Ας πούμε ότι η εθνική μπάσκετ των Ηνωμένων Πολιτειών κερδίζει τους Ολυμπιακούς. Και μετά; Και μετά θα γυρίσουν στην Αμερική, θα τους συγχαρεί ο πρόεδρος της ομοσπονδίας τους, θα τους δεχτεί ο πρόεδρος στον Λευκό Οίκο και στο τέλος θα πάνε οι παίκτες πίσω στις ομάδες τους να ξαναπιάσουν δουλειά. Ας πούμε ότι η εθνική Αγγλίας –Θεέ μου, τι πάω και σκαρφίζομαι– κερδίζει το Παγκόσμιο Κύπελλο.

Και μετά; Και μετά θα γυρίσουν στο Λονδίνο, θα τους κάνουν βόλτα πάνω σε ένα double decker bus, θα τους δεχτεί η βασίλισσα, και στο BBC θα καλέσουν τον σκόρερ του τελικού για να μιλήσει με τον Τζον Χερστ. Ας πούμε ότι η Εθνική μας προκρίνεται στο Μουντιάλ της Νοτίου Αφρικής και κερδίζει το Μουντιάλ.

Και μετά; Και μετά θα προσγειωθούν στο αεροδρόμιο, ύστερα από τρεις μέρες που θα χρειαστούν για να κάνουν τη διαδρομή μέχρι την Ακρόπολη θα τους υποδεχτούν ο αρχιεπίσκοπος, ο πρωθυπουργός, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Τσιλιχρήστος από τη «Villa Mercedes», θα ψάλουν όλοι μαζί το «Τη υπερμάχω», θα συγχαρούν ο ένας τον άλλον επειδή έχουν το ίδιο ανίκητο DNA με τη Χαλκιά, ο λαός θα δείρει χίλιους Αλβανούς και άλλους τόσους Πακιστανούς και μετά θα αρχίσει το νταραβέρι. Τι έχουμε λαμβάνειν από τον ΟΠΑΠ, τις μας αναλογεί από τις ΔΕΚΟ, υπάρχει κάποιος χριστιανός από τον ιδιωτικό τομέα να συνεισφέρει τον οβολόν του και μετά…

Και μετά θα ζήσουν όλοι ευτυχισμένοι στη χαρούμενη χώρα του Φέρε. Τώρα αν το Μουντιάλ είχε κερδίσει το Καφιριστάν, 100 βόδια θα θυσιαζόντουσαν, 1.000 παρθένες θα διακορευόντουσαν και ο φύλαρχος θα είχε περάσει στους λαιμούς των παικτών τάσια από Mercedes, που, εκτός του ότι διακοσμούν τις ρόδες της συμπαθούς γερμανικής μάρκας, είναι και το ανώτατο παράσημο της χώρας. Το συμπέρασμα είναι ένα. Οσο περισσότερο λιγούρης για διακρίσεις είσαι τόσο περισσότερο το γυρίζεις στη μαγεία και τη βασκανία, τόσο θα υπερβάλλεις και τόσο θα ψάχνεις να βρεις πράγματα που δεν υπάρχουν. Για την ακρίβεια, τόσο γελοίος θα γίνεσαι.

Η προχθεσινή ήττα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κατάκτηση του Euro. Οχι μόνο γιατί μερικά πρόσωπα ήταν ίδια, αλλά γιατί το Euro έδωσε το δικαίωμα στους παίκτες να λένε ότι δεν έχουν τίποτα να αποδείξουν, στον προπονητή να καλεί όποιον θέλει να προβάλει και να κάνει την Εθνική ταμείο αποκατάστασης παλαιών Γερμανών άσων και στον βοηθό προπονητή να αποτρέπει την πρόσληψη γυμναστή –ακόμα και τερματοφυλάκων– για να μη μοιράζονται τα φράγκα.

Το θέμα δεν είναι ότι δεν ξέρουμε να διαχειριζόμαστε τις επιτυχίες. Το θέμα είναι ότι αυτοί που ξέρουν τις διαχειρίζονται πολύ καλά. Μέχρι το μπαλόνι να ξεφουσκώσει, αλλά τότε όποιος ήταν να κονομήσει κονόμησε και είτε μιλάνε είτε όχι, άι σιχτίρ που λέγαν' κι οι αρχαίοι και γεια χαρά σας, μάγκες, που λένε οι νεότεροι.

Στον Ολυμπιακό έμειναν στη σκέψη να φωνάξουν πίσω τον Τζόρτζεβιτς για να στρώσει η ομάδα. Στη Ν.Δ., όμως, που με τις εκλογές σε ένα μήνα και τη διαφορά από το ΠΑΣΟΚ να μεγαλώνει δεν υπήρχε χρόνος, ο Καραμανλής έκανε την κίνηση που οι αντίπαλοι φοβόντουσαν.

Κατεβάζει τον Μανώλη Μαυρομμάτη στην Α' Αθηνών. Οι υποψηφιότητες στην Α' είναι γι' αυτούς που μπορούν να σηκώσουν το βάρος της φανέλας και αν ο Μαυρομμάτης εκλεγεί πρώτος, θα κάνει τη δήλωση: «Δεν με ενδιαφέρει ο τίτλος του σκόρερ, αλλά να βοηθάω την ομάδα». Και στο κάτω κάτω, οι εκλογές είναι η χαρά της πολιτικής.

Οπως το γκολ είναι η χαρά του ποδοσφαίρου και χαρά στα γήπεδά τους οι Μολδαβοί βλέπουν μία φορά τον χρόνο. Δύο γκολ στους ομίλους είχαν πετύχει μέχρι το προχθεσινό ματς οι Μολδαβοί και με το δικό μας τα κάνανε τρία και αυξήσανε την παραγωγή τους κατά 50%.

Οπως βεβαίως και η Μολδαβία δεν τρώει εύκολα γκολ, αλλά με τα 12 έχει τη δεύτερη χειρότερη άμυνα στον όμιλο. Και όπως χτύπησε και στο πρωτοσέλιδο η «SportDay», αυτή τη φορά δεν υπήρχε θέμα διαιτησίας. Γιατί ο Θεός αγαπάει την Μπεάτε, που κόντεψε να κάνει τον Ντε Μπλέκερε Δούρο, αλλά αγαπάει και τον Ντε Μπλέκερε, που από μέσα του ο άνθρωπος θα σκέφτεται «τι θα βρουν να λένε τώρα;».

Οσο για την Εθνική, μπορώ να γράψω ότι «τώρα τι θα γράφουνε αυτοί που λιβάνιζαν τους παίκτες και τον Ρεχάγκελ;». Το γράφω γιατί έχω γκαστρωθεί έπειτα από κάθε νίκη της Εθνικής να διαβάζω «και τώρα τι θα γράψουνε αυτοί που έκαναν κριτική στους παίκτες και τον Ρεχάγκελ;». Επίσης, μετά τη δήλωση του Φάνη Γκέκα ότι η Εθνική ήταν άτυχη και ενώ θα μπορούσε να βάλει δεύτερο γκολ ισοφαρίστηκε, μπορώ επίσης να πω ότι το παλικάρι μπορεί να έχει και δίκιο. Από την άλλη, όμως, όταν η Εθνική πάει και κερδίζει στο 90', τι λένε τα παιδιά μας και οι παρατρεχάμενοι;

Δεν λένε ότι είμαστε τυχεροί, αλλά ότι «πιστέψαμε στη νίκη», «δεν το βάλαμε κάτω» και τα άλλα τα ηρωικά και χαρμόσυνα. Γιατί, λοιπόν, να μη λέει ο Γκέκας ότι: «Ηρθαμε ισόπαλοι γιατί οι Μολδαβοί δεν το έβαλαν κάτω, πίστεψαν στη νίκη και η προσπάθειά τους στο τέλος ανταμείφθηκε»; Να τραγουδήσουμε γελώντας όλοι μαζί «είναι βαριά η τσαπού του Μολδαβού» και να πούμε και να κάνουμε αυτά που για μας επιτρέπονται, αλλά όταν τα κάνουν και τα λένε οι άλλοι μας πιάνει η επάρατη μιρμιρίαση.

Εκτός, δηλαδή, του ότι οι Μολδαβοί πριν από την ισοφάριση είχαν δοκάρι. Τέλος πάντων, αφού δεν είπε κάποιος ότι «έπρεπε να προσέξουμε περισσότερο το ματς. Η Μολδαβία είχε φανεί πόσο δυνατή είναι στην έδρα της από το προηγούμενο Σάββατο, που είχε πάρει ισοπαλία με το Λουξεμβούργο», και πάλι καλά είναι...

Αν προκριθούμε στα τελικά του Μουντιάλ, ναι μεν θα έχουμε προκριθεί εκεί που αποκλείστηκαν ομάδες όπως η Πορτογαλία και η Τσεχία, αλλά δεν τις αποκλείσαμε εμείς. Αν προκριθούμε, θα έχουμε αποκλείσει τη Λετονία και την Ελβετία και αν αποκλειστούμε από τη Λετονία και την Ελβετία, αποκλειστήκαμε. Μερικές αλήθειες δεν πειράζουνε. Κυρίως, όμως, όταν είναι αλήθειες και όχι του τύπου «άσε να μην ανοίξω εγώ το στόμα μου». Κάπως έτσι ακούστηκε η φράση του Τάκη Φύσσα για τα αποδυτήρια «υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν μου αρέσουν».

Να το είπε ο Φύσσας κατά λάθος, δεν νομίζω. Εκτός του ότι μέχρι και μια 20ετία έπαιζε επαγγελματικό ποδόσφαιρο, θήτευσε στη μεγάλη της Παιανίας σχολή, που μια λάθος δήλωση σήμαινε τέλος της καριέρας. Να ήταν επίσης κάτι το κοινότοπο, «δεν μου αρέσει ότι δεν δείχνουμε πάθος», αποκλείεται, αφού αυτά είναι ψωμοτύρι για τους τεχνικούς υπεύθυνους. Οπότε η δήλωσή του ήταν μήνυμα. Για συγκεκριμένους λόγους και με συγκεκριμένους αποδέκτες. Φανερή απειλή. «Με ακούσατε που άρχισα να μιλάω; Ξέρετε πόσο εύκολα συνεχίζω;».

Για την κατάρρευση της πειθαρχίας στην Εθνική δεν έχετε παρά να θυμηθείτε τη συνομιλία με σύστημα Πουλάκη ανάμεσα στον Κώστα Κατσουράνη και τον Φάνη Γκέκα. Η Μολδαβία έχει βάλει το γκολ, η Ελλάδα έχει βγει στην επίθεση, ο Κυργιάκος κάνει το «οκτάρι» και κατεβάζει την μπάλα και ο «Κατσούρ» έχει γίνει δεξί χαφ στο σημαιάκι του κόρνερ. Ο «Κατσούρ» βγάζει τη σέντρα, που αποκρούεται από αμυντικό.

Αμέσως μετά κάνει την γκριμάτσα «κοίτα πού βρήκα να πατήσω» και μια χειρονομία προς τη μεριά του Γκέκα, που δεν πήγε προς την μπάλα. Ο Μολδαβός σκηνοθέτης είναι σε φόρμα και το πλάνο δείχνει τον Γκέκα να κάνει την κίνηση «τι ήθελες να κάνω;». Η απάντηση με νοήματα του Κατσουράνη είναι «να πήγαινες στην πλάτη της άμυνας». Δεν θυμάμαι αν ανταπάντησε ο Γκέκας, αλλά είμαι βέβαιος ότι κάποιοι θα βρεθούν να πουν ότι «τέτοια γίνονται στο παιχνίδι». Μόνο που δεν γίνονται και ιδιαίτερα όταν βρίσκεσαι στις καθυστερήσεις, που σου καίγεται το τέτοιο.

Επίσης, δεν διάβασα κάπου για το φάουλ που δίνει στο τελευταίο λεπτό της παράτασης ο Σουηδός διαιτητής, όταν ο Κυργιάκος έχει κάνει μια άγαρμπη βουτιά έξω από την περιοχή των Μολδαβών. Αλλά τι λέω, τι λέω, τι λέω; Αν έμπαινε γκολ, όλοι δεν θα γράφαμε ότι ο αχρείος Στάλχαμαρ έσφαξε τους Μολδαβούς;

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube