Αρχίζω με το κλισέ πως ο προπονητής σαφώς και γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα για το τι μπορεί ο ποδοσφαιριστής του να προσφέρει και για πόσο χρονικό διάστημα σ΄ ένα παιχνίδι! Αγνοώ, τη στιγμή αυτή, τι διάθεση υπάρχει στη διοίκηση της ΑΕΛ για τον Γιάννη Παπακώστα και αν με το 1-1 στο Βόλο ο Έλληνας τεχνικός κέρδισε πόντους ή είναι για μία ακόμη εβδομάδα υπό αμφισβήτηση.
Η μεγάλη απορία που μου δημιουργείται αφορά τον τρόπο με τον οποίο επέλεξε η Λάρισα ν΄ αντιμετωπίσει εξ αρχής αυτήν τη μάχη επιβίωσης. Το στοιχειώδες διάβασμα του αντίπαλου να έχει γίνει είναι ηλίου φαεινότερον πως η μεγάλη δύναμη της ομάδας της Μαγνησίας είναι η μεσαία της γραμμή, που ο Αλβάρεζ κάνει το χαμαλίκι για να δημιουργούν οι Μόνχε, Ούμπιντες και Μπρέσκα.
Γράφει ο Λάμπρος Γκαραγκάνης
Αυτό και συνέβη στο πρώτο ημίχρονο στο "Πανθεσσαλικό", με τους "βυσσινί" να είναι ανύπαρκτοι στα χαφ, και ανασταλτικά και παραγωγικά και τον Ολυμπιακό να μπορούσε κάλλιστα να έχει πετύχει ένα δεύτερο γκολ και να έχει ολοκληρώσει το σκοπό του. Η επιλογή του Πούρι a posteriori αδικεί τον Παπακώστα, ενώ ο Κατσιαρός θα πρέπει να κάνει καιρό να συνέλθει απ΄ αυτά που τράβηκε από τους Αργεντινούς του Βόλου και ειδικά από τον Ούμπιντες. Βέβαια, ο Παπακώστας χειρίζεται με μαεστρικό τρόπο το δικό του αρχικό λάθος και με τις αλλαγές του, με την έναρξη του δευτέρου μέρους, αλλάζει άρδην την εικόνα του αγώνα, ο οποίος στο δεύτερο μισό του έχει... αφεντικό τη Λάρισα και μόνο. Είναι, ίσως, από τις λίγες φορές που ακόμη και τελείως επιφανειακά ν΄ αντιμετωπιστούν οι επιλογές ενός προπονητή, είναι προφανές πως έγινε λάθος, που στην εξέλιξη του αγώνα διορθώθηκε.
Κι έναν... με απολυτήριο δημοτικού στο ποδόσφαιρο να ρωτήσεις θα προτιμούσε Γκέρεμι, Μετίν, βάσει ονόματος βρε αδερφέ, στην αρχική ενδεκάδα παρά Πούρι και Βενετίδη αριστερό χαφ! Μ΄ έναν πρόχειρο συνειρμό ακόμη και οι αντίπαλοι μπορεί να έτριβαν τα χέρια τους από την αρχική επιλογή του προπονητή της ΑΕΛ. Ο Τουμέρ Μετίν, ειδικά, είναι ένας παίκτης που ακόμη και για όλα τα δεινά που συμβαίνουν στο θεσσαλικό σύλλογο να έφταιγε, δεν βγαίνει από την ενδεκάδα. Με την Τρίπολη, όντως, ήταν αρνητικός, όμως η ποιότητά του και η εμπειρία του είναι στοιχεία που σε τέτοια ντέρμπι κάνουν τη διαφορά κι όπως φάνηκε διαμορφώνουν αποτελέσματα (ειδικά αν μετρούσε και το μάλλον κανονικό γκολ του και γινόταν το 1-2). Αντικειμενικά, πάντως, η διαχείριση του δευτέρου ημιχρόνου από τον Παπακώστα δείχνει έναν κόουτς που δεν τα έχει χαμένα, διαθέτει αντίληψη και ψυχραιμία να διαχειριστεί ακόμη και προσωπικά σφάλματα, έχοντας την πυγμή, εμμέσως, να τα παραδεχθεί.
Η αξία και η σημασία του θεσσαλικού ντέρμπι!
Οι δύο ομάδες συναντήθηκαν στο πλαίσιο της πρώτης εθνικής κατηγορίας μετά από είκοσι χρόνια. Η προϊστορία να μην κερδίζει ο εκάστοτε φιλοξενούμενος στην έδρα του αντιπάλου συνεχίστηκε, αφού, μόλις, μία φορά η Λάρισα νίκησε στο Βόλο (Α΄ Εθνική: 1-2 το 1989/1990) ως τώρα, και το αντίθετο (Β΄ Εθνική: 1-3 το 1968/1969 ο Ολυμπιακός). Το 1-1 ανάμεσά τους, για την έβδομη αγωνιστική της Σούπερ Λιγκ, αποτελεί ένα σκορ το οποίο διαμορφώθηκε σε μία αναμέτρηση άνω του μετρίου, σε σχέση με το μέσο όρο ποιότητας ποδοσφαίρου που βλέπουμε στην Ελλάδα.
Πάθος, δύναμη και κάποια νεύρα είναι σίγουρα προϊόντα της εντοπιότητας των δύο συλλόγων και της κόντρας των δύο πόλεων που αυτοί στεγάζονται. Ωστόσο υπάρχουν παίκτες εξαιρετικοί και στα δύο κλαμπ, οι οποίοι στην Ελλάδα κάνουν τη διαφορά. Οι Κουζέν (έπαιξε με πρησμένο μάτι για μισή ώρα), Μετίν, Γκέρεμι έχουν αποδείξει την αξία τους στο παρελθόν, ωστόσο ο Βόλος, πέραν του Μπρέσκα, αναδεικνύει μία τριάδα Αργεντινών με τεράστια περιθώρια ανέλιξης. Ο Μάρτιν είναι σέντερ φορ ολκής και το αποδεικνύει στη φάση του γκολ, που πιθανώς να κάνει φάουλ στον Νταμπίζα, η κίνησή του, όμως, γεμίζει την αντίπαλη περιοχή, δημιουργώντας ρήγματα.
Ο Μόνχε είναι σίγουρα προβληματικός χαρακτήρας (το χτύπημα στα γεννητικά όργανα του Ταυλαρίδη δείχνει την κάκιστη πτυχή του χαρακτήρα του), όμως έχει δέσει πολύ στο παιχνίδι του Ολυμπιακού και διαθέτει απίστευτα τρεξίματα, ενώ ο Ούμπιντες αποτελεί την αγωνιστική ναυαρχίδα αυτής της ομάδας, η οποία είναι συμπαγής χάρη στη δουλειά του Σάκη Τσιώλη. Η ντρίμπλα που έχει πληρώνεται καλά από μεγαλύτερες, του Βόλου, ομάδες, η ταχύτητά του ομοίως, ενώ και η αντοχή του κρίνεται εντυπωσιακή, αν αναλογιστεί κανείς πως για παράδειγμα στο ματς αυτό έπαιξε για, τουλάχιστον, σαράντα λεπτά με τράβηγμα στο δικέφαλο.
Το ζήτημα είναι πως είκοσι χρόνια γι΄ αυτές τις ομάδες ήταν πολλά, ώστε να ξανασυναντηθούν μετά το διάστημα αυτό στην πρώτη τη τάξει κατηγορία. Η δυναμική του ποδοσφαίρου μας, που δυστυχώς τρέφεται μόνο από κόντρες, πέραν του Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός και τις αναμετρήσεις της ΑΕΚ μ΄ αυτούς, έχει μονάχα το ΠΑΟΚ-Άρης να επιδείξει στα επονομαζόμενα κλασσικά ντέρμπι. Χρειάζεται η διαρκής παρουσία των Ολυμπιακού Βόλου και Λάρισας στην κατηγορία, ώστε να μιλήσουμε μελλοντικά για ένα σούπερ ντέρμπι, έστω και δεύτερης ταχύτητας. Όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που χαρακτηρίζουν έναν αγώνα τοπικού χαρακτήρα, υπάρχουν στο ζευγάρι αυτό και πάνω απ΄ όλα τα βασικά (κόσμος και γήπεδα της προκοπής).