Σε μια χρονική περίοδο περίπου 12 χρόνων, από το 1990 μέχρι το 2002, είδα την ομάδα της Λιόν να αγωνίζεται τέσσερις φορές. Η πρώτη ήταν το '93 και η τελευταία τον Γενάρη του 2002. Σε όλη αυτή την περίοδο παρατηρούσα από απόσταση την αργή αλλά σταθερή μεταμόρφωση μιας τυπικής επαρχιακής ευρωπαϊκής ομάδας σε μεγάλη δύναμη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.

Το 1987 η Λιόν αγωνιζόταν στη Β' Εθνική και είχε προϋπολογισμό γύρω στα 2 εκατομμύρια ευρώ. Τώρα είναι η μεγαλύτερη δύναμη του γαλλικού ποδοσφαίρου, που έκανε ρεκόρ κατάκτησης πρωταθλημάτων στη σειρά, έχει έναν προϋπολογισμό γύρω στα 160 εκατομμύρια ευρώ και δεν λείπει σχεδόν ποτέ από τη φάση των «16» του Τσάμπιονς Λιγκ. Ο ιδιοκτήτης της ομάδας, ο Ζαν Μισέλ Ολάς, παλιός παίκτης του τμήματος χάντμπολ του συλλόγου, όταν το '87 αγόρασε την ομάδα, δεν ήξερε σχεδόν τίποτε από ποδόσφαιρο.

Ομως ήξερε πολλά για την επιλογή των κατάλληλων συνεργατών, για την οργάνωση και τη διοίκηση μιας επιχείρησης –η εταιρεία πληροφορικής που έχει είναι η μεγαλύτερη και καλύτερα οργανωμένη στη Γαλλία–, ήταν υπομονετικός, συγκεντρωμένος στο σχέδιό του, μάθαινε γρήγορα και ήξερε να ακούει. Η επιτυχημένη επιχειρηματική δραστηριότητά του του παρείχε το αναγκαίο υπόβαθρο για την προσπάθειά του να μετατρέψει μια μικρή επαρχιακή ομάδα σε ακμάζουσα ποδοσφαιρική επιχείρηση.

Σήμερα στον έλεγχο της ποδοσφαιρικής ομάδας βρίσκεται μια σειρά επιχειρήσεων που συνδέουν τη δραστηριότητά τους με εκείνη της ομάδας. Ο Ολάς γνωρίζει καλά τη χρησιμότητα των δικτύων. Εστιατόρια, εταιρεία ταξί, γραφεία ταξιδίων, εταιρεία logistics ή εφοδιασμού, όπως λέμε στα ελληνικά, λειτουργούν φέρνοντας πελάτες στην ομάδα και χρησιμοποιώντας τους παράλληλα προς όφελός της.

Μέχρι να πάρει η Λιόν το πρώτο της πρωτάθλημα, το 2000, κανείς δεν είχε ασχοληθεί σοβαρά μαζί της. Η πολύ όμορφη πόλη της Λιόν ήταν γνωστή ως «έδρα» του γαλλικού κινηματογράφου και της nouvelle cuisine (η γαλλική γαστριμαργική αντίληψη που συνίσταται στη φράση «δύο φορές μικρότερες μερίδες στο πιάτο, σε διπλάσια τιμή, αλλά με ωραίο design), αλλά δεν ήταν γνωστή για την ποδοσφαιρική ομάδα της.

Από το 2000 και μετά όλοι άρχισαν να ασχολούνται με αυτό το «γαλλικό θαύμα» σε τέτοιο βαθμό που το κύμα τουριστών του Σαββατοκύριακου στην πόλη σε σχέση με το 1997 έχει παρουσιάσει αύξηση πάνω από 100%. Ο Ολάς, πέρα από όλες τις άλλες προϋποθέσεις που πληρούσε, είχε και το πλεονέκτημα ότι η ομάδα του είχε έδρα σε μια πλούσια πόλη, δηλαδή μπορούσε να βασιστεί στον τοπικό πλούτο για να κάνει το μεγάλο άλμα.

Η επιτυχία του και η επιχειρηματική δυναμική που ανέπτυξε η Λιόν είναι τέτοιες που η γαλλική κυβέρνηση αναγκάστηκε να αλλάξει τον νόμο για την εισαγωγή των ποδοσφαιρικών ομάδων στο χρηματιστήριο και σε λίγο θα αναγκαστεί να αλλάξει και τον νόμο που απαγορεύει τη διαφήμιση εταιρειών στοιχήματος στις φανέλες των ομάδων. Ο ιδιοκτήτης της Λιόν σε μια συνέντευξή του πριν από δύο χρόνια είχε περιγράψει τη φιλοσοφία του μέσα σε λίγες γραμμές ως εξής: «Στόχος μας δεν είναι να φτιάξουμε μια ομάδα που στα χαρτιά θα είναι η καλύτερη σε επίπεδο brand name, αλλά η καλύτερη –και αποδοτικότερη– σε σχέση με το ύψος της επένδυσης που πραγματοποιήσαμε».

Μια τέτοια φιλοσοφία είναι η κεντρική αρχή που διέπει ένα συνολικό σχεδιασμό και νομίζω ότι αποτελεί και μια εξήγηση για τον λόγο που η Λιόν, εκτός όλων των άλλων, κυριαρχεί και στη μεταγραφική αγορά. Εκεί οι επιδόσεις της ομάδας είναι εξαιρετικές και αξιοζήλευτες. Και δεν υπάρχει κάποιο μεγάλο μυστικό γι' αυτές τις επιδόσεις. Η Λιόν του Ολάς και ο «τρόπος» της ανέτρεψαν πολλά στερεότυπα και πολλούς κανόνες ποδοσφαιρικής επιτυχίας.

Αν, για παράδειγμα, στην Αρσεναλ ο καθοριστικός παράγοντας της επιτυχίας είναι η μακρόχρονη παραμονή του Βενγκέρ στον πάγκο, στη Λιόν αυτό δεν φαίνεται να ισχύει. Στη Λιόν οι προπονητές είναι προσωρινοί. Πήρε τα επτά συνεχή πρωταθλήματά της με τέσσερις διαφορετικούς προπονητές. Σαντινί, Λε Γκουέν, Ουγέ και Περέν. Φαίνεται λες και η ομάδα, εκτός από ποδοσφαιριστές, φτιάχνει και προπονητές...

Οι κανόνες και οι άνθρωποι

Τα πρόσωπα στον σχεδιασμό του Ολάς παίζουν σημαντικό ρόλο, όπως και η ικανότητά του να επιλέγει τους καταλληλότερους. Για παράδειγμα, ο Μπερνάρ Λακόμπ, που φόρεσε τη φανέλα της Λιόν και της εθνικής Γαλλίας και ο οποίος είναι τεχνικός διευθυντής του συλλόγου, ήταν προπονητής της ομάδας από το 1997 έως το 2000. Ο Ολάς κατάλαβε ότι ο Λακόμπ έχει το καλύτερο «μάτι» όταν πρόκειται να αξιολογηθούν οι προοπτικές εξέλιξης ενός νεαρού ποδοσφαιριστή.

Προτίμησε, λοιπόν, να τον χρησιμοποιήσει σε μια θέση που θα ήταν περισσότερο αποτελεσματικός από τον οποιονδήποτε. Οχι ότι ως προπονητής ήταν κακός, αλλά ο Λακόμπ, όταν ο Ολάς συγκεντρώνει την περίφημη «επιτροπή μεταγραφών» της Λιόν, έχει βαρύνουσα άποψη. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η προσέγγιση που έχει η γαλλική ομάδα στις μεταγραφές. Ο ιδιοκτήτης της θεωρεί ότι πέρα από τη γνώση του ειδικού, βοηθά πολύ η άποψη και ορισμένων άλλων ανθρώπων που παρακολουθούν την ομάδα.

Των προπονητών και των γυμναστών της ομάδας, ενός προπονητή που συνεργάζεται με τη γαλλική ακαδημία ποδοσφαίρου στο Κλερφοντέν, όπως και η γνώμη ενός σκάουτερ από τη Βραζιλία. Του παλιού Βραζιλιάνου ποδοσφαιριστή και αρχηγού της ομάδας Μαρσέλο, που ζει και εργάζεται στη «χώρα του καφέ». Αν κάποιος παρατηρήσει τους ξένους ποδοσφαιριστές της Λιόν, θα δει ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι Βραζιλιάνοι ή προέρχονται από παλιές γαλλικές αποικίες, όπου η γαλλική είναι βασική γλώσσα.

Και αυτό έχει μεγάλη σημασία. Η μετεγκατάσταση δημιουργεί συχνά τόσα πολλά προβλήματα που μπορούν να εκμηδενίσουν την αξία μιας επένδυσης. Οι ποδοσφαιριστές που αγοράζονται είναι ανάμεσα στις ηλικίες των 19-23. Αρκετά νέοι για να έχουν δείξει το ταλέντο τους, αλλά όχι τόσο μεγάλοι για να είναι γνωστοί. Η Λιόν για μια μεταγραφή δεν πληρώνει ποτέ περισσότερα απ' όσα αξίζει ο ποδοσφαιριστής και τον πουλάει όταν βρεθεί αγοραστής που θα δώσει πολύ περισσότερα απ' όσα αξίζει.

Και πάντα έχει έτοιμο τον αντικαταστάτη του ποδοσφαιριστή που πουλάει. Οπως είχε πει παλιότερα ο Ολάς: «Τυχερή είναι η ομάδα που δεν έχει ανάγκη από ήρωες. Και ανόητη εκείνη που πιστεύει ότι η λύση στα προβλήματά της είναι ένα μεγάλο όνομα». Μπορεί η φιλοσοφία και το μοντέλο της Λιόν να μην είναι τα καλύτερα, αλλά αποδίδουν. Δεν θα άξιζε, άραγε, να αντιγράψουμε κάτι από εκεί;

Οι πέντε και ο φταίχτης

Μπορεί και να αναδειχθεί στο πιο δημοφιλές παιχνίδι για τις επόμενες μέρες. Η πρόβλεψη για τα ονόματα των πέντε ποδοσφαιριστών που εννοούσε ο Μπάγεβιτς. Αν, όμως, η συζήτηση περιοριστεί εκεί, νομίζω ότι για μία ακόμα φορά θα χαθεί η ουσία. Οσες ευθύνες κι αν έχουν οι πέντε για το κακό αγωνιστικό πρόσωπο της ομάδας, δεν μπορεί να είναι οι μόνοι υπεύθυνοι σε μια ομάδα που έχει προπονητή, ο οποίος, μάλιστα, είχε λόγο σε όλες τις καλοκαιρινές μεταγραφές.

Οι ευθύνες για το διαρκές κατρακύλισμα της ΑΕΚ ξεκινούν από τη διοίκηση, που είναι η βασική υπεύθυνη για τα περισσότερα προβλήματα της ομάδας. Οταν ένας ποδοσφαιριστής ακούει, διαβάζει και καταλαβαίνει ότι η ομάδα του αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, όταν η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι μια ατμόσφαιρα παρακμής, όταν έχει έναν άβουλο προπονητή που δεν μπορεί να επιβάλει την πειθαρχία, όταν δεν υπάρχει κανένας δεσμός ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές, η διοίκηση είναι απούσα και κυρίως η ιδιοκτησία έχει δείξει ότι θέλει να ξεφορτωθεί την ομάδα, πώς στο καλό μπορούν να υπάρχουν αγωνιστικές απαιτήσεις;

Το κρύσταλλο έχει πλέον ραγίσει και δεν πρόκειται να ξαναβγάλει τον ίδιο ήχο. Ελπίζω μόνο να μη γίνει κομμάτια. Αυτός είναι τώρα ο μεγαλύτερος κίνδυνος.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube