Δεν είναι καμία σοφία ούτε γράφεται πρώτη φορά. Οι ειδήσεις οικονομικού χαρακτήρα που αφορούν το ποδόσφαιρο γενικά ή κάποια ομάδα ειδικότερα τα τελευταία 15 χρόνια έχουν αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη αξία από τις ειδήσεις που αφορούν το αγωνιστικό σκέλος. Η είδηση για τη χορηγική ή διαφημιστική συμφωνία μιας ομάδας με κάποια στοιχηματική εταιρεία είναι πολύ σημαντικότερη από την καλύτερη μεταγραφή.

Ασε που δίνει τροφή για θεωρίες συνωμοσίας που κάποιες φορές μπορεί να μην είναι και τόσο «θεωρίες», με δεδομένο ότι το κέρδος είναι η ύψιστη επιδίωξη όλων. Πήρα τουλάχιστον πέντε μηνύματα που «αποδεικνύουν» ότι το Ρεάλ – Μίλαν ήταν στημένο. Ο κόσμος των ομάδων, ο κόσμος της ελίτ του επαγγελματικού ποδοσφαίρου είναι ένας κόσμος επιχειρήσεων. Κι αυτό σημαίνει συγκεκριμένους στόχους, μεθόδους, επιδιώξεις, συμπεριφορές και μύθους.

Οι ομάδες χαρακτηρίζονται επιχειρήσεις παραγωγής αθλητικού θεάματος. Σε αρκετές περιπτώσεις, πολλές από τις ομάδες έχουν εισαχθεί στο χρηματιστήριο και αντιγράφουν τις δομές και τις κινήσεις μιας επιχείρησης. Αλλοτε επιτυχημένα κι άλλοτε όχι. Κάποιες από αυτές τις επιχειρήσεις παραγωγής αθλητικού θεάματος, όπως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Ρεάλ, η Μπάρτσα, η Αρσεναλ χαρακτηρίζονται πρότυπα λειτουργίας και γίνεται προσπάθεια να αντιγραφούν η δομή και η φιλοσοφία τους από πολλές άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις.

Οι επιχειρήσεις παραγωγής αθλητικού θεάματος στην εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι αναγκασμένες να κινηθούν με τον ρυθμό και τους κανόνες που τους υπαγορεύουν οι συνθήκες. Η οικονομική κρίση επηρέασε και τις ομάδες στο σύνολό τους. Το φετινό μεταγραφικό παζάρι στην Ευρώπη, εξαιρουμένων των Ρεάλ και Μάντσεστερ Σίτι, είναι ενδεικτικό. Και αυτή η οικονομική κρίση επηρέασε και επηρεάζει πολύ περισσότερο άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν έχουν την ελαστικότητα που έχουν οι ομάδες.

Οσο κι αν φαίνεται υπερβολικό, οι επιτυχημένες ομάδες, όπως και οι επιτυχημένες επιχειρήσεις, μπορούν είτε να «κλωνοποιηθούν» είτε να ανοίξουν υποκαταστήματα. Οπως οι τράπεζες, για παράδειγμα, ή οι μεγάλες εμπορικές φίρμες. Μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά η ομάδα που πρώτη έκανε χρήση των δυνατοτήτων του franchising δεν είναι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, αλλά ο Αγιαξ. Μάλιστα, το πρώτο «υποκατάστημα» της ολλανδικής ομάδας είναι ο Αγιαξ του Κέιπ Τάουν, μία από τις πιο δυνατές ομάδες της Νοτίου Αφρικής, της οποίας το 50% ελέγχεται από τη μητρική ομάδα.

Η δομή οργάνωσης και λειτουργίας της νοτιοαφρικανικής ομάδας είναι μία ακριβής αντιγραφή του ολλανδικού Αγιαξ. Σε όλα. Από την εμφάνιση της ομάδας μέχρι τη λειτουργία των τμημάτων υποδομής. Η μητρική ομάδα, ο ολλανδικός Αγιαξ, έχει την υποχρέωση να εφοδιάζει το «υποκατάστημα» με προπονητές και ποδοσφαιριστές, όποτε υπάρχει η ευκαιρία.

Παράλληλα, η νοτιοαφρικανική ομάδα έχει την υποχρέωση να προωθεί στη μητρική ομάδα όποιο εξαιρετικό ταλέντο ανακαλύψει, όπως συνέβη με την περίπτωση του Πιενάαρ. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την ιστορία έπαιξε ένας ποδοσφαιρικός παράγοντας και επιχειρηματίας των Μέσων της Νοτίου Αφρικής, ο Ρομπ Μουρ, ο οποίος εκμεταλλεύθηκε τις πολύ καλές σχέσεις που είχε με τον εμπορικό διευθυντή του ολλανδικού Αγιαξ τότε, τον Μάαρτεν Ολεντορφ.

Οι δύο μαζί είχαν την ιδέα να φτιάξουν από έναν Αγιαξ σε κάθε ήπειρο. Να βάλουν μπρος την ιδέα για την πρώτη πραγματικά παγκόσμια ομάδα που θα λειτουργούσε και ως γέφυρα για το πέρασμα ποδοσφαιριστών στον ολλανδικό Αγιαξ, οι οποίοι παράλληλα θα λειτουργούσαν κι ως εμπορικοί αντιπρόσωποι της μητρικής ομάδας-εταιρείας. Το σχέδιο αυτό για τον Αγιαξ των πέντε ηπείρων, σε πρώτη φάση το μπλόκαρε η ΦΙΦΑ.

Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η ιδέα του Αγιαξ για τα «υποκαταστήματα» που δεν εγκαταλήφθηκε, αλλά εξελίχθηκε. Τα «υποκαταστήματα» έγιναν «ακαδημίες» και απλώνονται παντού, αλλά μπορούν να συντηρηθούν μόνον από εκείνους που έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν. Κι εκείνοι που μπορούν είναι οι λίγοι και οι οικονομικά ισχυροί.

Η οικονομία εξηγεί πολλά

Πολλές φορές πιστεύω ότι ο φοιτητές και οι πτυχιούχοι των οκονομικών σχολών θα μπορούσαν να εξηγήσουν πολύ καλά αρκετές από τις παραδοξότητες του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Η συμπεριφορά των μεγάλων ομάδων είναι ίδια και απαράλλαχτη με αυτή των ισχυρών κρατών. Φροντίζουν να προμηθεύονται τις καλύτερες «πρώτες ύλες» ή το πιο «ταλαντούχο επιστημονικό προσωπικό», πράγμα που καταφέρνουν χάρη στη δύναμή τους.

Οι αναλογίες με τις ομάδες είναι προφανείς. Μπορούμε να ανακαλύψουμε πολλές περισσότερες. Ας πούμε ότι μία χώρα δεν παράγει τηλεοράσεις. Ετσι, για να ικανοποιήσει τη ζήτηση για τηλεοράσεις στο εσωτερικό της, αναγκάζεται να κάνει εισαγωγές από το εξωτερικό. Αυτό δεν θα μάθει τους κατοίκους της χώρας να φτιάχνουν τηλεοράσεις, αν οι κάτοικοι της χώρας δεν εκπαιδευθούν κάπου για να αποκτήσουν τις συγκεκριμένες δεξιότητες που απαιτούνται για να φτιάξουν τηλεοράσεις.

Κι αν δεν έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν τις πρώτες ύλες που χρειάζονται, τα κεφάλαια για τη συγκεκριμένη επένδυση και -φυσικά- αγορές για να διοχετεύσουν το προϊόν, οι πωλήσεις του οποίου θα πρέπει να αποφέρουν κέρδη, τότε θα συνεχίσουν να εισάγουν τηλεοράσεις και να στέλνουν συνάλλαγμα στο εξωτερικό. Εδώ υπάρχουν ορισμένες ενδιαφέρουσες παραλλαγές.

Τι γίνεται αν αποκλείσουμε ή βάλουμε περιορισμούς στις εισαγόμενες τηλεοράσεις για να αφήσουμε χώρο στην αγορά για τις δικές μας, από τη στιγμή που μάθαμε πώς να τις φτιάχνουμε; Αν δεν είναι το ίδιο καλές ή καλύτερες από τις εισαγόμενες, όσο κι αν προστατέψουμε την εσωτερική αγορά, η ζήτηση για τις καλύτερες ξένες τηλεοράσεις θα συνεχίσει να υπάρχει, ακόμη και αν είναι ακριβότερες. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τους εισαγόμενους ποδοσφαιριστές.

Μπορείτε να φανταστείτε μία Πρέμιερ Λιγκ χωρίς καθόλου ξένους ποδοσφαιριστές; Πόσο πιο ελκυστικό θα είναι το ποδόσφαιρο που θα παίζεται; Είναι εφικτό κάτι τέτοιο στον σύγχρονο κόσμο; Θα αγόραζαν 190 χώρες από όλο τον κόσμο τα δικαιώματα ενός πρωταθλήματος μόνο με Αγγλους;

Και -τέλος πάντων- ένα πρωτάθλημα μόνο με Αγγλους ποδοσφαιριστές θα έκανε το αγγλικό ποδοσφαιρο και την εθνική τους καλύτερη; Τέτοιες αναλογίες μπορούμε να ανακαλύψουμε πολλές και αυτές μπορούν να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε πολλά από τα «ανεξήγητα» του σύγχρονου ποδοσφαίρου.

Μία σκοτεινή ιστορία

Είχα γράψει κάποιους από τους φόβους μου γι' αυτή τη νέα ιστορία υποψήφιου επενδυτή–αγοραστή της ΑΕΚ. Οσο περισσότερα στοιχεία έρχονται στο φως για τη δραστηριότητα του Ελληνοαμερικανού κ. Κοζώνη τόσο πιο ασαφή είναι. Παράλληλα βασίζονται είτε σε δημοσιεύματα αμερικανικών εφημερίδων είτε σε «πληροφορίες», η εγκυρότητα των οποίων ελέγχεται.

Και αυτό με κάνει να πιστεύω ότι οι φόβοι μου είναι βάσιμοι. Μου κάνει εντύπωση η ευκολία με την οποία κάποιοι βιάστηκαν να χαρακτηρίσουν τον Ελληνομερικανό επιχειρηματία σχεδόν «κολλητό» του Αμερικανού προέδρου, επειδή φωτογραφήθηκε με κάποιον συνεργάτη του στο Σικάγο.

Η αμερικανική πραγματικότητα είναι κάτι που αν δεν το έχεις ζήσει, δεν είναι φρόνιμο να μιλάς γι' αυτό με την αυθεντία του γνώστη. Κανείς δεν έμαθε τη Νέα Υόρκη μέσα από τις ταινίες. Αντιλαμβάνομαι ότι το θέμα πουλάει και οι εφημερίδες το εκμεταλλεύονται, διακινδυνεύοντας την αξιοπιστία τους. Το συντηρούν και από την ίδια την ΠΑΕ για λόγους που όλοι -ή τουλάχιστον κάποιοι- μπορούμε να καταλάβουμε. Αν όμως πρόκειται για μία φούσκα -όπως πιστεύω-, όταν σκάσει, ποιος θα μαζέψει τα πτώματα των προσδοκιών που δημιούργησε;

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube