ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΜΠΛΙΑΤΚΑΣ
H ανταπόκριση που έφτασε από την Κόρινθο σε εφημερίδα της Θεσσαλονίκης το βράδυ της Κυριακής 25 Οκτωβρίου 1959 άρχιζε ως εξής:
«Ο περσινός πρωταθλητής, Ολυμπιακός, αντιμετωπίσας ενταύθα τον Παγκορινθιακόν, ηττήθη αδοκήτως με 1-0».
Οι Θεσσαλονικείς πρωινοί αναγνώστες της επόμενης μέρας, Δευτέρας 26 του μηνός, του Αγίου Δημητρίου ανήμερα, με εξαιρετικό ενδιαφέρον διάβαζαν τα ρεπορτάζ για την πρώτη αγωνιστική της «νεογέννητης» Α' Εθνικής.
Ενός θεσμού που ξεκίνησε ύστερα από πολλές διαβουλεύσεις, παλινωδίες, απρόοπτα και –τι άλλο;– παρασκήνιο, με τις ελπίδες πάντως για ένα καλύτερο ελληνικό ποδόσφαιρο. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά:
Παγκορινθιακός - Ολυμπιακός 1-0 Παναθηναϊκός - Παναιγιάλειος 2-1 ΑΕΚ - Εθνικός 1-0 ΠΑΟΚ - Μέγας Αλέξανδρος Κατερίνης 3-2 Ηρακλής - Απόλλων Αθηνών 0-0 Δόξα Δράμας - Αρης 2-2 Πανιώνιος - Α.Ε. Νικαίας 3-0 Προοδευτική - Απόλλων Καλαμαριάς 1-0
Από τις τέσσερις ομάδες της Θεσσαλονίκης μόνο οι Καλαμαριώτες πέρασαν στενοχωρημένοι το εορταστικό τριήμερο της πόλης, αφού ο Απόλλων έχασε στην πρεμιέρα ενός πολύ σημαντικού θεσμού που όλοι περίμεναν. Οι τρεις τουλάχιστον δεν έχασαν: Αρης και Ηρακλής αναδείχθηκαν ισόπαλοι με τους αντιπάλους τους, ενώ ο ΠΑΟΚ του Πρόγιου, του Γιαννέλου, του Κιουρτζή, του Κουιρουκίδη, του Ραπτόπουλου και των άλλων άσων, στην ολοκαίνουργια Τούμπα, η οποία είχε εγκαινιαστεί μόλις πριν από ενάμιση μήνα, πήρε έστω και δύσκολα τη νίκη.
Εφερε γούρι φαίνεται εκείνη η μπάλα-δώρο της Πολεμικής Αεροπορίας προς τον ΠΑΟΚ, την οποία πέταξε από ψηλά ο πιλότος της ντακότας σημαδεύοντας τον αγωνιστικό χώρο την ημέρα των εγκαινίων!
Εκείνες τις μέρες υπέγραφε το πρώτο του δελτίο στα τσικό του ΠΑΟΚ ένας εξαιρετικά ταλαντούχος δωδεκάχρονος πιτσιρικάς, ο οποίος είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον των φιλάθλων του κέντρου της πόλης παίζοντας στα θρυλικά «μάρμαρα» του Διοικητηρίου: ο Γιώργος Κούδας!
Στα καφενεία και στα στέκια, λίγο πριν από την παρέλαση για την επέτειο της απελευθέρωσης το 1912, οι φίλαθλοι μάλωναν, επιχειρηματολογούσαν, έκαναν προβλέψεις για την επόμενη αγωνιστική.
Η κυοφορία πολλών μηνών μέχρι να αρχίσει η Α' Εθνική, τα πολλά δημοσιεύματα και οι συζητήσεις είχαν εξάψει το ενδιαφέρον μικρών και μεγάλων. Αξίζει να θυμηθούμε πως τότε οι μικροί πήγαιναν έξω από το γήπεδο και παρακαλούσαν έναν ενήλικα να τους πάρει μαζί του και να τους «βάλει μέσα στο γήπεδο». Δεν είναι κακή ιδέα αυτή και για σήμερα, μια και σε πολλά ματς οι εξέδρες είναι άδειες.
Δεν είχε τότε τηλεοπτικές καλύψεις των αγώνων, ενώ και οι ραδιοφωνικές γίνονταν κυρίως από τα γήπεδα της Αθήνας, άντε σπανίως και από τη Θεσσαλονίκη. Διάβασα κάπου ότι την πρώτη ραδιοφωνική μετάδοση ποδοσφαιρικού αγώνα στην Ελλάδα έκανε, τον Ιανουάριο του 1951, ο Νίκος Φώσκολος, ο οποίος βέβαια αργότερα έγραψε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές σειρές, σενάρια κ.ά. (Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης με τα παραλλήλως συμβαίνοντα στη… Δυτική Ευρώπη, στην Αγγλία η πρώτη ραδιοφωνική μετάδοση ποδοσφαιρικού αγώνα έγινε από το «Χάιμπουρι» το 1927. Αρσεναλ - Σέφιλντ Γιουνάιτεντ 1-1).
Τότε, στα τέλη της δεκαετίας του '50, δημοφιλής για τις μεταδόσεις του ήταν ο Μιχάλης Γιαννακάκος, ενώ ανέτελλε σιγά σιγά και το άστρο του Νίκου Μουρκάκου με το γλαφυρό του ύφος, αλλά και στη Θεσσαλονίκη του άψογου χειριστή της ελληνική γλώσσας κατά τη μετάδοση, Γιάννη Λογοθέτη. Ας επιστρέψουμε, όμως, σ' εκείνη την ανταπόκριση από την Κόρινθο για την έκπληξη πρώτου μεγέθους, όπως ήταν η νίκη του Παγκορινθιακού επί του πρωταθλητή.
«Το μοναδικόν τέρμα του αγώνος επέτυχε ο Κόης εις το 40όν λεπτόν με φάουλ εκτός περιοχής. Ανεμος ευνοϊκός προς τους Κορινθίους ηύξησε την ταχύτητα της μπάλας. Η επέμβασις του Σάββα Θεοδωρίδη δεν απέτρεψε την πορεία της προς τα δίχτυα». Σ' εκείνο το ματς ο Ολυμπιακός διαμαρτυρήθηκε για πέναλτι που δεν του δόθηκε. Ο πρωταθλητής της προηγούμενης περιόδου είχε αρχίσει το ματς στην Κόρινθο με τα γνωστά του αστέρια: Θεοδωρίδη, Ρωσσίδη, Καμπόλη, Πολυχρονίου, Ξανθόπουλο, Κοτρίδη, Παπάζογλου, Σιδέρη, Υφαντή, Μπέμπη, Ποσειδών. Ο Παναθηναϊκός, αντιθέτως, ξεκίνησε με το δεξί στη νέα κατηγορία, πράγμα που του έφερε γούρι, αφού στέφθηκε πρωταθλητής εννέα μήνες αργότερα, το καλοκαίρι του 1960. Συγκεκριμένα, νίκησε με 2-1 τον Παναιγιάλειο με δύο γκολ του Ανδρέα Παπαεμμανουήλ, ενώ για το Αίγιο μείωσε ο Σοφιανός.
Στη σύνθεσή του συμμετείχε ένας 16 χρονος, άγνωστος στους πολλούς, ο Μίμης Δομάζος, ένα αυθεντικό ταλέντο –απόκτημα από την Αμυνα Αμπελοκήπων. Οσο για το κλίμα της εποχής, νομίζω ότι το αποδίδει ανάγλυφα ο παλιός πρόεδρος του ΠΑΟΚ, συγγραφέας και δημοσιογράφος, Στράτος Σιμιτζής, στο βιβλίου του «Τύπος και Υπογραμμός» στο κεφάλαιο για τις ομάδες της Θεσσαλονίκης με την ευκαιρία της έναρξης της Α' Εθνικής: «Τότε οι οπαδοί και οι φίλαθλοι όχι μόνο πήγαιναν μαζί στο γήπεδο, αλλά κάθονταν και δίπλα δίπλα στις κερκίδες, ο καθένας με τις σωματειακές του προτιμήσεις. Σήμερα πηγαίνουν σε διάταξη… μάχης με το... ζωνάρι λυμένο για καβγά και φασαρία, συνοδεία περιπολικών και αστυνομικών.
Στο γήπεδο τότε πηγαίναμε οικογενειακώς. Οχι πως δεν υπήρχαν αντιπαλότητες, αντιδικίες, φασαρίες και ενίοτε συμπλοκές. Ομως, όλα αυτά ήταν μια παρένθεση, είχαν μικρή διάρκεια και κατέληγαν τις περισσότερες φορές σε ''καζούρα'', σε ''πλάκα'' και σε ''δούλεμα''. Και, προπάντων, δεν είχαν κοινωνικές συνέπειες. Οι οπαδοί και οι φίλαθλοι είχαν και τότε τη συνήθεια να κάνουν τον προπονητή της κερκίδας και να έχουν άποψη και λύση για κάθε ζήτημα.
Η διαιτησία και οι διαιτητές ήταν και τότε για τους φιλάθλους η... μητέρα όλων των κακών για το ποδόσφαιρο. Υπήρχαν δυσπιστία, καχυποψία και προκατάληψη. Πολλές φορές όλα αυτά ήταν δικαιολογημένα. Η ποδοσφαιρική αρχή συχνά μετακαλούσε ξένους διαιτητές για να διευθύνουν κρίσιμα ματς, τα ντέρμπι. Στην περίπτωση των διαιτητών οι φίλαθλοι ουδέποτε έλαβαν υπόψη τους την πανάρχαιη ρήση ''το σφάλλειν ανθρώπινον''.
Αυτό, βέβαια, δεν δίνει συγχωροχάρτι συλλήβδην σε όλους τους διαιτητές. Το ποδόσφαιρο και το κύκλωμά του ήταν ανέκαθεν χώρος ρευστός και ευαίσθητος και στον τόπο μας –λόγω νοοτροπίας και ιδιοσυγκρασίας– χώρος με πολλά προβλήματα, που οδηγούν ακόμα και σε ακραίες καταστάσεις».