Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος
Η πιθανή κλήση στον εισαγγελέα τόσο του Βαγγέλη Μαρινάκη όσο και του Νικόλα Πατέρα θα έχει τελικό αποτέλεσμα το γνωστό «μηδέν εις το πηλίκον». Γιατί, όπως συμβαίνει πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, οι παράγοντες που για τα μάτια των οπαδών πρέπει να φαίνονται αμείλικτοι και ισοπεδωτικοί θα κάνουν τη γνωστή σε αυτές τις περιπτώσεις αναδίπλωση. Και επειδή είμαι βέβαιος πως από τα πρακτικά έχουν γραφτεί τα μισά απ' όσα λέγονται προς τα έξω, θα επιλεγεί η εύκολη λύση, να τα φορτώσουν όλα στους «κακούς». Δηλαδή, στις εφημερίδες και στον Τύπο που «όλα αυτά τα ανακαλύπτουν από το μυαλό τους για να πουλήσουν». Είμαι πια γεμάτες τρεις δεκαετίες στον χώρο για να περιμένω κάτι διαφορετικό. Μπροστά στις κάμερες χρόνια ολόκληρα όλοι σπεύδουν να πουν σκληρά λόγια ή, ακόμα χειρότερα, μέσω των περιβόητων πηγών ή κύκλων φτιάχνουν κλίμα για να έχει ο οπαδός να καμαρώνει πίνοντας τον φραπέ του. «Κοίτα, ρε συ, τι μάγκα πρόεδρο έχουμε».
Προσπαθώ να θυμηθώ αν ποτέ έχει συμβεί, όταν τελικά καλούνται να μιλήσουν μπροστά στον αθλητικό δικαστή ή στον εισαγγελέα, να πουν τα ίδια που οι φήμες βάζουν στο στόμα τους. Ειλικρινά δεν καταφέρνω να το ανακαλέσω στη μνήμη μου. Γιατί εκεί αλλάζουν τροπάριο. Ούτε είπαν, ούτε είδαν, ούτε άκουσαν. Τα ίδια και τα ίδια σε αυτό το έρμο το ελληνικό ποδόσφαιρο, στο οποίο οι γραφικότητες περισσεύουν. Το 1979 όλοι ήταν απόλυτα βέβαιοι ότι η κουμπαριά του Γιώργου Βαρδινογιάννη και του Σταύρου Νταϊφά θα βοηθούσε να βελτιωθούν οι σχέσεις Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού και κατ' επέκταση η όλη εικόνα του τότε νεοσύστατου επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Το τι συνέβη είναι πασίγνωστο. Οχι μόνο σταμάτησαν να μιλούν, αλλά η έχθρα τους έμεινε παροιμιώδης.
Οποιοι ήταν αρκετά άπειροι ή αφελείς και πίστευαν πως η παιδική φιλία του Βαγγέλη Μαρινάκη με τον Νικόλα Πατέρα θα έμπαινε εμπόδιο στο να... ξεκατινιαστούν δημοσίως, ξεχνούν πως, πέραν του πρεστίζ για το ποιος θα δείχνει πως έχει το πάνω χέρι στο παρασκήνιο και ποιος είναι ο πιο μάγκας αν πάρει το πρωτάθλημα, υπάρχει και το καθόλου αμελητέο ποσό των εξασφαλισμένων 25 εκατομμυρίων ευρώ από τη συμμετοχή του πρωταθλητή στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ. Και στις σημερινές οικονομικές συγκυρίες όποιος πιστεύει πως αυτό δεν αποτελεί τον κυριότερο λόγο σύγκρουσης, μάλλον έλειπε κάποια χρόνια από τον πλανήτη!
Φυσικά ο αθλητικός εισαγγελέας καλά κάνει και ζητεί τα πρακτικά της συνεδρίασης της Λίγκας. Ομως και αυτή τη φορά δεν πρόκειται να υπάρξει ουσία. Γιατί, επαναλαμβάνω, αυτά που ειπώθηκαν με αυτά που έχουν τελικά καθαρογραφεί είμαι βέβαιος ότι απέχουν πολύ. Η μεταφορά στον Τύπο των διαλόγων γίνεται μέσω των περίφημων κύκλων και των συνηθισμένων διαρροών. Οι εμπλεκόμενοι θα βρουν τον πιο εύκολο τρόπο, όπως γίνεται εδώ και δεκαετίες, για να βγουν λάδι και να μην ασχοληθεί κανείς με την ουσία παρά μόνο με τον Τύπο: θα τα φορτώσουν στους δημοσιογράφους. Και ζήσανε αυτοί καλά και το ελληνικό ποδόσφαιρο καλύτερα!
Να λυθεί η παρεξήγηση
Οι κλήσεις του Φερνάντο Σάντος για το φιλικό της Τετάρτης στη Βιέννη με την Αυστρία απέδειξαν αυτό που ξέρουν όλοι στον χώρο. Πως ο Πορτογάλος δεν κάνει τη δουλειά του με αυτόματο πιλότο, όπως ο Οτο Ρεχάγκελ, ο οποίος έμοιαζε να... βαριέται αφόρητα να παρακολουθεί το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο Σάντος είναι δίκαιος και το ξέρουν όλοι όσοι έχουν συνεργαστεί μαζί του. Επίσης, το απέδειξε καλώντας τον κορυφαίο τερματοφύλακα της σεζόν που διανύουμε, τον Δημήτρη Κωνσταντόπουλο της Κέρκυρας, αλλά και τον Γιώργο Γεωργιάδη του Πανσερραϊκού. Και αυτό είναι ένα μήνυμα προς όλους ότι, αν δουλεύουν, υπάρχει ένας ομοσπονδιακός προπονητής που τους παρακολουθεί και δεν χρειάζεται να είναι μέλη των ομάδων κορυφής για να κληθούν.
Ο Σάντος νομίζω ότι θα ξανασκεφτεί την περίπτωση της επιστροφής του Φάνη Γκέκα. Μπορεί να ήταν άκομψος ο τρόπος που επέλεξε να αποχωρήσει χωρίς να μιλήσει μαζί του και να ήταν λάθος, αλλά με αμοιβαίες εξηγήσεις μπορεί να λυθεί η παρεξήγηση. Η Εθνική χρειάζεται τον πιο ικανό φορ περιοχής των τελευταίων δέκα χρόνων στη χώρα μας. Ο Φάνης είναι κλασικός γκολτζής και πριν έρθουν τα ματς του επόμενου Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου, στα οποία θα κριθεί η πρόκριση, καλό είναι για όλους να έχει λυθεί η παρεξήγηση.