«0σο το ξέρω εγώ το ελληνικό ποδόσφαιρο, καμία ομάδα δεν έχει παίξει καλό ποδόσφαιρο. Περιμένετε να το κάνω εγώ στον Ολυμπιακό μέσα σε δύο μήνες». Προτού ακούσεις την υπόλοιπη φράση του Κετσπάγια, είσαι έτοιμος να αναγνωρίσεις το δίκαιο της προσωπικής αμυντικής γραμμής του. Διότι η μία μόνο πλευρά του νομίσματος κατοχυρώνει το δικαίωμα κάθε παρατηρητή να πιστεύει ότι σίγουρα (και) ο προπονητής φέρει μεγάλες ευθύνες όταν η ομάδα του παρουσιάζει τέτοιο χάλι όπως στο σαββατιάτικο ματς του Ολυμπιακού. Και μάλιστα στον απόηχο του 0-5 της Κρήτης. Η άλλη όψη του νομίσματος προστατεύει το «επί της αρχής»: δεν είναι δίκαιο να κριθεί -οριστικώς και αμετακλήτως- η δουλειά ενός τεχνικού σε δύο μήνες, ό,τι (καλό ή κακό) κι αν πιστεύεις γι' αυτόν, για τις προδιαγραφές, τα «κυβικά», τα παρόντα δείγματα δουλειάς του. Ομως…

Ομως, εκεί που νομίζεις ότι αφορούσε την τρέχουσα σεζόν η επίκληση του Κετσπάγια στην παράμετρο «λίγος χρόνος», η ολοκληρωμένη φράση του σε αφήνει εμβρόντητο: «Περιμένετε να το κάνω εγώ στον Ολυμπιακό μέσα σε δύο μήνες και να το δείτε αυτό, όταν δεν το είδατε τόσα χρόνια;». Ωστε ο Τιμούρ αποφαίνεται πως «τόσα χρόνια» (αλήθεια, πόσα;) ο Ολυμπιακός δεν έχει παίξει καλό ποδόσφαιρο! Στην Ελλάδα και οι πέτρες ξέρουν ότι κατά διαστήματα –πότε μικρότερα, πότε μεγαλύτερα- οι «ερυθρόλευκοι» έχουν παίξει μπάλα καλή, έως και εξαιρετική, στα χρόνια της κυριαρχίας τους. Το να αγνοεί ο Κετσπάγια πώς απέδιδε η νυν ομάδα του στα προηγούμενα «τόσα χρόνια» δεν είναι απαραιτήτως κακό. Αδιανόητο, όμως, είναι να μειώνει τον Ολυμπιακό των παρελθόντων «τόσων» ετών, μπας και βγουν ανεκτά τα πορίσματα των συγκρίσεων με την οικτρή σαββατιάτικη εικόνα. Αφήστε που τέτοιο χάλι δυσκολεύεσαι να θυμηθείς ακόμα κι αν υποχρεώσεις τη μνήμη σου να «σκάψει» στις χειρότερες στιγμές παρακμής του Ολυμπιακού των «πέτρινων χρόνων».

Περίμενε, λοιπόν, ο Ολυμπιακός (αν όχι και το ελληνικό ποδόσφαιρο εν γένει) τον… αναμορφωτή Κετσπάγια για να μάθει τι θα πει καλή μπάλα; Πάει πολύ. Και δείχνει πολλά. Κατανοώ ότι ο Τιμούρ νιώθει πολύ στριμωγμένος, αλλά ξέρω πως οι δύσκολες στιγμές είναι αυτές που αναδεικνύουν την πραγματική νοοτροπία και τις ενδόμυχες πεποιθήσεις των ανθρώπων. Κατά την άποψή μου, λοιπόν, η συγκεκριμένη αποστροφή του επιβεβαιώνει όσα κατά καιρούς έχουν γραφεί και ακουστεί για τη «μανιέρα» που χρησιμοποιεί προκειμένου να επιβληθεί ή να κερδίσει (;) την εμπιστοσύνη άλλων. Τα ρεπορτάζ επιβεβαίωναν ότι ο κόουτς κουβάλησε από την Κύπρο την πρακτική τού «σήμερα ρίχνω μπινελίκια για να μου δώσουν αύριο συχαρίκια», με αποτελέσματα μάλλον προφανή στις σχέσεις του με τους παίκτες και στο όλο κλίμα στην ομάδα. Τα ρεπορτάζ, επίσης, ανέφεραν ότι είχε ψωμοτύρι την έκφραση «όπως το κάναμε στην Ανόρθωση», λες και είναι ο Μουρίνιο που εξηγεί τα μυστικά της επιτυχίας του στην Πόρτο.

Σκέφτεσαι, όμως: «Μήπως όλα τούτα είναι υπερβολές ή ακόμα και αποκυήματα φαντασίας του Τύπου, που συνωμοτεί εναντίον του Ολυμπιακού;». Οταν, όμως, ακούς τον ίδιο τον κόουτς να μιλά έτσι έπειτα από το σαββατιάτικο παιχνίδι, δεν χρειάζεσαι τίποτε άλλο. Η -100% ανθρώπινη κι εξηγήσιμη- σπασμωδικότητα του ανθρώπου που έχει περιέλθει σε δυσχερή θέση δίνει ελαφρυντικά σε πολλά, αλλά όχι σε αυτό το συγκεκριμένο. Διότι αυτό στην κομψή ορολογία ονομάζεται «οίηση» και στην καθομιλουμένη «καβάλημα καλαμιού». Εάν αυτή η έπαρση θεωρηθεί μέθοδος «επιθετικής αυτοάμυνας», είναι πλήρως αποτυχημένη. Εάν είναι αυθεντική, από πού πηγάζει; Από το γεγονός ότι πέρυσι η Ανόρθωση του Τιμούρ απέκλεισε τον Ολυμπιακό; Τηρουμένων των αναλογιών, είναι σαν να ακούμε τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς να λέει ορμώμενος από τη θριαμβευτική πρόκριση του ΑΠΟΕΛ σε βάρος της Κοπεγχάγης: «Απ' όσο ξέρω, η εθνική Δανίας δεν παίζει καλό ποδόσφαιρο κι εγώ χρειάζομαι χρόνο για να τη δείτε να ξεπερνά τα επίπεδα του 1986 και 1992».

Η μεγάλη κι αυτονόητη διαφορά είναι ότι οι Δανοί δεν θα προσλάμβαναν ως ομοσπονδιακό προπονητή τον Γιοβάνοβιτς μόνο και μόνο επειδή η ομάδα του απέκλεισε μια δικιά τους. Οπως δεν θα προσλάμβαναν (κάποτε) η Αρσεναλ τον Α. Αναστασιάδη, η Ιντερ τον προπονητή της Χέλσινγκμποργκ, ο Ερυθρός Αστέρας τον τεχνικό της Σλόβαν Λίμπερετς κ.λπ. Τα κριτήρια πρόσληψης προπονητών στον Ολυμπιακό είναι ιστορία μεγάλη και πονεμένη, αλλά αυτή αφορά την ΠΑΕ. Ο Κετσπάγια είδε φως, προσκλήθηκε και μπήκε. Ναι, είναι άδικο να επωμισθεί όλες τις ευθύνες. Πρωτίστως, όμως, αδικεί ο ίδιος τον εαυτό του -αρχής γενομένης από τη Λάρισα: καλό το τουπέ, καλά τα «δώστε μας συγχαρητήρια», καλή η ειρωνεία για τις ερωτήσεις περί μεταγραφών, αλλά στο τέλος τι έμεινε; Πως με όσα είπε ο κόουτς αφαίρεσε από τον εαυτό του το δικαίωμα να επικαλεστεί τις ελλείψεις του ρόστερ. Η πολλή έπαρση φέρνει… άρση. Αρση δικαιωμάτων. Δυστυχώς…

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube