Η παραίτηση του Ντούσαν Μπάγεβιτς από τον πάγκο της ΑΕΚ, μετά την ήττα από τον Ολυμπιακό Βόλου κλείνει οριστικά και αμετάκλητα, ένα τεράστιο κεφάλαιο για την ομάδα. Η ιστορία που ξεκίνησε το καλοκαίρι το 1977, τελειώνει με έναν ακόμα χωρισμό, το ίδιο άσχημο όπως και οι προηγούμενοι.
Του Χρήστου Σωτηρακόπουλου
Μια σχέση γεμάτη κατακτήσεις πρωταθλημάτων που σφραγίστηκαν από την παρουσία του Μπάγεβιτς. Μία σχέση γεμάτη καλό ποδόσφαιρο, ακόμα και όταν η ομάδα δεν κατακτούσε τίτλους. Μοναδική εξαίρεση η τελευταία του παρουσία. Η κακή αγωνιστική κατάσταση μπορεί να ήταν η αφορμή για την παραίτηση, αλλά έχω την εντύπωση ότι η επίθεση που δέχτηκε το καλοκαίρι στην Καλλιθέα ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Πρέπει να πούμε όμως τώρα, ότι οι ποδοσφαιριστές αλλά και η διοίκηση που ίσως να είχαν βολευτεί πίσω από τον «μπαμπούλα» Μπάγεβιτς, τώρα θα πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Αν αυτός ήταν η αιτία που η ομάδα δεν μπορούσε να προχωρήσει μπροστά, τότε τις αμέσως επόμενες ημέρες θα πρέπει να δείξουν άμεση βελτίωση.
Αυτό που θα φανεί όμως θα είναι οι αγωνιστικές αδυναμίες, που ίσως να καλύπτονταν από τον «βραχνά» που αποτελούσε για κάποιους ο Μπάγεβιτς.
Αυτό που προκαλεί εντύπωση όμως δεν είναι το γιατί έφυγε. Αλλά το πώς άντεξε τόσο πολύ. Έμοιαζε εδώ και καιρό να έχει χάσει την όρεξή του. Και είναι φυσικό. Από τη στιγμή που έφυγε, όπως έφυγε, το καλοκαίρι του 96’ κάθε επιστροφή του, είχε προδιαγεγραμμένο τέλος.
Λένε ότι κάποιοι έρωτες πάνε στην κόλαση για να γυρίσουν στον παράδεισο, αυτός ο έρωτας ήταν καταδικασμένος να μείνει στην κόλαση.