Οταν οι Αγγλοι μιλώντας για το ποδόσφαιρο το χαρακτηρίζουν beautiful game, υποθέτω πως έχουν στον νου τους ένα παιχνίδι σαν αυτό που παίζουν η Αρσεναλ και η Μπαρτσελόνα. Οι «κανονιέρηδες» είναι αναμφισβήτητα η ομάδα που παίζει το θεαματικότερο ποδόσφαιρο, κατά διαστήματα, τα τελευταία χρόνια στην Αγγλία. Πιστεύω ότι ο θεαματικός τρόπος που άρχισε να παίζει η ομάδα σταδιακά, από τον ερχομό του Βενγκέρ και ύστερα, ήταν μια μεγάλη ανταμοιβή για τους φίλους της σε ολόκληρο τον κόσμο.
Και μια απάντηση στους αντίπαλους οπαδούς, που την είχαν –εξαιτίας του ποδοσφαίρου που έπαιζε– χαρακτηρίσει βαρετή. Βoring, boring Arsenal. Ακόμα και όταν στον πάγκο της κάθισε ο Γκρέιαμ, ή μάλλον ιδίως τότε, το ποδόσφαιρό της δεν βλεπόταν. Με τον Βενγκέρ πήρε πρωταθλήματα στο νησί, πήρε Κύπελλα, είδε μεγάλους ποδοσφαιριστές να φοράνε τη φανέλα της, μετακόμισε σε ένα μεγαλύτερο και μοντέρνο γήπεδο, είδε την οικονομική της αξία και τα έσοδά της να μεγαλώνουν χρόνο με τον χρόνο, ανέδειξε και συνεχίζει να αναδεικνύει ταλαντούχους ποδοσφαιριστές που εξελίσσονται σε μεγάλους παίκτες, έφτασε το 2006 μια ανάσα από τον μεγάλο στόχο, το μεγάλο όνειρο, την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ στο Παρίσι και γενικά μέσα σε 14 χρόνια άλλαξε πολλά προς το καλύτερο.
Στη διάρκεια όλης αυτής της χρονικής περιόδου, που άλλαξαν τόσα πολλά στο αγγλικό και το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, κατάφερε κάτι ακόμα που οι Αγγλοι θεωρούν εξίσου σημαντικό με όλα τα άλλα επιτεύγματά της. Η Αρσεναλ είναι η μόνη από τον όμιλο των τεσσάρων μεγάλων ομάδων του αγγλικού ποδοσφαίρου που έχει μείνει –ακόμα– σε αγγλικά χέρια. Ετσι κι αλλιώς, οι «κανονιέρηδες» ακόμα και όταν προσέλαβαν τον Βενγκέρ και άρχισαν να υιοθετούν τις επαναστατικές για την αγγλική πραγματικότητα μεθόδους του Αλσατού, που έκαναν την ομάδα του Λονδίνου να παίζει ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, ακόμα και τότε αποτελούσαν την πιο βρετανική ομάδα απ' όλες.
Υπήρχε εξήγηση γι' αυτό. Η Αρσεναλ είναι η μόνη από τους τέσσερις μεγάλους που παραμένει εισηγμένη στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, μια κατάσταση που δυσκολεύει σε ορισμένους χειρισμούς την ομάδα, αλλά από την άλλη την προστάτεψε –και συνεχίζει να το κάνει μέχρι τώρα– από τον κίνδυνο της εξαγοράς.
Επίσης, αυτό έγινε λόγω της μικρής διασποράς των μετοχών –λίγες μετοχές που βρίσκονταν επίσης σε λίγα χέρια–, της πολύ υψηλής τιμής τους –στις 8.500 ευρώ ήταν η αξία της μετοχής πριν από λίγο καιρό– και των νόμων που ισχύουν στο χρηματιστήριο του Λονδίνου περί εξαγοράς, σύμφωνα με τους οποίους πρέπει κάποιος να συγκεντρώσει το 30% των μετόχων για να κάνει υποχρεωτικά πρόταση εξαγοράς.
Αν κάποιος θέλει να διαπιστώσει το μέγεθος των οικονομικών αλλαγών στο αγγλικό ποδόσφαιρο αξίζει να θυμηθεί τι είπε ο σημερινός πρόεδρος της Αρσεναλ, ο Πίτερ Χίλγουντ, όταν ο Ντέιβιντ Ντέιν είχε αγοράσει το 1983 αντί 282 χιλιάδων στερλινών το 16% των μετοχών της Αρσεναλ.
«Πεταμένα λεφτά», είχε πει τότε ο Χίλγουντ. Ο Ντέιν πούλησε το 2007 το ποσοστό του για 73 εκατομμύρια. Καλή συναλλαγή για ένα μάτσο «πεταμένα λεφτά». Μελετώντας την αναλυτική οικονομική κατάσταση της Αρσεναλ που δημοσιοποιήθηκε προχθές, μπορώ να πω με σιγουριά ότι οι «κανονιέρηδες» είναι το πρότυπο της εξέλιξης του ποδοσφαιρικού συλλόγου σε επιχείρηση παραγωγής αθλητικού θεάματος.
Παράγει θέαμα στο γήπεδο και φέρνει χρήματα στο ταμείο. Απευθύνεται σχεδόν αποκλειστικά σε καταναλωτές και καθόλου σε οπαδούς. Το έλλειμμα διακρίσεων ισοσταθμίζεται με την οικονομική δύναμη και το beautiful game. Μόνο που στο ποδόσφαιρο ο δεσμός μιας ομάδας με τον πελάτη είναι πάντα χαλαρός, ενώ με τον οπαδό είναι πιο βαθύς και πιο ισχυρός. Αν η αιχμή του δόρατος της στρατηγικής του μάρκετινγκ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι το αεροπορικό δυστύχημα του '58, η αιχμή της στρατηγικής της Αρσεναλ είναι ο ίδιος ο Βενγκέρ. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η συνταγή του μπορεί να δουλέψει χωρίς αυτόν...
Κακή διοίκηση, καλό μπάχαλο
Οσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο γίνεται αντιληπτό ότι το βασικό πρόβλημα της ΑΕΚ είναι διοικητικό. Από εκεί ξεκινούν όλα. Πριν προχωρήσω στην ολοκλήρωση του σκεπτικού μου, μερικές διαπιστώσεις. Η ΑΕΚ έχει έναν μεγαλομέτοχο, τον κ. Νοτιά, ο οποίος λόγω των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων δεν μπορεί να ασχολείται με τα ζητήματα της ομάδας. Ο αντ' αυτού είναι ο σημερινός πρόεδρος, ο κ. Θανόπουλος, που έχει αναλάβει –όπως λέγεται στην αργκό των τεχνοκρατών– να τρέξει το μαγαζί. Κανείς από τους μετόχους δεν φέρεται διατεθειμένος να βάλει χρήματα στην ομάδα για να μπορέσει να αποκτήσει μεγαλύτερη ισχύ, μια και αφενός η προηγούμενη οικονομική διαχείριση ήταν κακή και αφετέρου το έλλειμμα που υπάρχει θα καλυφθεί με αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.
Στο θέμα του γηπέδου δεν υπάρχει καμία πρόοδος και, το χειρότερο, δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο για το πώς θα μπορούσε η ομάδα να αποκτήσει δικό της γήπεδο. Υπάρχουν μέτοχοι που κάνουν δουλειές με την ομάδα, αλλά όχι δωρεάν και αυτό έχει τη σημασία του. Χρήματα για περαιτέρω ενίσχυση –αγωνιστική– της ομάδας δεν υπάρχουν και απ' ό,τι φαίνεται στην κούρσα του φετινού πρωταθλήματος μένει πολύ πίσω από την αρχή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Εξαιτίας της αγωνιστικής ποιότητας του «Δικεφάλου» και της δυναμικότητάς του, οι φίλοι της ομάδας δεν μπορούν να περιμένουν περισσότερα απ' όσα έχουν ήδη δει. Μια μικρή βελτίωση ίσως να είναι το πιο πολύ που μπορεί να δείξει στο γήπεδο, αφού πρώτα μας πείσει ότι έχει και κάποιο σχέδιο. Από τη στιγμή, λοιπόν, που ισχύουν όλες οι παραπάνω διαπιστώσεις και με δεδομένο ότι η βασική επιχειρηματική επιλογή είναι η ομάδα να γίνει αυτοχρηματοδοτούμενη –γι' αυτό και γίνεται η συμπίεση των εξόδων–, δεν μπορεί κάποιος να περιμένει η ΑΕΚ να ανταγωνιστεί Ολυμπιακό και ΠΑΟ.
Οσο η ομάδα δεν μπορεί να βασίσει την ανάπτυξή της πάνω σε ένα ιδιόκτητο γήπεδο, που θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά τα έσοδα και να την κάνει ανταγωνιστικότερη, θα μένει μονίμως πίσω από την κορυφή και ανάλογα θα προσαρμόζει τους στόχους της. Κι αν ο περιορισμός των στόχων περάσει στο DNA της ομάδας, τότε φοβάμαι ότι το πρωταγωνιστικό κοστούμι η ΑΕΚ θα περιμένει πολλά χρόνια για να το ξαναφορέσει.
Κρυμμένη εικόνα
Παρατηρώντας τη συμπεριφορά των δύο μεγάλων κομμάτων όσο πλησιάζουμε στην ημέρα των εκλογών, τόσο περισσότερο αποκαλύπτεται η εικόνα της πραγματικής οικονομικής κατάστασης. Μια εικόνα την οποία η απερχόμενη κυβέρνηση ήθελε να κρατήσει στη σκιά για να μην αποκαλυφθεί το μέγεθος της ανικανότητάς της.
Στη σκιά ήθελε και το ΠΑΣΟΚ να μείνει η εικόνα της ελληνικής οικονομίας, για να μπορεί να ισχυρίζεται –στην περίπτωση που αναλάβει τη διακυβέρνηση– ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο άσχημα απ' ό,τι υπολόγιζε, με αποτέλεσμα ο κυβερνητικός σχεδιασμός του να αλλάζει καθώς τα όποια θετικά αποτελέσματα θα έφερναν στην οικονομία οι δικές του επιλογές μετατίθενται σε βάθος χρόνου.
Ετσι θα αναγκαστεί να πάρει σκληρά οικονομικά μέτρα, στα οποία η Ν.Δ., που υποσχόταν μια δύσκολη διετία, δεν θα χρειαστεί να κάνει αντιπολίτευση. Το πολύ πολύ να ζητήσει ακόμα σκληρότερα. Αυτό το γεγονός μάς αφήνει να φανταστούμε πώς θα είναι μια Βουλή χωρίς αντιπολίτευση. Και η μόνη αντιπολίτευση που μπορεί να γίνει έρχεται από αριστερά.