Oταν ανακοινώθηκε από το ΤΑΚ (Τμήμα Αμειβομένων Καλαθοσφαιριστών) Παναθηναϊκός η απόκτηση του 16χρονου Φραγκίσκου Αλβέρτη, οι περισσότεροι τη στόλισαν με ειρωνικά σχόλια. Το σωτήριον έτος 1990 ο ΠΑΟ δεν θύμιζε σε τίποτα τον σημερινό κολοσσό. Η διοίκηση Παύλου Γιαννακόπουλου, στο τέταρτο μόλις καλοκαίρι της θητείας της, πάσχιζε με κινήσεις κυρίως σπασμωδικές να σταματήσει την πορεία της ομάδας μπάσκετ προς την ανυποληψία. Για να ντύσουν στα πράσινα αυτόν τον αμούστακο τυπάκο με το ρωμαιοκαθολικό ονοματεπώνυμο δέχθηκαν να διαλύσουν την αξιόλογη ομάδα πόλο του συλλόγου.
Τον δρόμο προς τη Γλυφάδα πήραν απρόθυμα τέσσερις υδατοσφαιριστές, ανάμεσα στους οποίους ξεχώριζε ο διεθνής Δημήτρης Σελετόπουλος. Ποιος ήταν τέλος πάντων αυτός ο Αλβέρτης; Δύο δεκαετίες και πέντε Κύπελλα Πρωταθλητριών αργότερα, ο κορυφαίος προπονητής στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ απάντησε εύστοχα σε αυτό το ερώτημα: «Ο Αλβέρτης είναι ο σημαντικότερος μπασκετμπολίστας που φόρεσε ποτέ τη φανέλα του Παναθηναϊκού». Πιο ψηλά από τον Γκάλη, τον Γιαννάκη, τον Ντομινίκ, τον Βράνκοβιτς, τον Σκοτ.
Τι να απέγινε ο Δημήτρης Σελετόπουλος; Αν ήταν ο τότε προπονητής Χρήστος Ιορδανίδης αυτός που εισηγήθηκε με θέρμη την υποθήκευση ενός τμήματος της περιουσίας τού συλλόγου στο άγνωστο όνομα του Φραγκίσκου Αλβέρτη, είχε στα χέρια του κρυστάλλινη σφαίρα που έδειχνε καθαρά το μέλλον. Ο μικρός μεγάλωσε γρήγορα και έκανε τη φανέλα με το «4» κτήμα του, μολονότι αντιμετώπισε έντονο συναγωνισμό στα χρόνια που ακολούθησαν. Κάθε καλοκαίρι ο Παναθηναϊκός έφερνε από το εξωτερικό φόργουορντ ολκής: Κόμαζετς, Πάσπαλι, Βολκόφ, Ουίλκινς.
Κανένας δεν μπόρεσε να εκτοπίσει τον Αλβέρτη, του οποίου η αφοσίωση και το πάθος μετουσιώθηκαν γρήγορα σε αρχηγιλίκι. Από το 2000 και μετά ο «Φράνκι» σήκωνε πρώτος τα τρόπαια, η εισροή των οποίων πήρε σύντομα διαστάσεις χιονοστιβάδας. Η προσωπική του απόδοση στους θριαμβευτικούς ευρωπαϊκούς τελικούς των Παρισίων και της Μπολόνια θα πρέπει να θεωρηθεί ακρογωνιαίος λίθος της αγωνιστικής του καριέρας. Στην Εθνική ομάδα ο Αλβέρτης χρεώθηκε τη βαριά κληρονομιά του Φάνη Χριστοδούλου και βοήθησε σε καθοριστικό βαθμό ώστε να προχωρήσει η «επίσημη αγαπημένη» ομαλά στην επόμενη μέρα της.
Θυμάστε τα δίδυμα «buzzer-beaters» του στην Τζιρόνα (κόντρα στη Βοσνία) και στην Αττάλεια (απέναντι στην τότε ευρωπρωταθλήτρια Ιταλία); Επαιξε σε Ολυμπιακούς Αγώνες, σε Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, έφτασε να φορέσει και στην Εθνική περιβραχιόνιο. Κρίμα που δεν έζησε την ιστορική αντεπίθεση του 2005. Ο Φραγκίσκος πέρασε και δύσκολες στιγμές στην καριέρα του, από τις άσχημες εμφανίσεις σε καθοριστικούς αγώνες της Εθνικής το 2003 και το 2004 μέχρι τον επικό καβγά του με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς σε ένα ματσάκι του Παναθηναϊκού στη Δάφνη τον χειμώνα του 1999.
Η προθυμία με την οποία έριξε νερό στο κρασί του (ματαιώνοντας έτσι τη δρομολογημένη αποπομπή του Σέρβου) αποτέλεσε παράδειγμα ωριμότητας και περίσκεψης ενός αθλητή που έμελλε στα επόμενα χρόνια να γίνει σύμβολο και ζωντανό «τοτέμ» της ομάδας του. Αυτόν έσπευσε να ασπαστεί πρώτον ο Ομπράντοβιτς όταν ο Παναθηναϊκός εξασφάλισε την πρόκριση στο φάιναλ φορ του 2009, αυτόν ανέβασε στο βάθρο ο νέος «κάπτεν» Δημήτρης Διαμαντίδης για την απονομή του τροπαίου. Ο κύκλος είχε κλείσει, αλλά η προσωπικότητα και το ήθος του Αλβέρτη τον κρατούσαν ανοιχτό.
Αύριο ο λαοφιλής «Φράνκι», κάθε άλλο παρά αμούστακος πια, θα αποχαιρετήσει την ενεργό δράση, με τα κύτταρα γεμάτα από μνήμες θριάμβων. Εάν μπορούσε, βέβαια, θα τους χάριζε όλους σε μια στιγμή και θα έσβηνε τις χαρές μονοκοντυλιά. Το αντάλλαγμα που θα ζητούσε από τους θεούς του μπάσκετ έχει να κάνει με όσα έγιναν στις 28 Απριλίου 1993 στη Νέα Σμύρνη, μολονότι ο ίδιος δεν φέρει την παραμικρή ευθύνη. Στα όνειρά του ο Φραγκίσκος παραμερίζει και αφήνει τον Σλόμπονταν Γιάνκοβιτς να πετύχει καλάθι…