Αν κοιτάξει κάποιος τις μεταβολές στο αγγλικό ποδόσφαιρο, ιδιαίτερα στην Πρέμιερ Λιγκ την τελευταία επταετία, θα διαπιστώσει ότι οι πιο σοβαρές σημειώθηκαν στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των ομάδων. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Λίβερπουλ, η Τσέλσι, η Νιούκαστλ, η Αστον Βίλα, η Μάντσεστερ Σίτι, η Τότεναμ, η Πόρτσμουθ -για να αναφέρω μερικές μόνο ομάδες- άλλαξαν ιδιοκτήτη και βγήκαν από το χρηματιστήριο. Η αποχώρηση από το χρηματιστήριο άλλαξε το μοντέλο διοίκησης και λειτουργίας, το μετέτρεψε σε συγκεντρωτικό, μεταφέροντας την εξουσία στον ιδιοκτήτη και τον εκτελεστικό διευθυντή που αυτός επιλέγει. Αυτές οι μεταβολές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς προκάλεσαν μια σειρά αλλαγών που στην πλειονότητά τους -κατά τη γνώμη μου- είχαν αρνητικά αποτελέσματα.
Το πιο σοβαρό είναι η μεταφορά μέρους ή όλου του κόστους εξαγοράς της ομάδας από τον ιδιοκτήτη στην επιχείρηση. Ετσι, ομάδες που πριν από την εξαγορά τους δεν είχαν χρέη ή είχαν χρέη που κινούνταν μέσα στα όρια που καθόριζαν οι νόμοι λειτουργίας του χρηματιστηρίου του Λονδίνου, φορτώθηκαν με πολλά εκατομμύρια και αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Η Λίβερπουλ είναι από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Οι αλλαγές στην ιδιοκτησία πέρα από τα προφανή αποτελέσματα είχαν και ένα σημειολογικό. Κάτι που θεωρείτο αποκλειστικά «αγγλικό», έπαψε να είναι. Συμβολισμός μεγάλης σημασίας σε μια χώρα που λατρεύει τις παραδόσεις και πολλές φορές κρατιέται από αυτές. Η μόνη ομάδα (από τις πιο παραδοσιακές και «μεγάλες») που έχει μείνει -σε ό,τι αφορά το ιδιοκτησιακό της καθεστώς- ακόμη σε αγγλικά χέρια είναι η Αρσεναλ.
Μια ομάδα που χάρη στη συμβολή ενός Αλσατού, του Αρσέν Βενγκέρ, έχει μετατραπεί σε πρότυπο λειτουργίας της ομάδας-επιχείρισης και παρουσιάζει πολύ μεγάλες προοπτικές κερδοφορίας. Το καινούργιο γήπεδο, η ιδέα αξιοποίησης του χώρου του παλιού γηπέδου για να αποπληρωθεί μέρος των δανείων που πήρε η ομάδα, το θεαματικό ποδόσφαιρο που παρουσιάζει, ο μικρός μέσος όρος ηλικίας των ποδοσφαιριστών, η ανάδειξη νέων αστέρων και το αποτελεσματικό μάρκετινγκ έφεραν την Αρσεναλ σε μια πολύ ζηλευτή θέση. Μία ημέρα πριν από το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό στο Λονδίνο ανακοινώθηκαν τα στοιχεία οικονομικής χρήσης της χρονιάς που ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2009, αποκαλύπτοντας ότι οι «κανονιέρηδες» σημείωσαν ρεκόρ εσόδων όλων των εποχών για τις αγγλικές ομάδες, που έφτασαν τα 313,3 εκατομμύρια στερλίνες.
Η Αρσεναλ είναι σε θέση να αποπληρώνει τα χρέη της και να έχει και κέρδη, πράγμα που δείχνει ότι μπορεί να παρουσιάσει ακόμα περισσότερα κέρδη, συνυπολογιζομένων και των προοπτικών επέκτασης των δραστηριοτήτων της, που υπάρχουν. Γι’ αυτήν λοιπόν την ομάδα, εδώ και κάτι περισσότερο από ένα χρόνο έχει ξεσπάσει ένας παρασκηνιακός πόλεμος που αφορά τον έλεγχό της. Μετά το εντυπωσιακό μπάσιμο στο χρηματιστήριο του -Ουζμπέκου στην καταγωγή- πολυεκατομμυριούχου Αλιστερ Ουσμάνοφ, που άρχισε να αγοράζει σαν τρελός μετοχές της Αρσεναλ, όλοι άρχισαν να ανησυχούν για το ενδεχόμενο η ομάδα να περάσει στον έλεγχο κάποιου που δεν είναι Αγγλος.
Σε αυτό το άγριο σαφάρι εξουσίας -οι μετοχές της Αρσεναλ είναι πολύ λίγες, πολύ ακριβές και βρίσκονται σε λίγα χέρια- ο άνθρωπος που φαίνεται ότι μπορεί να εμποδίσει τον Ουσμάνοφ να αποκτήσει τον έλεγχο είναι ο Αμερικανός πολυεκατομμυριούχος Σταν Κρόνκε. Το κλειδί σε αυτόν τον αγώνα είναι το 30% των μετοχών. Οποιος το αποκτήσει -σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν- μπορεί να καταθέσει πρόταση εξαγοράς και του υπόλοιπου ποσοστού των μετοχών και να αποκτήσει τον έλεγχο της ομάδας.
Ο Κρόνκε με τις τελευταίες 90 μετοχές που αγόρασε αντί 750 χιλιάδων στερλινών έφτασε να έχει το 28,9%, αλλά -απ' ό,τι ο ίδιος αφήνει να διαρρεύσει- δεν θέλει να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της ομάδας. Ο Ουσμάνοφ έχει κάτι περισσότερο από 25% αλλά η δυναμική του φαίνεται να έχει ανακοπεί από τις κινήσεις του Κρόνκε, ο οποίος όμως χρωστάει περίπου 60 εκατομμύρια σε κάποιους από τους προηγούμενους αγοραστές. Το γεγονός αυτό τροφοδοτεί τις «φήμες» ότι ο Κρόνκε είναι ένας «μέτοχος-φρουρός», που η δουλειά του είναι να αποτρέψει κάθε κίνδυνο εξαγοράς και να διασφαλίσει ότι η Αρσεναλ θα μείνει σε αγγλικά χέρια.