Το πρώτο πράγμα που έμαθα από τις εκλογές ή για να το γράψω καλύτερα, για ένα πράγμα που βεβαιώθηκα ήταν η «κωλοτούμπα» του Πρετεντέρη μόλις επιβεβαιώθηκε ότι η διαφορά υπέρ του ΠΑΣΟΚ θα ήταν μεγαλύτερη από 8 μονάδες. Οπου πετύχαινε στο πάνελ, μετά τις 9 το βράδυ που ανακοινώθηκε η ασφαλής πρόβλεψη του εκλογικού αποτελέσματος, νεοδημοκράτη του «τίναζε την πιτυρίδα», πράγμα που είχε μια δυσκολία να κάνει την προηγούμενη διετία.
Θα ήταν πολύ διασκεδαστικό, μάλιστα, αν η εφημερίδα στην οποία εργάζεται έβγαζε και μια επετειακή έκδοση με τα πύρινα άρθρα του για την ανικανότητα του Γιώργου Παπανδρέου και εκείνο το θρυλικό –προ διετίας πρωτοσέλιδο– που καλούσε τον Γ.Π. να παραιτηθεί. Βέβαια, έναν άνθρωπο που πήγε στο γήπεδο, πέταξε μπουκάλι στον διαιτητή και μετά αποδέχθηκε την αιτιολογία –για να μην τιμωρηθεί από το συνδικαλιστικό σωματείο του–, ότι δεν βρισκόταν στο γήπεδο «με τη δημοσιογραφική ιδιότητα», τον συμπονώ.
Ηταν δύσκολο γι' αυτόν το βράδυ της Κυριακής, μια και πέρα από όλα τα άλλα μπήκε και ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή. Ανθρωπος είναι, δεν είναι Θεός. Πόσα χτυπήματα να αντέξει; Ενα άλλο και ιδιαίτερα χρήσιμο πράγμα για το οποίο βεβαιώθηκα σε αυτές τις εκλογές είναι το πόσο υπερεκτιμημένο είναι το «εργαλείο των δημοσκοπήσεων» και πόση λίγη εμπιστοσύνη έχουν οι «γκαλοπατζήδες» στη μέθοδο της επιστημονικής έρευνάς τους.
Σε όλα τα κανάλια, μόλις επιβεβαιώθηκε το εύρος της διαφοράς που ξεπέρασε κατάτι τις δέκα μονάδες, οι παρουσιαστές άρχισαν απέξω απέξω να μας λένε –εν είδει εκμυστήρευσης– ότι η εταιρεία με την οποία συνεργάζεται το κανάλι τους το είχε βρει το τελικό ποσοστό της διαφοράς, αλλά «δεν μπορούσε να το πιστέψει και για να μη δημιουργήσει αντιδράσεις», μια και το exit poll ήταν κοινό, συμβιβάστηκε.
Ωραία δικαιολογία για να μπαλώσει κάποιος τις τρύπες σε ένα προϊόν που χρησιμοποιούν τα κόμματα για να μη συζητήσουν ουσιαστικά για την πολιτική και για να «πουλήσουν» τα πολιτικά talk shows και τις εκδουλεύσεις τους. Ενα τρίτο πράγμα για το οποίο βεβαιώθηκα σε αυτές τις εκλογές είναι ότι –τηλεοπτικά– προβάλλεται το στοιχείο εκείνο που πουλάει περισσότερο.
Η μεγάλη σε εύρος νίκη και το δράμα του ηττημένου δίνουν τηλεοπτικές εικόνες που γεννάνε ιστορίες και μπορούν να αποτελέσουν την άκρη του νήματος για μακριές κουβέντες που δεν οδηγούν πουθενά ή που τουλάχιστον δεν οδηγούν στην ενημέρωση του κόσμου. Για παράδειγμα, ο σχολιασμός του ποσοστού αποχής, που ήταν μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του 2007, πέρασε στο ντούκου.
Κι όμως, πρόκειται για ένα ποσοστό κοντά στο 30%! Προφανώς, αν το αναλύσει κανείς, πιθανόν να χαλάσει η σούπα των συμπερασμάτων στα οποία κάποιοι θα ήθελαν να καταλήξουμε. Κι αυτό είναι ένα στοιχείο που με οδηγεί στο τέταρτο πράγμα για το οποίο βεβαιώθηκα. Η τηλεόραση απεχθάνεται την ανάλυση του εκλογικού αποτελέσματος, επειδή η ανάλυση είναι αντιτηλεοπτική, έχει πολλούς πίνακες με νούμερα και δεν βγάζει «τηλεκαβγάδες» που ανεβάζουν την τηλεθέαση, γεγονός που μας επιτρέπει μετά να περηφανευόμαστε για το πόσοι μας είδαν.
Ενα πέμπτο πράγμα για το οποίο βεβαιώθηκα σε αυτές τις εκλογές, παρακολουθώντας την ταχύτητα με την οποία οι καλεσμένοι των τηλεοπτικών πάνελ άλλαζαν κανάλι, είναι η σχετικότητα τόσο του χρόνου όσο και της απόστασης στην Αθήνα. Η απέχθεια της τηλεόρασης για την ανάλυση είναι και ένα λίγο αισιόδοξο σημάδι για τις εφημερίδες.
Δείχνει ότι υπάρχει ένα κενό στην ενημέρωση που μπορούν οι εφημερίδες να καλύψουν, όσο κι αν αυτά που θα γράφουν θα παπαγαλίζουν οι τηλεαστέρες μετά. Ενα έκτο και τελευταίο πράγμα για το οποίο βεβαιώθηκα σε αυτές τις εκλογές είναι ότι η τηλεόραση το βράδυ των εκλογών δεν ενδιαφέρεται να ενημερώσει. Αλλωστε, δεν είναι αυτή η δουλειά της. Το έχει αποδείξει όλο το προηγούμενο διάστημα.
Milonga Triste
Στη Λατινική Αμερική οι θρύλοι και οι προλήψεις έχουν στενή σχέση με το ποδόσφαιρο. Το γεγονός αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με την «καθυστέρηση» των κοινωνιών όσο με τα χαρακτηριστικά των λαών. Τα παραμύθια και η υπερβατική ανάγνωση της καθημερινότητας είναι αναπόσπαστα κομμάτια των ανθρώπων εκεί, πράγμα που φαίνεται κι από την προσκόλληση στη θρησκεία, η οποία αποτελεί μία ακόμα –αν όχι την κατ' εξοχήν– γέφυρα της υπέρβασης.
Αν κάποιος κοιτάξει την ιστορία του ποδοσφαίρου στη Λατινική Αμερική, θα διαπιστώσει πολύ εύκολα ότι ο «μύθος» στοιχειώνει τις αναμνήσεις των ανθρώπων και πολύ συχνά καθορίζει και την πραγματικότητα. Ενας παλιός φίλος και συνάδελφος, Αργεντινός που πέρασε μία δεκαετία σχεδόν στις Βρυξέλλες, στις κατά καιρούς επικοινωνίες μας μου έδωσε την ευκαιρία να κατανοήσω πολύ περισσότερα για την προσέγγιση των Λατινοαμερικανών στο ποδόσφαιρο, από όσα θα καταλάβαινα από τις εφημερίδες, το Διαδίκτυο και την τηλεόραση, τα οποία –έτσι κι αλλιώς– πολύ δύσκολα σου δίνουν την εικόνα που περιβάλλει την πραγματικότητα και πολύ συχνά την καθορίζει.
Τώρα πια αρχίζω να πιστεύω ότι το αργεντίνικο ποδόσφαιρο κληρονόμησε την κακοδαιμονία που άφησε η αποχώρηση του μεγαλύτερου, του πιο προικισμένου και πιο καταραμένου παιδιού του, του Ντιέγκο Μαραντόνα. Σε επίπεδο εθνικής ομάδας, παρά την εκπληκτική παραγωγή ποδοσφαιριστών υψηλής κλάσης, οι περισσότεροι από τους οποίους αγωνίστηκαν και συνεχίζουν να αγωνίζονται στην Ευρώπη, απουσιάζουν οι διακρίσεις.
«Πονοκέφαλος» για τους αναλυτές, που δεν χρησιμοποιούν τη γέφυρα της υπέρβασης για να εξηγήσουν τα ανεξήγητα. Για μία ομάδα που έχει να κατακτήσει το Κόπα Αμέρικα από το 1991 και το Παγκόσμιο Κύπελλο από το 1986. Υπάρχει ένας αφορισμός που υποστηρίζει πως χρειάζονται δύο για ένα ταγκό, ένα χορό καθαρά αργεντίνικο. Το ποδοσφαιρικό ταγκό η εθνική ομάδα της Αργεντινής δεν το χόρεψε ποτέ με έναν προπονητή της προκοπής στον πάγκο τα τελευταία χρόνια.
Μπιέλσα και Πέκερμαν, Μπαζίλε και τώρα ο «μύθος». Ο Ντιέγκο Μαραντόνα, όμως, αποδεικνύεται ακόμα πιο λίγος από εκείνους που προηγήθηκαν, με αποτέλεσμα να είναι ορατό το ενδεχόμενο ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου χωρίς την Αργεντινή, που θα μοιάζει με milonga triste. Μια θλιμμένη μιλόνγκα, δηλαδή.
Η κατάρα των χαμένων
Ο Κ. Καραμανλής ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο το βράδυ των εκλογών έδειξε πως υπήρξε κακός πρωθυπουργός, αλλά καλός αρχηγός για το κόμμα του. Μετά την ήττα, της οποίας τις ευθύνες αποδέχτηκε εξ ολοκλήρου, παραμέρισε για να δώσει τη θέση του σε κάποιον άλλο στην προεδρία ενός κόμματος που ανέλαβε σχεδόν διαλυμένο και το οδήγησε στην εξουσία.
Εχω την εντύπωση πως ο Καραμανλής απαλλάχτηκε από ένα βάρος. Η πρωθυπουργία ήταν ένας ρόλος που δεν του άρεσε, αλλά που αναγκάστηκε να παίξει εγκλωβισμένος μέσα στην παράδοση του ονόματός του και τις συνθήκες. Και η κακή απόδοσή του στην πρωθυπουργία οφείλεται εν μέρει σε αυτό και στο γεγονός ότι επειδή οι εμπειρίες διακυβέρνησης που είχε ήταν περιορισμένες, τον οδήγησαν να εγκλωβιστεί σε ένα στενό κύκλο στελεχών και επικοινωνιολόγων, που του στέρησαν κάθε ουσιαστική επαφή με την πραγματικότητα.
Ο Κ. Καραμανλής διαχειριζόταν ένα εικονικό σύμπαν, θεωρώντας ότι ήταν πραγματικό μέχρι που ανακάλυψε το λάθος. Η παραίτησή του το βράδυ της Κυριακής ήταν η ομολογία της πλάνης του. Και σηματοδότησε την επιστροφή του στην πραγματικότητα.