Η «μοίρα» του Μουντομπάσκετ που τελείωσε, ήταν να πέσουν τα φώτα περισσότερο σ’ αυτούς που δεν πήραν τίποτα, παρά σ’ αυτούς που πήραν τα τρία μετάλλια. Οκ, οι ΗΠΑ πήραν το χρυσό, βρήκαν στο πρόσωπο του Ντουράντ το επόμενο αναγνωρίσιμο και αξιοποιήσιμο προϊόν τους παγκοσμίως, ο κόουτς Σιζέφσκι έκανε ξανά την αστερόεσσα να κυματίζει περήφανα και... βαριέμαι να ασχοληθώ παραπάνω με μια ομάδα που έκανε πασαρέλα και στην τελική ούτε σπουδαίο μπάσκετ έπαιξε (το 1 στα 16 τρίποντα που είχαν στον τελικό κάποια στιγμή όλοι οι υπόλοιποι πλην Ντουράντ και μάλιστα εντελώς αφύλακτοι, μόνο τιμητικό δεν ήταν), ούτε είχε τους παίκτες - μαγνήτες, ούτε κάτι καινούργιο έδειξε στον κόσμο. Μια σειρά από συγκυρίες εκμεταλλεύτηκαν, αποδυναμωμένους αντιπάλους και ευνοϊκό πρόγραμμα για να φτάσουν τρένο μέχρι το τέλος. Αν η παρεούλα του Ουέρτας και του Μπαρμπόσα τους είχε κάνει τη ζημιά, ίσως να βλέπαμε άλλα πράγματα.
Η Τουρκία τερμάτισε δεύτερη και όλοι είδαμε πώς και γιατί. Μια καλούτσικη ομάδα με αβάντα από τη διαιτησία, με τον Ιλιασόβα να είναι ο απόλυτος σταρ στο πρώτο μισό της διοργάνωσης και το απόλυτο τίποτα στη συνέχεια, με τον Τούρκογλου να είναι συγκινητικός (και μόνο ότι πήγε να ξεκινήσει τσαμπουκά με τους Αμερικανούς στον τελικό, συγκινητικό είναι), με μέτριους περιφερειακούς και θηριώδεις αλλά αμπάσκετους ψηλούς, πρέπει να ευγνωμονεί τον Αλλάχ που για τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα είναι δευτεραθλήτρια κόσμου. Όσο για τη Λιθουανία, τιμή και δόξα για ένα χάλκινο που άξιζαν πέρα και πάνω από κάθε αμφιβολία και μαγκιά τους που το κατέκτησαν χωρίς τόσους σπουδαίους παίκτες που προτίμησαν ή αναγκάστηκαν να μείνουν σπίτι. Όσο για τον Κλέιζα και τα πεπραγμένα του, τα ξέρουμε από πρώτο χέρι από την περσινή του παρουσία στην Ελλάδα: σπουδαίος και χαρισματικός, ασταμάτητος στη μέρα του, εξαφανισμένος όμως σε σημαντικά παιχνίδια. Και το πραγματικά σημαντικό ήταν ο ημιτελικός και όχι ο μικρός τελικός και το παιχνίδι με την Κίνα, σόρι κιόλας.
Η πραγματική κουβέντα ξεκινάει από την τέταρτη θέση και κάτω. Οι Αργεντινοί ήταν συγκινητικοί και αξίζουν τον σεβασμό και το χειροκρότημά μας, διότι είναι μαχητές και παλικάρια, λίγοι αλλά καλοί. Οι Ισπανοί δεν απέτυχαν απλά, αλλά απομυθοποιήθηκαν. Φυσικά θα είναι διαφορετική ομάδα στο μέλλον με τον Πάου Γκασόλ και τον Καλντερόν στην πεντάδα τους, αλλά φάνηκαν τρωτοί και προβλέψιμοι σε αρκετά ματς - μακάρι να έρθει σύντομα η στιγμή που θα τους απομυθοποιήσουμε κι εμείς. Μια που ο λόγος ήρθε σε μας, η απόσυρση Διαμαντίδη συζητήθηκε και συζητιέται περισσότερο από την 11ή θέση που πήραμε. Οφείλουμε όμως γρήγορα να κοιτάξουμε κατάματα την πραγματικότητα και να ξεκινήσουμε την επιχείρηση ανάκαμψης, από τα βασικά. Από το «α» - δηλαδή από τον νέο προπονητή. «Α», όπως λέμε «Αμέσως τώρα».
Άφησα τελευταία τη Σερβία, για μένα την «νικήτρια» του τουρνουά. Τα πιτσιρίκια του Ίβκοβιτς (με ολίγη από 27άρηδες) δεν έχουν απλά μέλλον μπροστά τους, αλλά έχουν και παρόν. Σκεφτείτε μόνο τι θα γινόταν αν για παράδειγμα Σερβία και Μαυροβούνιο δεν είχαν χωρίσει τα τσανάκια τους και είχαν δίπλα στον Κρίστιτς τον Πέκοβιτς, αντί για το όρθιο χιλιόμετρο που ακούει στο όνομα Πέροβιτς. Αρκεί να αποτινάξουν τον μανδύα του αδικημένου και κυνηγημένου (από διαιτητές, παράγοντες, FIBA, Αμερικανούς κλπ) και να παίξουν το μπάσκετ που ξέρουν και μπορούν. Στον ημιτελικό θα είχαν κερδίσει, απέναντι σε θεούς και δαίμονες, αν ήταν λίγο πιο συγκεντρωμένοι στην επαναφορά των Τούρκων. Κι αν δεν είχαν προηγηθεί 2-3 αψυχολόγητα τρίποντα του Τεόντοσιτς και του Κέσελι. Όσον αφορά τους παίκτες ξεχωριστά, για τον Τεόντοσιτς δεν χρειάζεται να πούμε πολλά: ηγέτης, κωλοπετσωμένος, με προσωπικότητα και τσαγανό, είτε τον λατρεύεις (αν είναι Σέρβος και Ολυμπιακός), είτε τον «μισείς» αν είσαι απέναντί του. Σπάνια πάστα παίκτη, απ’ αυτούς που «φυτρώνουν» μια φορά στο τόσο. Επειδή όμως πολλοί πέφτουν στη λούμπα να τον συγκρίνουν με τον Διαμαντίδη και τον Παπαλουκά, θα πω ότι είναι νωρίς ακόμα. Όταν βελτιώσει την άμυνά του και αυξήσει τα επίπεδα αυταπάρνησής του για το καλό του συνόλου, θα το ξανασυζητήσουμε.
Ο Κέσελι μοιάζει πολύ καλή περίπτωση - και μάλλον τυχερός είναι ο Ολυμπιακός που ο Μπιέλιτσα επέλεξε την Ισπανία και τελικά πήρε τον Κέσελι, αφού δείχνει κι αυτός χαρακτήρα στα δύσκολα, αδιαφορία στις γιούχες της εξέδρας και παντελή έλλειψη φόβου να πάρει την επίθεση όταν η μπάλα καίει. Καλός και ο Μπιέλιτσα, αλλά πιο σοφτ. Όπως και ο Μιλένκο Τέπιτς. Μπάσκετ ξέρει, στα χέρια ενός καλού προπονητή σαν τον Ομπράντοβιτς μπορεί να γίνει ίσως καλύτερος, αλλά «μεταμόσχευση τσαγανού» δεν μπορεί να του κάνει κανείς. Κι αυτό, μοιάζει να του λείπει, σε αντίθεση με τα δυο Σερβάκια του Ολυμπιακού.
Όσο για τον «Ντούντα», ενδιαφέρον θα έχει η μάχη του με τον «Ζοτς». Αρκεί να μην επιλέξει τα χαρακώματα των δηλώσεων, των διαμαρτυριών και το σύνδρομο του «Βασιλάκη Καΐλα». Είναι τόσο χαρισματικός άνθρωπος και προπονητής, ικανός να φτιάχνει ομάδες αθλητικές, νεανικές, που τρέχουν πολύ, πηδάνε ψηλά, είναι απρόβλεπτες, προσφέρουν θέαμα και κάνουν τα απογεύματά μας καλύτερα, που δεν έχει ανάγκη να πάρει επ’ ώμου μια τόσο άχαρη «μάχη», όσο αυτή με το παρασκήνιο (της FIBA, των Τούρκων, των Γιαννακόπουλων, της ΕΟΚ, του ΕΣΑΚΕ). Ας αφήσει αυτή τη μάχη - μια μάχη που δεν βγάζει ποτέ νικητή - να την δώσει κανένας άλλος στον Πειραιά.
Κώστας Βαϊμάκης
Κοπιάστε στο... fightclub@sday.gr