Ο Σισέ ξεμπούκωσε, ο Παναθηναϊκός ξέσπασε, ο κόσμος ευχαριστήθηκε γκολ και θέαμα, οι τρεις βαθμοί ήρθαν και μαζί το «6 στα 6». Κι όμως, μέχρι τις καθυστερήσεις του πρώτου ημιχρόνου τίποτα δεν έδειχνε ότι η βραδιά θα κατέληγε τόσο χαρούμενη.
Η ομάδα ήταν στατική, οι μέσοι δεν πέρναγαν την μπάλα σωστά μπροστά –και τη μία φορά που το έκαναν ο Σισέ δεν μπόρεσε να κάνει κάτι καλό–, η Λάρισα δεν έπαιζε αντιποδόσφαιρο, ούτε ήρθε στο ΟΑΚΑ για να ταμπουρωθεί (προς τιμήν της), αντιθέτως έβγαινε μπροστά και χτύπαγε την πόρτα του Τζόρβα. Μόνο που ο Αλεξ ήταν εκεί, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε πριν από μερικές εβδομάδες με όποιον έφτανε κοντά στον Γκαλίνοβιτς.
Το γκολ του Βύντρα μπορεί να πέταξε τα βαρίδια από τα πόδια των συμπαικτών του, αλλά δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι δεν πανηγυρίστηκε ιδιαίτερα ούτε από τον ίδιο ούτε από τον προπονητή του. Για την ακρίβεια, αν κάποιος δεν ήξερε ότι ο Τεν Κάτε είναι ο προπονητής της ομάδας που προηγήθηκε και τον έβλεπε μετά το γκολ τόσο προβληματισμένο, θα έβαζε στοίχημα το δεξί του χέρι ότι είναι προπονητής της ομάδας που έφαγε το γκολ.
Ή ότι είχε παίξει το ματς «Χ ημίχρονο». Φαντάζομαι ότι το συννεφιασμένο ύφος του Τεν Κάτε δεν είχε να κάνει με το στοίχημα, αλλά με τα πράγματα που έπρεπε να πει στα αποδυτήρια και να αλλάξει στην επανάληψη. Αλλαγές που δεν είχαν να κάνουν με πρόσωπα, όσο με πράγματα τα οποία θα έπρεπε να κάνουν οι ίδιοι παίκτες που τελείωσαν το πρώτο ημίχρονο στο δεύτερο.
Μπορεί το παιχνίδι στην επανάληψη να είχε happy end και πολλά παλαμάκια, αλλά είχε και δύο «ντουπ» από τον ήχο που έκανε η μπάλα στα δοκάρια του Τζόρβα. Είχε, επίσης, ένα γκολ μεγάλης ποδοσφαιρικής ευφυΐας από τον Κώστα Κατσουράνη –όλως τυχαίως, είδα σήμερα ένα παρόμοιο από τον τεράστιο Παλέρμο, με κεφαλιά από τα 40 μέτρα. Με τη διαφορά ότι εκείνο ήταν ψιλοτυχερό και ο Παλέρμο επιθετικός, ενώ ο Κατσουράνης είναι μέσος και το ήθελε 100% αυτό που έκανε.
Κάπου εκεί η σεμνή τελετή ουσιαστικά έλαβε τέλος, ο Σισέ έβαλε το πρώτο γκολ που τόσο ζητούσε κι είχε ξανατάξει στους φίλους της ομάδας, έβαλε κι ένα δεύτερο σαφώς δυσκολότερο και συμβατό με τα στάνταρ και τις δυνατότητές του, τα αφιέρωσε εκεί ψηλά στον πατέρα του που έχασε και ο φωτεινός πίνακας έγραψε 4-0.
Θα μπορούσε να είναι και 5 και 6, όπως θα μπορούσε να είναι και 1-2 για τη Λάρισα. Διότι για μία ακόμα φορά κάτι στην άμυνα πήγε στραβά. Αλλά με τόσο καλό δεύτερο ημίχρονο και αποτελεσματικότητα ξεχνάς κάτι τέτοιες «λεπτομέρειες». Πολύ απλά, διότι το ματς πάει στη λογική του 4-3 κι όχι του 1-0, που πολλοί μας το τάξανε και κανένας δεν μας το χάρισε.
Αν ο Παναθηναϊκός κέρδιζε α λα ΑΕΚ και Ντιναμό, με ένα γκολ και μπόλικο καρδιοχτύπι για τρίτο συνεχές ματς, τότε θα ήταν μαθηματικά βέβαιο πως αργά ή γρήγορα κάπου θα το πλήρωνε. Κέρδισε, όμως, με τρόπο διαφορετικό, πειστικό και θεαματικό στο τέλος και πρέπει να ευχαριστεί –πέρα από τον Κατσουράνη, τον Σισέ, τον Βύντρα και τ' άλλα παιδιά– και το στυλ παιχνιδιού της Λάρισας (με εξαίρεση τις αγκωνιές και τις κλοτσιές προς το τέλος) που επέτρεψε να παιχτεί ποδόσφαιρο και όχι το «Ηρωικό Σούλι».
Και ο Ολυμπιακός να ευχαριστεί τη διοργανώτρια αρχή που δύο φορές τον έβαλε να παίξει πριν από τον Παναθηναϊκό κι ένιωσε τη χαρά της κορυφής έστω για λίγες ώρες…