Ο Γιώργος Κούδας ηγήθηκε της επανάστασης του ποδοσφαιρικού Βορρά
Στην Ελλάδα της πάμφτωχης αθλητικής βιβλιογραφίας αποτελεί την πιο ευχάριστη έκπληξη να διαβάζεις κάτι τόσο ζωντανό και εξαιρετικά γραμμένο, όπως το βιβλίο του Γιώργου Κούδα. Δουλειά που δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από ξένες εκδόσεις, είναι μια κατάθεση ψυχής από τον επαναστάτη ποπολάρο του ποδοσφαιρικού Βορρά. Ο Κούδας, όπως γράφει και ένα από τα κεφάλαια στο βιβλίο, γεννήθηκε με μια μπάλα στα πόδια. Σπάνια είδαμε στην Ελλάδα κάποιον με τόση αρμονία στις κινήσεις στα γήπεδα.
Ενα αληθινό ποδοσφαιρικό ζαρκάδι, που με τις επινοήσεις του μέσα στις τέσσερις γραμμές που περικλείουν τον αγωνιστικό χώρο άφηνε τη φαντασία να δραπετεύσει! Από τα πόδια του Κούδα ευτύχησα να δω το πρώτο γκολ «ζωντανά» σε αγωνιστικό χώρο στην Ελλάδα, για το πρωτάθλημα. Είχα ήδη (επτάχρονο παιδί) βρεθεί στις εξέδρες σε κάνα δυο ματς της Εθνικής ομάδας και σ' ένα ματς του Πανιωνίου με την (τότε ανατολικογερμανική) Χάνσα Ροστόκ, από τα οποία οι αναμνήσεις είναι θολές. Εκείνο το σαββατιάτικο απόγευμα του 1971 όμως το θυμάμαι τόσο έντονα σαν να μην πέρασαν τρεισήμισι δεκαετίες, αλλά μόλις κάποιοι μήνες!
Η Προοδευτική υποδεχόταν στο Καραϊσκάκη τον ΠΑΟΚ. Ο Κούδας ξεχώριζε απ' όλους τους υπόλοιπους. Κάποια στιγμή, με την μπάλα στα πόδια, δέκα μέτρα έξω από την περιοχή, σούταρε με δύναμη. Στην παιδική μου φαντασία έμοιαζε με σουτ βγαλμένο από σελίδες κόμικ, που η μπάλα σκίζει τα δίχτυα. Το γήπεδο είχε περίπου δεκαπέντε χιλιάδες, αριθμός που ακούγεται αδιανόητος σήμερα. Είμαι βέβαιος πως σχεδόν όλοι χειροκρότησαν. Ο τερματοφύλακας της Προοδευτικής Βρεκούσης είχε τεντώσει το κορμί του, αλλά ήταν αδύνατο να σώσει την εστία του. Το ματς τελείωσε 1-1, αλλά το γκολ της ισοφάρισης δεν το θυμάμαι. Πέφτοντας για ύπνο εκείνο το βράδυ, ονειρευόμουν να μπορούσα και εγώ να βάζω τέτοια γκολ στα διπλά της αλάνας στη γειτονιά, εκεί που όλοι μας προσπαθούσαμε να μιμηθούμε τους ήρωές μας.
Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα ήμουν στο ίδιο γήπεδο, βλέποντας τον Κούδα να χαρίζει στον ΠΑΟΚ το πρώτο Κύπελλο της ιστορίας του. Ενα σουτ ακόμα καλύτερο από το προηγούμενο και ένα φάουλ νικούσαν τον Τάκη Οικονομόπουλο και έδιναν στον «Δικέφαλο του Βορρά» την ώθηση για μεγαλύτερα επιτεύγματα. Τα επόμενα χρόνια ο ΠΑΟΚ του Λες Σάνον δίδαξε ποδόσφαιρο. Μέχρι το 1976, όταν ήρθε η ώρα με τον Γκιούλα Λόραντ στον πάγκο να κατακτήσει το πρώτο του πρωτάθλημα, μεσολάβησε ένα ακόμα Κύπελλο, το 1974, αλλά η αλήθεια είναι πως εδικαιούτο πολύ περισσότερα. Ίσως ένα πρωτάθλημα και δύο Κύπελλα ακόμα να ήταν το μίνιμουμ που άξιζε η μηχανή αυτή που έπαιζε ποδόσφαιρο βγαλμένο από την καρδιά! Ο Κούδας ήταν η πολιορκητική μηχανή με την οποία ο ΠΑΟΚ μπήκε οριστικά και αμετάκλητα σφήνα στο τρίο του πρώην ΠΟΚ. Η παρουσία του καθιέρωσε τους «ασπρόμαυρους» της Θεσσαλονίκης ως ισότιμους στο τραπέζι των τίτλων!
Χθες συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από την καλύτερη εμφάνιση του ΠΑΟΚ της δεκαετίας του '70. Το 4-0 επί του Ολυμπιακού μέσα στο Καραϊσκάκη, το γήπεδο που η μοίρα διάλεξε να είναι ο τόπος που γνώρισε ο ΠΑΟΚ τόσο πόνο και πίκρα, αλλά και τόσες χαρές. Είχα την τύχη αυτή τη μοναδική παράσταση να την απολαύσω από τις εξέδρες, όπως και το επόμενο 4-0, πάλι στο ίδιο γήπεδο, επί του (εξαιρετικού εκείνη την εποχή) Εθνικού. Παιχνίδια με τη σφραγίδα του Κούδα που σαφέστατα διαφοροποιούσε κατά πολύ με την παρουσία του τους εξαιρετικούς Αποστολίδη, Σαράφη, Ασλανίδη, Τερζανίδη, Σαράφη, Παρίδη και Γκουερίνο.
Το βιβλίο του Γιώργου Κούδα «Της ζωής μου το παιχνίδι», από τις εκδόσεις «Ιανός», μου έδωσε την ευκαιρία να ξεδιπλώσω στο μυαλό όλες αυτές τις αναμνήσεις. Από τη διήγηση του Κούδα (στην άριστη δουλειά που έκανε ο συνάδελφος Δημήτρης Μπλιάτκας, που του αξίζουν συγχαρητήρια) καταλαβαίνει κανείς εύκολα πως αυτή η μεγάλη βεντέτα παραμένει παιδί! Όπως τότε, που με τα κοντά παντελόνια μαζευόταν με την παρέα του για να παίξει μέχρι να νυχτώσει. Ενα βιβλίο κειμήλιο από έναν αθλητή που ποτέ δεν μάσησε τα λόγια του και που πάντα είχε έναν καλό λόγο ακόμα και για τους μεγαλύτερους αντιπάλους του!