Διακρίνω στα ρεπορτάζ και στις ανταποκρίσεις από τη Μολδαβία έναν παράξενο εκνευρισμό για την όποια τύχη της Εθνικής μας στο σημερινό ματς. Προφανώς αφού εξαντλήθηκαν οι κατάρες για τον Ντε Μπλέκερε επιστρέψαμε στην πραγματικότητα και είδαμε δειλά δειλά την αλήθεια: το ματς με τους Μολδαβούς αντιμετωπίζεται ως δύσκολο, όπως όλα όσα δίνει η Εθνική μας εδώ και καιρό. Ακόμα κι αν νικήσει η ομάδα με 0-3, και πάλι η αύρα της είναι αρνητική. Αμφιβάλλει κανείς ότι και με τη Λετονία θα γίνονται εκκλήσεις στον κόσμο και θα μιλάμε για επικίνδυνους αντιπάλους, ικανούς να μας κάνουν τη ζημιά;
Το χθεσινό μου σημείωμα ήταν ημιτελές. Για να γίνει ακόμα περισσότερο κατανοητό το αδιέξοδο στο οποίο η Εθνική μας βαδίζει, καθώς έχει ήδη πετάξει πέντε χρόνια, θέλω να σας πω τι περίμενα εγώ ότι θα μπορούσε να συμβεί μετά το 2004 και το θαύμα της Πορτογαλίας.
Αντικατάσταση
Ο Οτο Ρεχάγκελ έπρεπε να φύγει ήδη από το 2005 – θα έπρεπε να αντικατασταθεί αμέσως μετά τον αποκλεισμό της πρωταθλήτριας Ευρώπης από τα τελικά του Μουντιάλ, όχι γιατί έσβησε το άστρο του, αλλά γιατί δεν είχε τίποτα άλλο να δώσει.
Μετά τον θρίαμβο της Πορτογαλίας το συμπέρασμα έπρεπε να είναι ότι μπορούμε πολλά. Κανείς δεν γίνεται τυχαία πρωταθλητής Ευρώπης: όποιος το πιστεύει αδικεί πρώτα από όλα το ίδιο το ποδόσφαιρο. Η ανάλυση εκείνης της επιτυχίας δεν έπρεπε να περιοριστεί στα αμιγώς αγωνιστικά, αλλά να μας ανοίξει τα μάτια.
Η Εθνική του 2004 ήταν συνέχεια και της Εθνικής Ελπίδων που έπαιξε τελικό το 1998 και της επόμενης που το 2002 πήγε στα τελικά του Πρωταθλήματος Ελπίδων στην Ελβετία. Από την πρώτη βγήκαν ο Φύσσας, ο Δέλλας, ο Μπασινάς, ο Καραγκούνης, ο Βρύζας, ο Λάκης, ο Καφές, ο Γκούμας. Από τη δεύτερη ο Χαριστέας, ο Σεϊταρίδης, ο Κατσουράνης, ο Δημήτρης Παπαδόπουλος.
Αυτό που εγώ περίμενα ήταν ότι θα υπήρχε μια αληθινή φροντίδα για τις ομάδες των υποδομών, τα φυτώρια, τις Εθνικές των Παίδων και των Νέων, τις μεικτές των πιτσιρικάδων που κατά νομό οι Ενώσεις συντηρούν. Περίμενα μια κάθετη οργάνωση του ελληνικού ποδοσφαίρου από την ομοσπονδία, ανάλογη με αυτή που υπάρχει στο μπάσκετ π.χ.
Και στο μπάσκετ μέχρι το 1987 είχαμε ελάχιστα πράγματα να επιδείξουμε ως χώρα. Κι εκεί έγιναν λάθη, και μάλιστα πολύ σοβαρά: όμως από το 1987 και μετά, οι μικρές Εθνικές ομάδες οργανώθηκαν υποδειγματικά και γεννάνε και παίκτες και επιτυχίες. Παρά τους ξένους και τη μετριότητα του πρωταθλήματος.
Δύο
Τι χρειάζονταν για να γίνουν αυτά; Δύο πράγματα που έλειψαν εντελώς. Το πρώτο ήταν ένας σοβαρός σχεδιασμός από κάποιον προπονητή – μάνατζερ που όντως να ενδιαφέρεται για τις υποδομές και να έχει και γνώση της οργανωσής τους: ο Γερμανός γι' αυτά αδιαφορεί. Το δεύτερο που χρειαζόταν ήταν χρήματα. Χρήματα υπήρχαν, αλλά μόνο από το κράτος.
Μετά το 2004 η Ομοσπονδία ακολούθησε μια πολιτική ρήξης με το κράτος στο όνομα του αυτοδιοίκητου – πολιτική η οποία έγινε για να κρατήσουν τις καρέκλες τους όσοι στο Καλλιμάρμαρο εισέπραξαν το γιούχα του αιώνα με το κύπελλο του πρωταθλητή στα χέρια.
Στο όνομα του αγώνα υπέρ του αυτοδιοίκητου οι Ενώσεις οικονομικά διαλύθηκαν και το μόνο που μας απέμεινε είναι ο Ρεχάγκελ που ζούσε στη Γερμανία, αγωνιούσε να βρίσκουν οι παίκτες του συμβόλαια στην Μπουντεσλίγκα και βόλευε για να κρύβονται πίσω από την πλάτη του όσοι δεν είχαν τίποτα να προσφέρουν. Ενώ το μπάσκετ έχτισε πάνω σε μια τεράστια επιτυχία, στο ποδόσφαιρο το μόνο που έγινε ήταν η περιφορά του κυπέλλου Ευρώπης στα πανηγύρια για να φωτογραφίζεται με δέκα ευρώ για όποιον το επιθυμεί.
Πρωτάθλημα
Η επόμενη Εθνική ομάδα θα έπρεπε να καθοδηγηθεί από έναν προπονητή που να κρατήσει τους 30ρηδες πρωταθλητές Ευρώπης ως μαγιά και να αξιοποιήσει καλύτερα τους παίκτες που διακρίνονταν στο ελληνικό πρωτάθλημα. Δεν συνέβη τίποτα τέτοιο.
Ο Τοροσίδης, ο Σαλπιγγίδης, ο Αβραάμ Παπαδόπουλος, ο Σπυρόπουλος για να πάρουν τις ευκαιρίες τους στην Εθνική έπρεπε να φύγουν από τις ομάδες τους και να πάρουν μεταγραφή στον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟ: στο μεταξύ έγιναν 25 χρονών και εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους δεν είχε υπάρξει.
Αλλοι αγνοήθηκαν προκλητικά (Στολτίδης, Σκοπελίτης, Φωτάκης), άλλοι για κάποιο λόγο βρίσκονται μονίμως σε καραντίνα (Ελευθερόπουλος, Ταυλαρίδης), άλλοι για να κερδίσουν λίγη προσοχή έπρεπε να πάνε στο εξωτερικό (Μόρας, Γκέκας). Από το 2004 έως το 2007 στην Εθνική έπαιζαν περίπου οι ίδιοι παίκτες, εκτός αν αποφάσιζαν οι ίδιοι να πουν αντίο. Στο μεταξύ, ο ενθουσιασμός για το κατόρθωμα στην Πορτογαλία χάθηκε οριστικά.
Προσοχή
Περίμενα επίσης μεγαλύτερη προσοχή σε ό,τι συμβαίνει παγκοσμίως. Σήμερα δεν υπάρχει χώρα που να μην έχει στην εικοσάδα της νατουραλιζέ ποδοσφαιριστές. Στη Γερμανία βλέπεις έγχρωμους, στην Τουρκία, στην Πορτογαλία και στην Ισπανία (χώρες με τεράστια παραγωγή ποδοσφαιριστών) Βραζιλιάνους σε θέσεις-κλειδιά, στη Γαλλία οι Αφρικανοί είναι κανόνας: ακόμα και οι Ελβετοί είχαν στην ενδεκάδα τους παίκτες που δεν έχουν γεννηθεί εκεί. Αυτή τη νέα πραγματικότητα την επιβάλλουν οι καιροί και η παγκοσμιοποίηση.
Σήμερα υπάρχουν σε όλες τις δυτικές χώρες περισσότεροι μετανάστες από κάθε άλλη εποχή και περισσότεροι ξένοι που ασκούν επαγγέλματα: το ποδόσφαιρο δεν μπορεί να διαφέρει. Περίμενα ότι τη φανέλα της Εθνικής θα μπορούσαν να τη φοράνε ο Καστίγιο, ο Κλέιτον, αύριο ο Λεονάρντο, αν η εξέλιξή του είναι η πρέπουσα.
Μιλάμε για παίκτες που εδώ ανδρώθηκαν, εδώ έγιναν επαγγελματίες, εδώ ζουν ή ζούσαν χρόνια τώρα: ποτέ δεν κατάλαβα γιατί δεν έπρεπε να τους δούμε με τη φανέλα της Εθνικής όπως οι Ισπανοί τον Σένα ή οι Πορτογάλοι τον Λίεντσον. Ποιος από όλους αυτούς θα αρνούνταν τη φανέλα της πρωταθλήτριας Ευρώπης;
Παρέα
Δεν κάναμε τίποτα. Η Εθνική παρέμεινε μια ωραία παρέα. Με τους παίκτες της, τους παράγοντές της, τους δημοσιογράφους της, τους χορηγούς της. Οι παρέες γράφουν ιστορία. Αλλά το θέμα είναι τι γίνεται μετά…
Deal
Γιατί πούλησε ένα ποσοστό της Καραϊσκάκης Α.Ε. ο Σωκράτης Κόκκαλης στον Λαυρέντη Λαυρεντιάδη; Η Καραϊσκάκης Α.Ε. πληρώνει κάθε χρόνο τα δάνεια που ο Κόκκαλης πήρε για την ανακατασκευή του γηπέδου. Τα έσοδά της είναι το ενοίκιο που της πληρώνει η ΠΑΕ, το ενοίκιο των καταστημάτων του γηπέδου και τα όποια συμπληρωματικά έσοδα υπάρχουν (χρήματα από συναυλίες π.χ., ή μέχρι πέρυσι από τη χρήση που έκανε η Εθνική).
Προφανώς, για κάποια χρόνια η Καραϊσκάκης Α.Ε. είναι μια εταιρεία χωρίς κέρδη, όμως όταν τα δάνεια αποπληρωθούν στα προβλεπόμενα 30 χρόνια (αν δεν κάνω λάθος…) η εταιρεία θα γίνει απολύτως κερδοφόρα, αφού θα εισπράττει χωρίς να έχει την παραμικρή υποχρέωση.
Τότε γιατί ο Κόκκαλης να πουλήσει μια μηχανή που κάποια στιγμή θα βγάζει μόνο κέρδη; Προφανώς γιατί η όλη υπόθεση έχει ένα, αλλά σημαντικό, ρίσκο: να περάσει ο Ολυμπιακός στα χέρια κάποιου (του οποιουδήποτε) που θα αποφασίσει κάποια στιγμή να μη χρησιμοποιεί ως έδρα το συγκεκριμένο γήπεδο. Σε αυτή την περίπτωση η Καραϊσκάκης Α.Ε. δεν θα έχει τα τωρινά της έσοδα.
Πώς διασφαλίζεται ο Λαυρεντιάδης έναντι τέτοιου ενδεχομένου, π.χ. σε δεκαπέντε χρόνια; Δεν διασφαλίζεται. Ή, για την ακρίβεια, η μόνη του άμυνα είναι η αγορά ενός μεριδίου μετοχών της ΠΑΕ Ολυμπιακός: σε αυτή την περίπτωση αν ποτέ μπει κάποιο τέτοιο ζήτημα μπορεί ως μέτοχος να πολεμήσει την όποια απόφαση τον αφορά.
Καταλάβατε τώρα γιατί ο Λαυρεντιάδης πρώτα μπήκε στην Καραϊσκάκης Α.Ε. και μετά στην ΠΑΕ και γιατί άλλαξε η αρχική του απροθυμία να συμμετέχει στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου; Ολα είναι θέμα deal.
Τέλος, θα θελα να επισημάνω και κάτι τελευταίο. Ο Κόκκαλης θα μπορούσε να προχωρήσει σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Καραϊσκάκης Α.Ε. και ο Λαυρεντιάδης να την αγοράσει.
Σε αυτή την περίπτωση η αποπληρωμή των δανείων θα γινόταν με τα χρήματα του Λαυρεντιάδη και η Καραϊσκάκης θα είχε αμέσως κέρδη: όμως αυτό δεν ενδιέφερε το αφεντικό του Ολυμπιακού. Ηθελε τα χρήματα για να μειώσει κάθε ρίσκο που θα μπορούσε κι αυτός να έχει έτσι και πουλήσει την ΠΑΕ. Και τα πήρε. Σε καλή μεριά…
Ερήμην…
Γράφεται ιστορία στην Καλαμάτα. Επειτα από τρεις μήνες επέστρεψε στη θέση του προπονητή ο Γιώργος Μπένος. Ο Μπένος είχε σώσει την ομάδα πέρυσι και επειδή δεν είχε πληρωθεί έφυγε τον Ιούνιο. Ακολούθως παρακολούθησε ένα σεμινάριο, ανέβηκε στο Πήλιο, και τέλος καλοκαιριού, αφού ολοκλήρωσε την προσωπική προετοιμασία του, γύρισε και πήρε την ομάδα.
Αν το πείραμα πετύχει, αλλάζει το ποδόσφαιρο όπως το ξέραμε. Θα κάνουν μόνοι τους προετοιμασία οι προπονητές και θα αναλαμβάνουν τις ομάδες μετά. Θα διαβάζουμε π.χ. ότι ο σερ Αλεξ πάει να προετοιμαστεί στην Ιμπιζα και ο Μουρίνιο στη Μαγιόρκα. Και θα γυρνάνε οι άνθρωποι αρχές Σεπτεμβρίου να πιάσουν δουλειά, όπως οι δάσκαλοι και οι καθηγητές…