Η αφόρητα τυπική ανακοίνωση με την οποία η ΠΑΕ Ολυμπιακός αποχαιρέτησε ένα, αναπόσπαστο επί επτά χρόνια, κομμάτι της ομάδας δεν είναι ούτε ένα σφηνάκι από τη θάλασσα συναισθημάτων και καταστάσεων, που έδεσε τον Τάσο Πάντο με τον Ολυμπιακό όλο αυτόν τον καιρό.
Αν υπήρχε μάλιστα λίγο περισσότερο καθαρό μυαλό, η ΠΑΕ θα ανέθετε την συγγραφή της συγκεκριμένης ανακοίνωσης σε έναν φίλο της ομάδας. Όποιον να ‘ναι, δεν έχει σημασία. Γιατί όλοι το ίδιο ένιωθαν γι’ αυτόν κι έτσι όλοι λίγο-πολύ τα ίδια πράγματα θα κατέθεταν. Θα έγραφαν αλήθειες για όσα τους ένωσαν κι έτσι θα τον έκαναν να αισθάνεται λιγότερο μόνος σε σχέση με σήμερα, που έχει μόνη παρέα ένα κοινό και άψυχο «ευχαριστούμε».
Η αντικατοπτριστική για τη σχέση του Πάντου με τον Ολυμπιακό ανακοίνωση, θα έπρεπε να γράφει ότι οι κρίκοι που σχημάτισαν την αλυσίδα που τους ένωσε μπήκαν αργά και ένας-ένας. Ότι όταν ήρθε στον Πειραιά ήταν απλώς «το συμπλήρωμα στη συμφωνία της ομάδας με την Προοδευτική για τον Αλέκο Τάτση» αλλά λίγα χρόνια αργότερα ο Τάτσης αναφέρεται μόνο ως πρωταγωνιστής σε ποδοσφαιρικά ανέκδοτα ενώ ο Τάσος έχει μπει στα ποδοσφαιρικά παραμύθια.
Θα έπρεπε να γράφει για το ότι όταν ένας παίκτης γίνεται η προσωποποίηση του ρομαντισμού, αυτός θα μπαίνει στις καρδιές του κόσμου ακόμα και στις πιο «τεχνοκρατικές» και μίζερες εποχές, ακριβώς γιατί το χαρακτηριστικό του αυτό παραπέμπει τον κόσμο στις ρίζες του αθλήματος αυτές που γεννούν συναισθήματα.
Θα έπρεπε ακόμα να γράφει ότι το «επίπεδο» ενός παίκτη που δίνει στιγμές χαράς στην πορεία του χρόνου δεν επιβραβεύεται περισσότερο από την διαρκή προσπάθεια ενός άλλου παίκτη, με «υποδεέστερες αρετές». Γιατί ο κόσμος που παρακολουθεί και στηρίζει γνωρίζει καλά το «ταβάνι» του καθενός και άρα ξέρει ότι αυτό που θα δικαιώσει τον έναν και θα αποτελέσει μομφή για τον άλλον είναι η διαφορά στην προσπάθεια. Σε κάθε λεπτό, σε κάθε αγώνα να είναι έτοιμος να προσφέρει αυτό που μπορεί χωρίς εκπτώσεις, χωρίς βαρεμάρα. Να ιδρώνει κάθε φορά τη φανέλα, που λέγανε και παλιά.
Κι αν μερικοί στην πορεία είδαν στην αποθέωση του Τάσου Πάντου μια διεστραμμένη μίξη λατρείας και χαβαλέ προς το πρόσωπό του, αυτό δεν θα τους εμπόδισε να κατανοήσουν το βαθύτερο αίτιο που κάνει έναν ποδοσφαιριστή σαν αυτόν τόσο αγαπητό: ότι δηλαδή είναι η ζωντανή απόδειξη της «μεγάλης ποδοσφαιρικής δημοκρατίας», η οποία δεν ξεχωρίζει παιδιά και αποπαίδια, δεν είναι ένα ελιτίστικο, κλειστό κλαμπ στο οποίο μπαίνουν μόνο άνθρωποι ειδικής σωματοδομής και δυνατοτήτων, αλλά όποιος αναπτύσσει το όποιο ταλέντο έχει μέσα από πολύχρονη και κοπιαστική δουλειά. Κι έτσι, στο πρόσωπό του ο φίλαθλος της ομάδας βλέπει δυνητικά τον εαυτό του.
Γιάννης Τσαούσης
Κοπιάστε στο... Fightclub@sday.gr