τα παστελώνουν δυο - δυο, αυτούς ψάχνουν τρόπο να σταματήσουν οι αντίπαλοι αμυντικοί και άκρη δεν βγάζουν - παρόλο που ξέρουν ότι αν τους «κλειδώσουν», έχουν καλές πιθανότητες να «κλειδώσουν» και ένα καλό αποτέλεσμα.
Εμένα όμως θα μου επιτρέψετε να είμαι ντεμοντέ σήμερα και να ασχοληθώ με δυο άλλους κυρίους: τον Σίντνεϊ Γκοβού και τον Λουίς Γκαρσία. Δυο παίκτες σε κοντινή ηλικία (31 ο Γάλλος, 32 ο Ισπανός), με θητεία σε μεγάλους συλλόγους (Λιόν ο ένας, Μπαρτσελόνα και Λίβερπουλ ο άλλος), με καλό όνομα στην ποδοσφαιρική Ευρώπη (πολλές καλές πορείες ο Γκοβού με τη Λιόν και ημιτελικά πέρυσι, ένα Champions League κι ένας χαμένος τελικός με τη Λίβερπουλ ο Γκαρσία).
Ήρθαν στην Ελλάδα με διαφορετικό soundtrack ο καθένας: ο Γκοβού με τυμπανοκρουσίες, με κόσμο στο αεροδρόμιο, με την ταμπέλα της «έξυπνης βόμβας» και της σπουδαιότερης καλοκαιρινής μεταγραφής. Με τη σιγουριά ότι θα κάνει «παπάδες» και μαζί με τον Σισέ θα συνθέσουν ένα φονικό δίδυμο, ότι όχι απλά θα αναπληρώσει το κενό του Σαλπιγγίδη αλλά θα κάνει πολλά περισσότερα. Ο Γκαρσία, ήρθε στα βουβά. Όχι απλά κανείς δεν τον περίμενε στο αεροδρόμιο, αλλά σχεδόν κανείς δεν ήξερε ότι έρχεται Ελλάδα: φορ είχε ζητήσει ο Νιόπλιας, μεσοεπιθετικό του έφερε ο Φρέιτας. Με αδιάφορη σεζόν στη Σανταντέρ πέρυσι, με ένα σωρό ερωτηματικά για το βεβαρυμένο ιστορικό τραυματισμών, χωρίς να έχει κάνει προετοιμασία, ένας παίκτης που λογιζόταν σαν σκάντζα - βάρδια των τριών θέσεων πίσω απ’ τον Σισέ και όχι σαν βασικός.
Σήμερα, ο Γκοβού είναι με το ενάμιση πόδι εκτός ομάδας και Ελλάδας και ο Γκαρσία είναι βασικός και αναντικατάστατος. Ο Γκοβού βάλλεται πανταχόθεν για τα ξενύχτια του και την πενιχρή προσφορά του μέχρι τώρα κι ο Γκαρσία έκανε το πρώτο πραγματικά πολύ καλό του παιχνίδι με τον Ηρακλή, αλλά και πριν απ’ αυτό τουλάχιστον προσπαθούσε, έτρεχε, δοκίμαζε σουτ, εκτελούσε τα στημένα, έδινε ό,τι καλύτερο μπορούσε. Κι αν η ερώτηση είναι «γιατί δείχνουν τόσο μεγάλη διαφορά αυτοί οι δυο», όχι μόνο σε απόδοση, αλλά κυρίως σε διάθεση, η απάντηση είναι απλή: ο Γκοβού, θεωρεί υποβάθμιση για την καριέρα του τον Παναθηναϊκό - πέρα από τον τραυματισμό του, την απώλεια του πατέρα του κλπ. Νιώθει ότι έφυγε από τη Λιόν και ήρθε σε κάτι πολύ μικρότερο. Ότι μέχρι πέρυσι έπαιζε στο Champions League και πέρναγε η ομάδα του μαρς στους «16» κι εδώ ακόμα και η συνέχεια στο Europa φαντάζει σχεδόν απίθανη. Ότι είναι, σαν μέγεθος, «πολύς» για τον Παναθηναϊκό.
Αντίθετα, για τον Γκαρσία, ο δικός του «Παναθηναϊκός», ήταν η Σανταντέρ: πέρυσι έπαιξε σκάρτα 15 ματς, δεν σκόραρε, δεν γούσταρε, έβγαινε, ξενυχτούσε, δεν είχε κανένα κίνητρο. Έχοντας περάσει από Μπαρτσελόνα, Λίβερπουλ και Ατλέτικο Μαδρίτης, πήγε σε μια ομάδα «μικρότερη από τον ίδιο». Που δεν του έδινε κίνητρο - δεν μπορεί για έναν πρωταθλητή Ευρώπης να είναι ισχυρό κίνητρο η αποφυγή του υποβιβασμού, ακόμα και σε ένα πρωτάθλημα όπως η Primera. Ο Λουίς Γκαρσία βρήκε στον Παναθηναϊκό το κίνητρο που του έλειπε: την Ευρώπη, τον πρωταθλητισμό, τον παλιόφιλο Σισέ, το γεμάτο ΟΑΚΑ, την τελευταία ευκαιρία να αποδείξει ότι δεν υπήρξε απλά κάποτε ένας σπουδαίος ποδοσφαιριστής, αλλά ότι παραμένει ένας.
Αποχαιρετώντας (;) τον Γάλλο, ας «καλωσορίσουμε» τον Ισπανό. Μακάρι να μπορούσε ο Φερέιρα να πάρει το μάξιμουμ κι από τους δυο, αλλά έστω κι ο ένας, στα υψηλά του ποδοσφαιρικά στάνταρντς, είναι μια μεγάλη πολυτέλεια για το ελληνικό πρωτάθλημα.
Κώστας Βαϊμάκης
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr