Οι μεν εύχονταν να βαρεθούν οι Καταλανοί και να γράψει το κοντέρ όσο το δυνατόν λιγότερα. Οι δε, να μπουν 7 και 8, για να πάρει ο Παναθηναϊκός το «ρεκόρ της ντροπής». Οι πλάκες αναμενόμενες το ίδιο κιόλας βράδυ (δεν έχω Facebook, αλλά πληροφορήθηκα ότι μπλόκαρε από τα σχόλια) και απόλυτα θεμιτές: τα ίδια έχουν κάνει και θα έκαναν και οι πράσινοι στους κόκκινους σε αντίστοιχη περίπτωση. Αρκεί να μην χρησιμοποιείς το στραπάτσο του άλλου για να μακιγιάρεις τις δικές ρυτίδες και σακούλες. Η πλάκα καλώς γίνεται και πρέπει να γίνεται στον αθλητισμό, αν δεν ξεπερνά κάποια όρια, αφού παιχνίδι είναι στο κάτω - κάτω. «Κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει» που λέει κι ο Νιόνιος.
Δεν περιμέναμε να γίνουμε σοφότεροι από το παιχνίδι του «Καμπ Νου». Ούτε για τη δυναμική της Μπαρτσελόνα, ούτε για τη διαφορά της από όλες τις ελληνικές και τις περισσότερες ευρωπαϊκές ομάδες, ούτε για την ενέργεια που αντλούν οι παίκτες της από 100.000 ανθρώπους, τυχερούς ανθρώπους, που βλέπουν σε 90 λεπτά τόσα όμορφα πράγματα μαζεμένα, που εμείς εδώ δεν βλέπουμε ούτε σε 30 αγωνιστικές, επί 8 παιχνίδια η κάθε μια. Τα ξέραμε αυτά, ακόμα κι όταν ο Γκοβού έβαλε ένα γκολ - highlight κι ο Παναθηναϊκός προηγήθηκε. Κι αν δεν ισοφάριζε η Μπαρτσελόνα μέσα σε 2 λεπτά, θα το έκανε σε 5. Ή σε 10. Μικρή σημασία έχει, η μοίρα ήταν προδιαγεγραμμένη απέναντι σε αυτήν τη Μπαρτσελόνα, όπως παρουσιάστηκε χθες. Και πούλμαν να πάρκαρες μπροστά στον Τζόρβα, θα έβαζαν γκολ από το παράθυρό του. Και 22 παίκτες να έβαζες στο χορτάρι, πάλι λιγότεροι θα φαίνονταν. Και στην κλωτσιά να τους τάραζες, εσύ θα φορτωνόσουν κάρτες (που θα τις πλήρωνες στη συνέχεια των ομίλων) κι εκείνοι θα θύμωναν και δεν θα κατέβαζαν ταχύτητα στην επανάληψη. Σκεφτείτε ας πούμε να σκύλιαζαν και να προσπαθούσαν να ταπεινώσουν τον Παναθηναϊκό λόγω σκληρού παιχνιδιού ή τραυματισμού του Τσάβι ή του Μέσι. Στα πόσα άραγε θα σταμάταγε το κοντέρ;
Η Μπαρτσελόνα λοιπόν ήταν αυτό που γράφει και στο γήπεδό της: «Mes Que un Club». Που σημαίνει «κάτι παραπάνω από μια ομάδα». Σε ελεύθερη απόδοση, «Η Ομάδα». Που δεν εκπροσωπεί το ισπανικό στυλ παιχνιδιού, αλλά το δικό της, μοναδικό στυλ, το οποίο πολλοί ζήλεψαν αλλά κανείς δεν μπόρεσε και δεν θα μπορέσει να κοπιάρει. Απορώ ακόμα αν ο Φερνάντο Σάντος ήθελε να πει αυτό το τσιτάτο που ξεστόμισε, ότι θέλει δηλαδή να παίζει δηλαδή η Εθνική Ελλάδας σαν μια «μικρή Μπαρτσελόνα», ή του ξέφυγε πάνω στο τσακίρ - κέφι. Πολύ απλά, διότι δεν γίνεται - όχι από την Εθνική μας, αλλά από κανέναν. Είναι θέμα παικτών, προπονητή, χημείας μεταξύ τους, τμημάτων υποδομών, γηπέδου, κόσμου.
Ο Παναθηναϊκός ακούω ότι εμφανίστηκε κατώτερος των προσδοκιών. Αλλά ποιών ακριβώς προσδοκιών; Των ανθρώπων που τραγουδούσαν «διπλό μέσ’ το Καμπ Νου, ΠΑΟ ολέ ολέ»; Των άλλων που θυμήθηκαν τους 10 πόντους που χώρισαν το σουτ του Βλάοβιτς από την πρόκριση πριν χρόνια, κόντρα σε μια Μπαρτσελόνα που είχε Λουίς Ενρίκε, Κλάιφερτ και Σαβιόλα και τώρα έχει Μέσι, Τσάβι και Βίγια; Αυτών που δελεάστηκαν από το 22 που έδινε ο ΟΠΑΠ στο διπλό και έπαιξαν το κατιτίς τους; Των ανθρώπων που έχουν κάνει παντιέρα τον «κύριο Πρέσβη» και το «εκεί που έχω ταξιδέψει εγώ»;
Ο Παναθηναϊκός υποχρεώθηκε να παρακολουθήσει ένα δύσκολο και κουραστικό μάθημα. «Μάθημα - ανάθεμα» που λέει και το Στρουμφο-τραγούδι, που ήταν λιγότερο μάθημα και περισσότερο τιμωρία. Καλό είναι να υιοθετήσει την ατάκα που φιλοξενεί το σώμα του Πάμπλο Γκαρσία, με το γνωστό τατουάζ: «επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς». Διότι με δυο νίκες στους επόμενους δυο εντός έδρας αγώνες με Κοπενχάγη και Ρούμπιν Καζάν, η πεντάρα θα μοιάζει με μια άσχημη ουλή: θα είναι εκεί πάντα για να σου θυμίζει τι πέρασες, αλλά δεν θα πονάει πια.
Κώστας Βαϊμάκης
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr