Πριν από λίγες μέρες ο Χενκ Τεν Κάτε κλήθηκε από την ΟΥΕΦΑ στην ετήσια συνάντηση που διοργανώνεται στη Νιόν με καλεσμένους τους προπονητές οι οποίοι βρίσκονται στον πάγκο των ομάδων που την προηγούμενη χρονιά έφτασαν στους «16» του Τσάμπιονς Λιγκ.

Αυτό το «ραντεβού των κορυφαίων», όπως η ΟΥΕΦΑ το αποκαλεί, έχει ανοίξει από φέτος τις πόρτες του και για κάποιους άλλους προπονητές που δεν βρίσκονταν με τις ομάδες τους στον β' γύρο της κορυφαίας διοργάνωσης. Καλούνται προπονητές που εκτιμάται ότι μέσα στη σεζόν έδειξαν κάτι που αξίζει προσοχής και ανάλυσης – φέτος είχε κληθεί ο Νταν Πετρέσκου, προπονητής της Στεάουα.

Oι ελληνικές εφημερίδες κάλυψαν, επιδερμικά όπως συνηθίζουν, το γεγονός. Το τι είπε ο Τεν Κάτε στο συνέδριο και τι τον ρώτησαν δεν μας απασχόλησε. Οπως δεν μας απασχόλησε και το γεγονός ότι στο δελτίο της ΟΥΕΦΑ, τo οποίο εκδίδεται κάθε χρόνο με αντικείμενο την τεχνική ανάλυση του Τσάμπιονς Λιγκ, γίνεται αναφορά και μάλιστα λεπτομερής στους τρόπους και τις τακτικές που ο Τεν Κάτε ακολούθησε στα περσινά ματς με την Ιντερ και τη Βέρντερ. Ειδικά το ματς της Βρέμης παρουσιάζεται ως ένα πραγματικό μάθημα για τη χρήση τριών αμυντικών χαφ σε μια ενδεκάδα. Θα μου πεις τώρα ποιον ενδιαφέρει αυτό στην Ελλάδα; Συμφωνώ. Κανέναν. Τιμούρ

Διάβασα διάφορα τις τελευταίες μέρες με αφορμή την ιστορία της απόλυσης του Τιμούρ Κετσπάγια, που έφυγε χωρίς η ομάδα του να έχει δεχτεί ένα γκολ σε επίσημο ματς. Κι όμως στην περίπτωση του Κετσπάγια το κριτήριο της απόλυσής του υπήρξε δίκαιο: αν ένας προπονητής δεν έχει καλή σχέση με τους σταρ της ομάδας και η ομάδα δεν μπορεί να τους αλλάξει, δεν μπορεί και να τον κρατήσει – απλό είναι.

Επίσης, αν το ποδόσφαιρο που αγαπά ένας προπονητής δεν είναι συμβατό με τα γούστα του κοινού, πάλι η αντικατάστασή του είναι λογική: σε τελική ανάλυση ο οπαδός δεν είναι ένας κουτός που πάει στο γήπεδο και χαμογελά για το οτιδήποτε. Η περίπτωση του Κετσπάγια, αν κάτι καταδεικνύει, είναι πόσο διαφορετική είναι μερικές φορές η εντός ομάδας πραγματικότητα από την πραγματικότητα που περιγράφουμε εμείς στις εφημερίδες. Τέλος

Ο Κετσπάγια απολύθηκε προχθές. Οπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα, το χρονικό του τέλους του ξεκίνησε να γράφεται στις 27 Ιουλίου, όταν ο Ολυμπιακός έπαιξε το πρώτο ματς της σεζόν του στην Μπρατισλάβα με τη Σλόβαν. Τότε ο Ολυμπιακός νίκησε 0-2, εξασφαλίζοντας την πρόκριση. Η νίκη παρουσιάστηκε από το σύνολο του Τύπου ως τεράστια επίδειξη μαγκιάς του νέου προπονητή.

Οι εφημερίδες συμφώνησαν ότι ο Κετσπάγια είχε τη γενναιοψυχία να δώσει ευκαιρίες στα νέα παιδιά, δείχνοντας με το καλημέρα στις βεντέτες της ομάδας ποιος είναι. Ο Ολυμπιακός ξεκίνησε στην Μπρατισλάβα χωρίς τον Ντιόγο, τον Γκαλέτι και τον Μαρέσκα, κέρδισε το ματς και οι δημοσιογράφοι είδαν σε αυτές τις επιλογές ένα σπάνιο κουράγιο. Ομως οι παίκτες που δεν ξεκίνησαν εκείνο το ματς (καθώς και κάποιοι που ξεκίνησαν αλλά είχαν ενστάσεις για την ενδεκάδα) δεν είχαν την ίδια γνώμη:

είδαν απλώς έναν προπονητή που μολονότι άγνωστος και απειρος, θέλησε να δείξει από την πρώτη στιγμή ποιος κάνει κουμάντο χρησιμοποιώντας ως βασικούς κάποιους μικρούς σε ένα παιχνίδι και εύκολο και κρίσιμο! Οι βεντέτες του Ολυμπιακού δεν είδαν σε εκείνη την επιλογή κανένα απολύτως ρίσκο: είδαν απλά μια τζάμπα μαγκιά. Τίποτε άλλο.

Σύγκριση

Οι δημοσιογράφοι έβλεπαν κάποιον αποφασισμένο να βάλει στην ομάδα τη σφραγίδα του δίνοντας ευκαιρίες στους νέους, οι βεντέτες κάποιον που γουστάρει να τους δημιουργήσει προβλήματα. Οταν τον άκουγαν να χρησιμοποιεί ως παράδειγμα την Ανόρθωση γέλαγαν: το είχα γράψει. Η πραγματικότητα των ρεπόρτερ με αυτή των αποδυτηρίων αποδείχτηκαν παράλληλες.

Αυτό τον τελευταίο καιρό συμβαίνει συχνά, κι όχι μόνο στον Ολυμπιακό. Στον ΠΑΟΚ, π.χ., η ισοπαλία στην Τρίπολη αποδόθηκε στην ατυχία. Οι παίκτες, όμως, έχουν άλλη γνώμη. Το ότι προχθές θέλησαν να μείνουν μόνοι και να συζητήσουν το πρόβλημα μαρτυρά πως κάποιο πρόβλημα υπάρχει: αυτή η συζήτησή τους είναι σαφώς πιο χρήσιμη από τη δημοσιογραφική στήριξη που συχνά σημαίνει έλλειψη κριτικής. Αν ο ΠΑΟΚ νικήσει τον Ολυμπιακό θα είναι γιατί οι παίκτες επέβαλαν συναγερμούς: είδαν την αλήθεια. Κρίση

Αρχίζω να πιστεύω ότι οι πολλές εφημερίδες, οι πολλοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, το τηλεοπτικό μπλα μπλα, έχουν δημιουργήσει ένα καθολικό πρόβλημα κρίσης, που έρχεται να μας κάνει δυστυχώς ολοένα και λιγότερο αξιόπιστους. Πώς κρίνει ο Τύπος τους προπονητές; Ολο και περισσότερο επιδερμικά, όλο και χειρότερα. Ο Κετσπάγια μετά τη νίκη στη Λάρισα παρουσιαζόταν ως ακλόνητος: με κριτήρια δημοσιογραφικά έτσι ήταν, όμως τα αποδυτήρια του Ολυμπιακού έβραζαν.

Ακόμα μεγαλύτερη είναι η αδυναμία να εκτιμηθεί το είδος της δυσκολίας που έχει το επάγγελμα του προπονητή ή η ίδια η βασική δουλειά ενός κόουτς. Απλοποιούμε τα πάντα μιλώντας για ήττες, νίκες και 4-2-3-1, ξεχνώντας (;) ότι η κύρια δουλειά ενός προπονητή είναι άλλη. Χθες διάβασα ότι στον ΠΑΟΚ υπάρχουν από την αρχή της χρονιάς 17 τραυματισμοί! Το είδα την ίδια μέρα που ο Γκαλέτι έπαθε την τρίτη του φετινή θλάση και ο Νταρμπισάιρ απέκτησε προβλήματα στους προσαγωγούς.

Σκεφτόμουν ότι αυτός ο τρισκατάρατος, άθλιος, κακότροπος Τεν Κάτε έχει δυο χρόνια τώρα υποχρεωθεί από το καλαντάρι ν' αρχίσει προετοιμασία πολύ νωρίς και να παίξει ματς καλοκαιριάτικα, αλλά στον ΠΑΟ το ίδιο διάστημα οι παίκτες που επαθαν θλάσεις ή μυϊκούς τραυματισμούς είναι ελάχιστοι. Γιατί; Θα οφείλεται μάλλον στο ότι είναι τυχερός, που λέει κι ο Ζαγοράκης.

Φταίχτης

Τι είναι άραγε προτιμότερο; Να έχεις έναν προπονητή που κάνει μια-δυο δοκιμές παραπάνω ή μιλά σκληρά στα αποδυτήρια, ή να έχεις έναν κύριο που κάνει τα προβλεπόμενα, δηλαδή αυτά που καταλαβαίνουν οι εφημερίδες, και χάνει δύο παίκτες σε κάθε προπόνηση; Δεν απαντάω. Απλώς έχω την υποψία ότι ο δεύτερος θα είναι για τις ελληνικές εφημερίδες κάτι το εξαιρετικό, ενώ ο πρώτος, αν ο ΠΑΟ χάσει από τη Γαλατά, θα φωτογραφηθεί πάλι ως ο απόλυτος φταίχτης…

Ακτινογραφία

Mου γράφει ο φίλος και συνάδελφος Νίκος Μποζιονέλος σχετικά με τη Γαλατά που καιρό τώρα παρακολουθεί:


«Ο Ελάνο μπήκε αλλαγή με την Μπεσίκτας στο 3-0 γιατί είχε φθάσει από τη Βραζιλία Παρασκευή απόγευμα. Το τουρκικό ντέρμπι έγινε Σαββατόβραδο κι ένας σοβαρός προπονητής όπως ο Φρανκ Ράικαρντ ήταν δύσκολο να τον βάλει βασικό. Ομως κι ο Ράικαρντ δεν έχει καταλήξει πού θα τον βάζει να παίζει φέτος.

Η Γαλατά πήρε φέτος έναν απίθανο τύπο από την Μπουρασπόρ, τον Μουσταφά Σαρπ, 28 ετών, που ο Φατίχ Τερίμ τον έκανε διεθνή πριν καν παίξει σε επίσημο ματς (δεν σου θυμίζει λίγο Φωτάκη;). Ο Σαρπ είναι σκύλος αμυντικός χαφ και ο Ράικαρντ θεώρησε σκόπιμο να χτίσει τη νέα Γαλατά γύρω από αυτόν. Κι ας μην τον ήξερε!

Αυτός μαζί με τον Αϊχάν Ακμάν συνθέτουν το δίδυμο στα χαφ αλλά και ο Ακμάν θα φαγωθεί από τον επίσης νεοφερμένο Μεχμέτ Τοπάλ. Αυτόν τον πήραν από την Καϊσερισπόρ και επειδή είναι σπεσιαλίστας στα φάουλ (και δεν έχουμε πλέον Λίνκολν στην ομάδα). Ο Ράικαρντ παίζει 4-2-3-1. Κορυφή ο Μπάρος: ο τύπος είναι απίθανος, πέρυσι έβαλε 30 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις, στα τελευταία τρία επίσημα έβαλε άλλα 7:

πέντε με την εθνική Τσεχίας ενάντια σε Σλοβακία και Σαν Μαρίνο και δύο κόντρα στην Μπεσίκτας. Ο Μπάρος γουστάρει να παίζει μόνος του κορυφή και ο Κεϊτά, που ήρθε από τη Λιόν, και είναι μια πανάκριβη μεταγραφή, παίζει έξω δεξιά, ο Αρντά είναι ελευθέρας βοσκής και ο Ελάνο θα παίζει ως αντι-Κιούελ, ο οποίος χτυπά συχνά. Ο Βραζιλιάνος αποκτήθηκε αργά, στα μέσα Αυγούστου, και δεν έχει προετοιμαστεί σωστά.

Οσο για πίσω, δεξιός μπακ είναι ο Σαμπρί που έπαιζε σε όλη τη μεσαία γραμμή όταν ήταν μικρός αλλά δεν τράβηξε, και για να παίζει ενδεκάδα, αφού τον ζητά ο κόσμος, τον έκαναν δεξιό μπακ. Αριστερό μπακ ο Χακάν Μπαλτά, όνομα και πράμα, και στόπερ οι Σερβέτ Τσετίν και Εμρέ Ασίκ, αμφότεροι διεθνείς και αξιόλογοι. Ελπίζω να σε διαφώτισα…».

50 εκατ. ευρώ για τον Ρονάλντο

Ρώτησα την Τρίτη, πριν από τον ερχομό του Ζίκο, έναν Ιταλό συνάδελφο ποιος ανάμεσα στον Μανσίνι, τον Βραζιλιάνο της Ιντερ που ήθελε ο Ολυμπιακός, και τον Σπαλέτι, που επίσης κυνηγούσε ο Ολυμπιακός, θα μπορούσε να έρθει στην Ελλάδα. Δίχως να χρονοτριβήσει, ο συνάδελφος μου απάντησε: «Ο Μανσίνι, αρκεί να του δώσεις 3 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο – ο Σπαλέτι ψάχνει περισσότερα»!

Ομολογώ ότι δεν καταλαβαίνω την τακτική του Ολυμπιακού να κυνηγά παίκτες και προπονητές που δεν μπορεί να πληρώσει. Εκτός κι αν όλα γίνονται για να έχουμε να λέμε. Οπότε είναι κρίμα που δεν έγινε και πρόταση π.χ. για τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Θα μπορούσε ο Ολυμπιακός να προσφέρει 50 εκατ. ευρώ εκ του ασφαλούς, αφού η Ρεάλ Μαδρίτης έδινε ήδη σχεδόν τα διπλά…

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube