Δυσάρεστη έκπληξη; Τα αποτελέσματα και οι εμφανίσεις των ελληνικών ομάδων στην Ευρώπη; Για πολλούς, όχι. Για κάποιους άλλους, ναι. Αναγκαία, γιατί γεμίζει ένα κενό. Καταστροφή γιατί το γεμίζει τόσο ολοκληρωτικά. Αν η περίπτωση του Ολυμπιακού λόγω των ιδιαιτεροτήτων του παιχνιδιού με την Αλκμααρ αλλά και του αποτελέσματος δεν χωράει στο χαρακτηρισμό της «καταστροφής», δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας αν κρίνει κάποιος το συγκεκριμένο παιχνίδι με βάση την εμφάνιση. Και οι εμφανίσεις των ελληνικών ομάδων –κυρίως των δύο μεγάλων– αλλά πολύ περισσότερο η αντίληψη που έχουν διαμορφώσει οι παράγοντές τους –η οποία εν πολλοίς περνάει και στους οπαδούς– για τα ευρωπαϊκά παιχνίδια, αποκαλύπτει το «κενό» για το οποίο έγραφα παραπάνω.
Οι ελληνικές ομάδες που κερδίζουν το «εισιτήριο» -ή το δικαίωμα, αν θέλετε- της συμμετοχής στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, τις αντιμετωπίζουν ευκαιριακά και μόνο ως μία ευκαιρία για να βάλουν κάποιες χιλιάδες ευρώ στο ταμείο τους ή κάποια εκατομμύρια, αν πρόκειται για το Τσάμπιονς Λιγκ. Η ευκαιριακή αυτή αντιμετώπιση έχει και συνέπειες και κόστος. Οι αρνητικές συνέπειες αφορούν όχι μόνο τις ομάδες αλλά γενικά το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ασχημα αποτελέσματα σημαίνουν απώλειες βαθμών και πτώση στη γενική βαθμολογία της ΟΥΕΦΑ, γεγονός που σημαίνει ότι οι κληρώσεις θα δυσκολεύουν όλο και περισσότερο. Οσο για το κόστος, αφορά τις επενδύσεις των ομάδων. Για να μπορέσεις να ανταποκριθείς σε ένα βαθμό στις ευρωπαϊκές προκλήσεις και να κερδίσεις κάποια χρήματα, θα πρέπει να επενδύσεις.
Αν θελήσεις να τη «βγάλεις» οικονομικά και κάνεις φθηνές επενδύσεις ελπίζοντας στην τύχη, το πιθανότερο είναι να δημιουργήσεις μία τρύπα στο ταμείο σου. Είναι ένα πρόβλημα ανάλογο με αυτό που βάζουν οι πυρκαγιές. Οσο αρνείσαι να επενδύσεις στη δασοπροστασία, θα αναγκαστείς να πληρώσεις πολύ περισσότερα, όταν θα αντιμετωπίσεις το κόστος από τις πυρκαγιές και το κόστος της αναδάσωσης. Μα, θα πει κάποιος, ο ΠΑΟ φέτος επένδυσε. Η επένδυση προϋποθέτει ένα σχέδιο και ο τρόπος που οι «πράσινοι» κινήθηκαν στη μεταγραφική αγορά, αποκαλύπτει αυτό ακριβώς. Οτι δεν είχε σχέδιο. Απλώς, ξόδεψε χρήματα, που θα πάνε χαμένα αν δεν κατακτήσει τον βασικό του –και μοναδικό του λέω εγώ– στόχο: το πρωτάθλημα. Και γιατί είναι βασικός στόχος;
Για τα χρήματα του Τσάμπιονς Λιγκ. Οχι για τη διάκριση εκεί. Για τα χρήματα. Στον ΠΑΟ έχει περάσει σαν εντολή, περίπου, από τη διοίκηση ότι ο βασικός στόχος είναι το πρωτάθλημα. Αυτό έχει κατανοήσει ο προπονητής και γι' αυτόν τον στόχο νιώθει πίεση. Ετσι, οι ευρωπαϊκές υποχρεώσεις αντιμετωπίζονται περίπου σαν «χρήσιμη» άσκηση που επιτρέπει χώρο για πειραματισμούς. Φυσικά, για το παιχνίδι της Πέμπτης μπορεί να βρει κάποιος αρκετές δικαιολογίες, όπως ας πούμε ότι ο ΠΑΟ όταν έφαγε γκολ ανοίχθηκε με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η διεύρυνση του σκορ (λες και ήταν απίθανο ένα τέτοιο ενδεχόμενο και ανάλογα να προβλεφθεί ένας τρόπος αντίδρασης). Και αν ο ΠΑΟ είναι στο πρώτο πλάνο, αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ολυμπιακός είναι σε καλύτερη κατάσταση.
Αν η λάθος μεταγραφική προσέγγιση που υιοθέτησε η διοίκηση του Ολυμπιακού και η επιλογή της να εμπιστευθεί έναν «φθηνό» προπονητή –που ήδη έδιωξε– της κοστίσουν την απώλεια κάποιων βαθμών τώρα στις αρχές, που θα αποδειχθούν καθοριστικοί για το πρωτάθλημα, τότε η «ευκαιριακή» αντιμετώπιση στον τομέα των επενδύσεων θα έχει προφανές κόστος. Για την ΑΕΚ δεν χρειάζεται να πει κάποιος πολλά. Η διοίκησή της όλο το καλοκαίρι έδινε μαθήματα στην επιτυχημένη εφαρμογή της πρακτικής «Κωτσόβολου».
Βέβαια, αν οι δύο μεγάλοι –τουλάχιστον– αντιμετώπιζαν τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις με σοβαρότητα και ως πρόκληση για διάκριση, τότε θα σχεδίαζαν και θα συμπεριφέρονταν διαφορετικά. Αλλά αυτό απαιτεί και ένα συνολικότερο όραμα για το ποδόσφαιρο. Το δικό μας, προς το παρόν, βόσκει σε γήπεδα χωράφια με τη συντροφιά πολλών ξένων -και στην πλειονότητά τους κακών, μέτριων ή «κάποτε» μεγάλων- ποδοσφαιριστών.
Ο «εγγλέζος»
Σέρβος Mετά την αποχώρηση του Κριστιάνο Ρονάλντο και του Τέβεζ το καλοκαίρι και ενώ ο Αλεξ Φέργκιουσον επέλεξε να μη φέρει κάποια τρανταχτά ονόματα για να τους αντικαταστήσει, φαίνεται πως το βάρος φέτος θα πέσει πρώτα από όλα στην άμυνα και στη συνέχεια, ίσως, στην πλάτη του Ρούνεϊ. Που όσο «τυπικός» Αγγλος είναι, άλλο τόσο ανώριμος γα τον ρόλο του ηγέτη, στα πρότυπα των Καντονά, Κιν ή ακόμη και του Μπέκαμ. Στην άμυνα ο Φέργκιουσον έχει έναν πονοκέφαλο –στη θέση του τερματοφύλακα, καθώς ψάχνει τον αντικαταστάτη του Φαν ντε Σάαρ– και μία «σταθερά». Εναν ποδοσφαιριστή, που όσες φορές του έλειψε τα τελευταία δύο χρόνια η άμυνα της Γιουνάιτεντ είχε πρόβλημα σταθερότητας.
Αν ο Νεμάνια Βίντιτς είναι το πόδι, το αγγλικό πρωτάθλημα αποδείχτηκε το παπούτσι που του ταίριαζε κουτί. Την εποχή των διασημοτήτων, των παπαράτσι, των φανταχτερών γυναικών και της χλιδής, δεν υπήρχε περίπτωση ο ερχομός ενός άγνωστου και νεαρού Σέρβου αμυντικού από τη Σπαρτάκ Μόσχας στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, πριν από 4 σχεδόν χρόνια, να δημιουργούσε αίσθηση. Πόσω μάλλον, όταν αυτός ο ερχομός στις αρχές του 2006 συνέπιπτε σε μία ταραγμένη εποχή για τη Γιουνάιτεντ. Ο Κιν αποχωρούσε, οι επικριτές του Γκλέιζερ είχαν ακόμη δυνατή φωνή, η ομάδα δεν πήγαινε και τόσο καλά και η ικανότητα του σερ Αλεξ να επιλέγει τους καλύτερους είχε τεθεί σε αμφισβήτηση. Και όμως.
Ακόμη και κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο νεαρός Σέρβος άντεξε το βάρος της φανέλας και τις απαιτήσεις της θέσης και του πρωταθλήματος, αποδεικνύοντας για μία ακόμη φορά ότι το σκάουτινγκ της Γιουνάιτεντ είχε κάνει καλά τη δουλειά του. Ο Φέργκιουσον πίστευε στα προσόντα του και τον δοκίμασε ρίχνοντάς τον κατευθείαν στα βαθιά. Οι δυσκολίες του αγγλικού ποδοσφαίρου και οι απαιτήσεις του κόσμου της Γιουνάιτεντ θα μπορούσαν να εξαφανίσουν τον οποιοδήποτε ταλαντούχο ποδοσφαιριστή.
Οχι όμως και αυτόν τον πεισματάρη Σέρβο, καθώς η «παρέα» που κάνει με τον Φέρντιναντ στο κέντρο της άμυνας έχει διαμορφώσει το καλύτερο –και αποτελεσματικότερο– αμυντικό δίδυμο από την εποχή των Μπρους και Πάλιστερ, χώρια που ο «εγγλέζος» Σέρβος απελευθέρωσε τον Φέρντιναντ. Λένε πως αυτά που έκαναν τον Βίντιτς να αντέξει και να προσαρμοστεί ήταν η ικανότητα συγκέντρωσης που έχει και ο επαγγελματισμός του. Εναν επαγγελματισμό που πρέπει να αξιολογήσει κατάλληλα η Γιουνάιτεντ με τη νέα πρόταση ανανέωσης του συμβολαίου του, γιατί οι ομάδες που γλυκοκοιτάζουν τον Βίντιτς στον μεσογειακό Νότο είναι και μεγάλες και πολλές.
Η είδηση ως εμπόρευμα
Αυτό που έχει προκαλέσει τον εκτροχιασμό των λεγόμενων δελτίων ειδήσεων και της τηλεοπτικής ενημέρωσης γενικότερα είναι η αντιμετώπιση της είδησης ως εμπορεύματος. Η «πρωτιά της μετάδοσης», που όλοι κυνηγούν, έχει αποκλειστικό σημείο αναφοράς τη διαφήμιση του Μέσου (όπως πρώτος μετέδωσε ο σταθμός μας) έτσι ώστε να διεκδικήσει και μεγαλύτερη πίτα από το συνολικό διαφημιστικό πακέτο. Η πίεση και η βιασύνη για την πρωτιά της μετάδοσης μιας είδησης έχουν οδηγήσει σε τέρατα. Θυμάμαι το 1996 στο MEGA που «πέθαναν» τον Χατζηδάκι πριν την ώρα του. Και αυτό ήταν το μικρότερο κακό.
Ο ανταγωνισμός έχει οδηγήσει τις τηλεοράσεις σε μία αχαλίνωτη ανθρωποφαγία, όπως στην περίπτωση του μικρού Αλεξ, την περίπτωση της Αμαρύνθου με τον βιασμό μιας ανήλικης κοπέλας από συμμαθητές της ή όπως στην τραγική περίπτωση της πενταπλής δολοφονίας στο Αγρίνιο (αλήθεια, ποιες από αυτές θυμάστε;). Πολύ φοβάμαι ότι αυτός ο κατήφορος –που γίνεται δήθεν στο όνομα του δικαιώματος της πληροφόρησης– δεν έχει τέλος. Το κέρδος υπερισχύει κάθε δεοντολογίας.